Ψηφιακή κάρτα εργασίας: Αδιανόητα κόλπα από εργοδότες - Γιατί «βαφτίζουν» εργαζόμενους... διευθυντές
Όλη την ευρηματικότητα τους εξαντλούν οι εργοδότες για την ψηφιακή κάρτα εργασίας - Βαφτίζουν τους εργαζόμενους διευθυντές και «μετόχους».
Μπορεί η ψηφιακή κάρτα εργασίας να αποτελεί ένα ισχυρό «εργαλείο» για την αντιμετώπιση της υποδηλωμένης εργασίας, ωστόσο αρκετοί εργοδότες επινοούν διάφορα κόλπα για να παρακάμψουν την εφαρμογή του μέτρου.
Η ψηφιακή κάρτα εργασίας έχει ήδη τεθεί σε πλήρη εφαρμογή στις τράπεζες, στα σούπερ μάρκετ, στις εταιρείες φύλαξης, στις εταιρείες ιδιωτικής ασφάλισης και στη βιομηχανία. Παράλληλα, ο χρόνος μετρά αντίστροφα και για την πλήρη εφαρμογή του μέτρου σε επισιτισμό, τουρισμό και εστίαση, καθώς από 1η Μαρτίου οι εργαζόμενοι σε αυτούς τους τομείς θα «χτυπάνε» κάρτα κατά την έναρξη και κατά τη λήξη του ωραρίου.
Υπενθυμίζεται ότι η ψηφιακή Κάρτα Εργασίας θεσμοθετήθηκε με στόχο την καταγραφή του πραγματικού χρόνου απασχόλησης των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και την αμοιβή τους για αυτόν. Στους κλάδους όπου ήδη εφαρμόζεται, οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να έχουν εγκαταστήσει τον απαιτούμενο τεχνολογικό εξοπλισμό (π.χ. ταμπλέτα με εφαρμογή ωρομέτρησης) και οι εργαζόμενοι να «χτυπάνε» την ψηφιακή κάρτα τους κατά την προσέλευση και κατά την αποχώρησή τους από τον χώρο εργασίας τους, καταγράφοντας επακριβώς τον χρόνο φυσικής τους παρουσίας εκεί. Ωστόσο αρκετοί εργοδότες χρησιμοποιούν διάφορα τεχνάσματα για να…απαλλαγούν από τις συμβατικές υποχρεώσεις τους.
Βαφτίζουν τους εργαζόμενους διευθυντές και «μετόχους»
Για παράδειγμα, σύμφωνα με σωματεία εργαζομένων, υπάρχουν καταγγελίες για εργοδότες, οι οποίοι «βαφτίζουν» μετόχους τους εργαζόμενους προκειμένου οι τελευταίοι να μην έχουν υποχρέωση να χτυπάνε την ψηφιακή κάρτα. Άλλες επιχειρήσεις δίνουν εικονικά θέσεις προϊσταμένων σε εργαζόμενους, ώστε επίσης να μην έχουν υποχρέωση να ενεργοποιούν την ψηφιακή κάρτα εργασίας κατά την έναρξη και τη λήξη της εργασίας τους.
Την ίδια στιγμή, εργαζόμενοι που δουλεύουν για λογαριασμό τρίτων εταιρειών (shop in a shop) σε καταστήματα καλλυντικών, εμπορικών κέντρων κ.λ.π, δεν χτυπάνε ψηφιακή κάρτα εργασίας, για τον απλούστατο λόγο ότι ούτε tablet με τη σχετική εφαρμογή δεν τους παρέχουν οι εργοδότες, ενώ έχουν γίνει καταγγελίες και για εργαζόμενους που ενώ πιάνουν δουλειά στις 5 π.μ. έχουν λάβει οδηγίες να χτυπάνε την κάρτα τους στις 6 π.μ. Με αυτό τον τρόπο δεν καταγράφεται στο σύστημα «Εργάνη» η μία ώρα της νυχτερινής απασχόλησης, που πληρώνεται διαφορετικά.
Από την Ομοσπονδία Συλλόγων Εργαζομένων στις υπηρεσίες και το εμπόριο έχουν καταφτάσει καταγγελίες και για εταιρείες security που αναλαμβάνουν εργολαβίες 24ωρων – επταήμερων εβδομαδιαίων φυλάξεων εγκαταστάσεων και κτιρίων του Δημοσίου και φορέων αυτού.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες αυτές αρκετές εταιρείες συνεχίζουν να εφαρμόζουν 12ωρη απασχόληση των φυλάκων, με την ψηφιακή κάρτα των εργαζομένων να είναι μονίμως «χτυπημένη» σε 8ωρες βάρδιες καθημερινές και όχι Κυριακές και αργίες και πάντα σε ημερήσια βάρδια.
Χτύπημα της κάρτας όποτε βολεύει την επιχείρηση
Ένας άλλος τρόπος που χρησιμοποιούν κάποιες επιχειρήσεις για να... αποφύγουν τη χρήση των ψηφιακών καρτών εργασίας είναι να τις χρησιμοποιούν οι προϊστάμενοι κατά το δοκούν. Πρακτικά, οι προϊστάμενοι καταστημάτων έχουν ζητήσει από τους εργαζόμενους να τους εκτυπώσουν το QR CODE από τις ψηφιακές κάρτες εργασίας, λέγοντάς τους ότι αναλαμβάνουν οι ίδιοι οι προϊστάμενοι αυτή την «υποχρέωση» χτυπήματος της κάρτας. Φυσικά, χτυπούν τις κάρτες όποτε θέλουν και για την ακρίβεια όποτε βολεύει την επιχείρηση.
Αντίστοιχα σε αρκετούς υπαλλήλους ηλεκτρονικών παραγγελιών δίνεται κατά καιρούς η εντολή να χτυπάνε την κάρτα τους, ανεξάρτητα εάν έχουν τελειώσει την παραγγελία τους ή όχι, και να συνεχίζουν την εργασία τους κανονικά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Επιθεώρηση Εργασίας πραγματοποιεί σαρωτικούς ελέγχους προκειμένου να εντοπίσει τους εργοδότες που επιχειρούν να μετατρέψουν σε... κουρελόχαρτο την εργατική νομοθεσία. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2024 οι «ράμπο» της επιθεώρησης εργασίας εντόπισαν πάνω από 2.000 παραβάτες του συστήματος της ψηφιακής κάρτας εργασίας, μοιράζοντας «καμπάνες» άνω των 5 εκατομμυρίων ευρώ.