Σαν σήμερα: Η «επιδημία του χορού» που πανικόβαλλε τους κληρικούς και οδήγησε σε... όργια
Τι είναι η χορεομανία, μία αλλόκοτη πάθηση που ανάγκαζε τους νοσούντες να χορεύουν ανεξέλεγκτα, ενίοτε δε μέχρι θανάτου.
Το πλήθος ήταν θαρρείς σαν δαιμονισμένο. Χόρευαν ανεξέλεγκτα και φρενιασμένα, δίχως το παραμικρό ίχνος λογικής ή ρυθμού. Ζούσαν μόνο για να χτυπιούνται, να χοροπηδάνε και να περιστρέφονται. Όχι δεν πρόκειται για κάποιο ρέιβ πάρτι των 90s αλλά για ένα παράδοξο φαινόμενο που εκτυλίχθηκε στο μακρινό 1374, πανικόβαλλε κόσμο και κληρικούς και χαρακτηρίστηκε ως κανονική... επιδημία.
Ειδικότερα, σαν σήμερα, 24 Ιουνίου του 1374 ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων άρχισε να συρρέει στο Άαχεν της Ρηνανίας και να χορεύει δίχως αύριο στο ιερό της Παρθένου Μαρίας. Αυτό το αλλόκοτο θέαμα αποτελεί την πρώτη καταγεγραμμένη περίπτωση «χορεομανίας», μίας αλλόκοτης πάθησης που ανάγκαζε τους νοσούντες να χορεύουν ανεξέλεγκτα, ενίοτε δε μέχρι θανάτου.
Τι είναι η χορεομανία
Το φαινόμενο γενικά εμφανίζονταν κατά τη διάρκεια δύσκολων περιόδων διαβίωσης, και με χιλιάδες ανθρώπων να χορεύουν ταυτόχρονα για ώρες, ημέρες, εβδομάδες, ακόμα και μήνες. Οι χορευτές περιγράφονταν πως βρίσκονταν σε κατάσταση ημιαναισθησίας, χωρίς να έχουν έλεγχο του σώματος τους. Αναφέρεται πως μέσα στο πλήθος των διαφορετικών ανθρώπων κάποιοι χόρευαν γυμνοί, έκαναν απρεπείς χειρονομίες, ενώ κάποιοι επιδίδονταν και σε σεξουαλική δραστηριότητα. Άλλοι πάλι συμπεριφέρονταν σαν ζώα και χοροπηδούσαν.
Δεν σταματούσαν σχεδόν καθόλου και κάποιοι χόρευαν έως ότου σπάσουν τα πλευρά τους και ακολουθήσει ο θάνατος τους. Ο ανεξέλεγκτος αυτός χορός συνοδευόταν από τις κραυγές, γέλιο, ή κλάμα των συμμετεχόντων, ενώ υπήρχαν και κάποιοι που τραγουδούσαν. Υπάρχει επίσης η αναφορά πως μερικές φορές υπήρχε βίαια αντίδραση των χορευτών προς τους παρατηρητές τους αν δεν συμμετείχαν επίσης στον χορό. Επίσης αναφέρεται πως δεν είχαν αντίληψη του κόκκινου χρώματος ή πως γινόταν βίαιοι όταν έβλεπαν κόκκινο χρώμα. Άλλες σημειώσεις σχετικά με τη συμπεριφορά των ασθενών ήταν πως δεν μπορούσαν να αντέξουν τα μυτερά παπούτσια, και πως τους άρεσε να τους χτυπούν τα πόδια.
Παθολογικά, όσοι είχαν προσβληθεί από τη χορεομανία υπέφεραν από διάφορες παθήσεις, όπως πόνους στο στήθος, ψευδαισθήσεις, υπεραερισμό, σπασμούς, και άλλα επιληπτικά φαινόμενα. Στο τέλος οι περισσότεροι απλώς έπεφταν στο έδαφος εξουθενωμένοι, ενώ περιγράφεται πως κάποιοι κατέληγαν σε κατάσταση έκστασης. Τυπικά, η χορεομανία ήταν μεταδοτική αλλά συνήθως μεταδίδονταν σε μικρές ομάδες όπως οικογένειες και μεμονωμένα άτομα.
Χωρίς εξήγηση και... όρια
Ο μοναχός και χρονικογράφος Πέτρος του Χέρενταλ περιέγραψε άνδρες και γυναίκες «τους οποίους ο διάβολος τυραννούσε σε τέτοιο βαθμό ώστε χόρευαν κρατώντας τα χέρια και πηδώντας ψηλά στον αέρα, τόσο στις αγορές και τις εκκλησίες, όσο και μέσα στα ίδια τους τα σπίτια». Οι σύγχρονοι μελετητές δεν έχουν καταφέρει να βρουν κάποια πειστική εξήγηση για το φαινόμενο. Μανιτάρια, ψυχολογικό τραύμα, επιληψία, ηδονισμός ή κάποιος συνδυασμός όλων αυτών είναι μερικές μόνο από τις εξηγήσεις που έχουν προταθεί.
Ήταν μάλιστα μεταδοτικό. Μέχρι τη γιορτή των Αγίων Αποστόλων, τον Ιούλιο του 1374, ένα πλήθος χορευτών είχε μαζευτεί σε ένα δάσος κοντά στην Τριρ, το οποίο είχε αρχίσει να θυμίζει μικρή εμπορική κωμόπολη. Εκεί πέταξαν τα ρούχα τους, έμειναν μισόγυμνοι, φόρεσαν λουλουδένια στεφάνια στα κεφάλια τους κι άρχισαν να χορεύουν και να παραδίονονται σε΄ενα όργιο βακχικών διαστάσεων. Το περιστατικό είχε ως αποτέλεσμα περισσότερες από εκατό εγκυμοσύνες. Η επιδημία του 1374 έφτασε στο αποκορύφωμά της στην Κολοονία, με συμμετοχή κάπου πεντακοσίων χορομανικών. Προς μεγάλη ανακούφιση των εκκλησιαστικών αρχών, έπειτα από μερικούς μήνες το φαινόμενο υποχώρησε.
Προσπάθησαν να τους θεραπεύσουν με... εξορκισμό
Προκειμένου να αποκαταστήσει τις ψυχές των χορευτών, η Εκκλησία έκανε πολύ επιθετική χρήση του εξορκισμού. Μερικοί ήταν πέρα από κάθε σωτηρία και όσοι πέθαναν από εξάντληση ή υποσιτισμό θεωρήθηκε ότι έπεσαν θύματα του Διαβόλου.
Η συγκεκριμένη επιδημία έμεινε γνωστή ως ο «χορός του Αγίου Ιωάννη», καθότι πολλοί από τους νοσούντες επικαλούνταν τον Ιωάννη τον Βαπτιστή ή την Παρθένο Μαρία. Μέσα στα επόμενα διακόσια χρόνια υπήρξαν περιστασιακά ξεσπάσματα, καθώς και ένα ακόμα μαζικό φαινόμενο τον 16ο αιώνα.
(Με πληροφορίες από το βιβλίο του Dan Snow «Σαν σήμερα στην παγκόσμια Ιστορία»)