Σαν σήμερα ένας ακατάστατος φυσικός έφερε επανάσταση στην Ιατρική λόγω μίας... μούχλας
Πώς μία απροσεξία οδήγησε στη σημαντικότερη ανακάλυψη της χιλιετίας. Από την απαισιοδοξία στην επιτυχία και τις προειδοποιήσεις για το μέλλον.
«Ξυπνώντας το ξημέρωμα της 28ης Σεπτεμβρίου 1928, ασφαλώς δεν σχεδίαζα να φέρω επανάσταση σε όλη την Ιατρική, ανακαλύπτοντας το πρώτο αντιβιοτικό, φονέα δηλαδή βακτηρίων», έγραψε ο Σκοτσέζος φυσικός Αλεξάντερ Φλέμινγκ, «αλλά υποθέτω ότι αυτό ακριβώς έκανα τότε».
Στην πραγματικότητα δεν το έκανε μόνος του, ούτε και θα ισχυριζόταν κάτι τέτοιο. Ωστόσο, ο Φλέμινγκ ήταν εκείνος που έκανε, σαν σήμερα, την πασίγνωστη ανακάλυψη, η οποία έμελλε να φέρει όντως επανάσταση στην Ιατρική.
Ειδικότερα, το 1928 ο Φλέμινγκ ερευνούσε τις ιδιότητες των σταφυλόκοκκων. Είχε ήδη κάποια φήμη από τις προηγούμενες έρευνές του, ως ευφυούς ερευνητή αλλά και απρόσεκτου τεχνικού εργαστηρίου καθώς συχνά ξεχνούσε τις καλλιέργειες μικροβίων πάνω στις οποίες εργαζόταν και γενικώς το εργαστήριό του ήταν συνήθως πολύ ακατάστατο.
Αφού επέστρεψε από διακοπές, ο Φλέμινγκ πρόσεξε ότι πολλά από τα δισκία μικροβιακών καλλιεργειών που είχε ξεχάσει στον πάγκο του εργαστηρίου του είχαν μολυνθεί από ένα μύκητα (κοινώς είχαν... μουχλιάσει) και τα έριξε σε δοχείο με απορρυπαντικό.
Αλλά στη συνέχεια χρειάστηκε να δείξει σε έναν επισκέπτη τι ερευνούσε, κι έτσι ανέσυρε κάποια από τα δισκία που δεν είχαν βυθιστεί στο απορρυπαντικό. Τότε πρόσεξε μία ζώνη γύρω από τη μούχλα που ήταν ελεύθερη (φαινομενικά τουλάχιστον) από βακτήρια. Αυτό θα πρέπει να συνέβαινε αν η μούχλα παρήγαγε κάποια βακτηριοκτόνο ουσία. Υποτίθεται πως τότε είπε μονολογώντας: «Παράξενα πράγματα...».
Ο Φλέμινγκ απομόνωσε ένα δείγμα από τη μούχλα, το ταυτοποίησε σωστά ως μύκητα που ανήκε στο γένος Penicillium και για τον λόγο αυτό ονόμασε τη νέα ουσία πενικιλίνη.
Από την απαισιοδοξία στην επιτυχία
Αρχικά δεν ήταν ιδιαίτερα αισιόδοξος για τη σημασία αυτής της ανακάλυψης, διαπιστώνοντας πως η ουσία ήταν δύσκολο να παραχθεί σε μεγάλη ποσότητα και φοβούμενος πως δεν θα είχε αποτέλεσμα στο εσωτερικό του ανθρώπινου σώματος.
Παρόλο που δημοσίευσε τα ευρήματά του το 1929, η ιατρική κοινότητα δεν τα υποδέχθηκε με πανηγυρισμούς, όπως ίσως να φαντάζεται κανείς. Κατά τη δεκαετία του 1930 προσπάθησε να βελτιώσει την ουσία σε μία μορφή κατάλληλη για μαζική παραγωγή, όμως δεν τα κατάφερε. Το 1940, μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου -στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου είχε υπηρετήσει στο Ιατρικό Σώμα- πλέον τα παράτησε.
Ευτυχώς για τον Φλέμινγκ και την ανθρωπότητα, υπήρξαν άλλοι που ανέλαβαν το εγχείρημα και κατάφεραν πράγματα να συνθέσουν μία εξευγενισμένη μορφή, με κονδύλια της αμερικανικής και της βρετανικής κυβερνήσεως.
Η έναρξη της μαζικής παραγωγής έγινε μετά τον Βομβαρδισμό του Περλ Χάρμπορ. Κατά την Απόβαση της Νορμανδίας είχαν παρασκευάσει αρκετή πενικιλίνη για τις ανάγκες όλων των τραυματιών των συμμαχικών δυνάμεων.
Μάλιστα ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ, μαζί με τους Φλόρεϋ και Τσέιν, μοιράστηκαν το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής το 1945. Άξιο αναφοράς είναι επίσης πως η ανακάλυψη της πενικιλίνης κατατάχθηκε ως η σημαντικότερη ανακάλυψη της χιλιετίας όταν πλησίαζε το έτος 2000 από τρία μεγάλα σουηδικά περιοδικά, όπως το Nyteknik. Είναι αδύνατο να βρεθεί πόσες ακριβώς ανθρώπινες ζωές έχουν σωθεί από αυτή την ανακάλυψη, αλλά κάποια από αυτά τα περιοδικά τις εκτίμησαν προσεγγιστικά σε 200 εκατομμύρια.
Τα «καμπανάκια» για το μέλλον
Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε σήμερα -η αντίσταση των μικροβίων στα αντιβιοτικά- ήταν κάτι το οποίο είχε προβλέψει ο Φλέμινγκ, προειδοποιώντας ενάντια στη χρήση πολύ μικρών ποσοτήτων ή για πολύ μικρά χρονικά διαστήματα.
Συγκεκριμένα, πραγματοποίησε διαλέξεις σε όλο τον κόσμο, στις οποίες προειδοποιούσε να μη χρησιμοποιείται το αντιβιοτικό παρά μόνο όταν υπήρχε ορθά διαγνωσμένη αιτία, και όταν χρησιμοποιείται να χορηγείται σε αρκετή ποσότητα και επί αρκετό χρονικό διάστημα, γιατί αλλιώς δίνεται η ευκαιρία στα βακτηρίδια να αναπτύξουν ανθεκτικά στελέχη τους ως προς το συγκεκριμένο φάρμακο.
«Ελπίζω αυτό το κακό να αποφευχθεί» είχε πει. Σήμερα, ακόμα με την ελπίδα έχουμε μείνει...