Μεγαλώνουν, σπουδάζουν και κάνουν όνειρα να απλώσουν τα φτερά τους, μακριά από την πατρογονική εστία. Παίρνουν το πτυχίο τους κι όταν επιτέλους εργάζονται, θεωρούν ότι έχει έρθει η ώρα να κατοικήσουν στο δικό τους σπίτι.
Όταν όμως οι αριθμοί τους διαψεύδουν και το πρόσημα στον προϋπολογισμό είναι αρνητικό, τότε καταλήγουν στο συμπέρασμα που διαπιστώνει και η Eurostat. To 71,9% των Ελλήνων 18-34 ετών ζουν στο παιδικό τους δωμάτιο! Ένα ποσοστό που κατατάσσει τη χώρα μας, 2η στο σύνολο των χωρών της Ε.Ε.
Ας δούμε λοιπόν, με τη βοήθεια του κυρίου Θεμιστοκλή Μπάκα, Προέδρου του Πανελλήνιου Δικτύου E-real Estates, πως μεταφράζεται η στεγαστική κρίση -που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια- σε αριθμούς αλλά και γιατί συμβαίνει αυτό…Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία μας λέει…
- Το 45,5% των πολιτών στη χώρα μας, ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφελείας. Στη λίστα με τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά για το 2022, ακολουθεί η Βουλγαρία (19,9%), η Ρουμανία (18,4%), η Κροατία (15,7%) , όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε είναι 9,2% σύμφωνα με την Eurostat. Αξίζει να αναφέρουμε ότι η αύξηση κατά 9,1 μονάδων σε σχέση με το 2021 (36,4%), αντιστοιχεί σε περίπου 910.000 περισσότερα άτομα
- Το 74,2% των ενοικιαστών στη χώρα μας δαπανούν άνω του 40% του εισοδήματος για το κόστος στέγασης ,όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 21,2%
- Στο 72,8% η ιδιοκατοίκηση στην Ελλάδα, καταγράφοντας μείωση κατά 2,6 ποσοστιαίες μονάδες το χρονικό διάστημα 2019-2022. Η μείωση αυτή αντιστοιχεί σε 102.695 κατοικίες
- Οι Έλληνες, είχαν τον πέμπτο χαμηλότερο διαθέσιμο εισόδημα (9.520€) το 2022 στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά τη Βουλγαρία, τη Σλοβακία, τη Ρουμανία και την Ουγγαρία
- To 76,9% των ενοικιαστών, εφόσον πληρώσει τα έξοδα του σπιτιού, κάνει περικοπές στα βασικά αγαθά ή λαμβάνει οικονομική βοήθεια από τρίτους
Δεν μπορούν να πληρώσουν τις δόσεις του δανείου τους
Η στεγαστική κρίση, που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, αλλά και της πανδημίας, δεν είναι μια ανεξάρτητη έννοια. Είναι κρίκος της ίδιας αλυσίδας, στην οποία ανήκει και η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων και η οποία έχει υποχωρήσει σημαντικά, εξηγεί στο Flash.gr o κύριος Μπάκας…
«Η υποχώρηση της αγοραστικής δύναμης, περιορίζει τη ζήτηση για την αγορά κατοικίας. Σύμφωνα με νέα έρευνα, ο υψηλός πληθωρισμός και η ακρίβεια έχουν άμεσο αντίκτυπο στις καταναλωτικές συνήθειες τόσο των Ελλήνων αλλά και διεθνώς. Η Ελλάδα βρίσκεται πολύ υψηλά στις χώρες που δηλώνουν μείωση της αγοραστικής δύναμης και υψηλά ποσοστά ανησυχίας. Σύμφωνα με την Eurostat, για την τριετία 2019-2022 έχουμε τη δεύτερη μικρότερη αύξηση μισθών πανευρωπαϊκά. Χειρότερη είναι η Μάλτα με -2,4% και μετά εμείς με +1,7% και η Ισπανία με 3,8%.»
Σύμφωνα με έρευνα που έχει πραγματοποιήσει το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), η οικονομική κατάσταση της πλειονότητας των νοικοκυριών επιδεινώθηκε σημαντικά το 2023 κι αυτό αποτυπώθηκε και στην εξυπηρέτηση των στεγαστικών δανειακών τους υποχρεώσεων το τρέχον έτος. Συγκεκριμένα:
- Το 30,7% των νοικοκυριών δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε. Για αυτά τα νοικοκυριά ο μέσος όρος μείωσης ανήλθε στο 24,7%.
- 6 στα 10 νοικοκυριά (60,7%) δήλωσαν ότι το μηνιαίο εισόδημά τους δεν επαρκεί για όλον το μήνα. Το ποσοστό αυτό είναι το μεγαλύτερο που έχει καταγραφεί σε έρευνα εισοδήματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ από το 2018, έτος που περιλήφθηκε ο συγκεκριμένος δείκτης.
- Στο σύνολο των νοικοκυριών το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί μεσοσταθμικά για 23 ημέρες, ενώ για τα νοικοκυριά των οποίων το εισόδημα τελειώνει πριν από το τέλος του μήνα (60,7%), αυτό επαρκεί μεσοσταθμικά για 19 ημέρες.
- Πάνω από 8 στα 10 νοικοκυριά (81,1%) διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι έναντι 18,2% που πληρώνει ενοίκιο.
- Από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι το 22,6% έχει ενεργό στεγαστικό δάνειο. Από τα νοικοκυριά αυτά το 20% (18,7% το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του 2022) καταβάλλει τις δόσεις του δανείου συχνά με κάποια καθυστέρηση, ενώ το 10% (8,5% το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του 2022) έχει καθυστερημένες οφειλές για πάνω από 3 μήνες.Marek Studzinski / UnsplashMarek Studzinski / Unsplash
- Επιδεινωμένη είναι η εικόνα σε σχέση με την έρευνα του 2022 και ως προς τις εκτιμήσεις των νοικοκυριών αναφορικά με τη δυνατότητα εξυπηρέτησης των στεγαστικών δανειακών τους υποχρεώσεων το 2024. Συγκεκριμένα, από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι και έχουν στεγαστικό δάνειο, το 9% (8,6% το 2022) δήλωσε πως δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις, ενώ το 13,3% (12,9% το 2022) δήλωσε πως μάλλον δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις.
- Αυξημένος σε σχέση με το 2022 είναι ο φόβος των νοικοκυριών ότι μπορεί να απωλέσουν το σπίτι τους λόγω οφειλών. Ειδικότερα, το 15,3% (14,4% και 11,3% τα ποσοστά των ερευνών του 2022 και 2021, αντίστοιχα) των νοικοκυριών εξέφρασε τον φόβο απώλειας του ακινήτου λόγω αδυναμίας πληρωμής των υποχρεώσεων προς τις τράπεζες ή το Δημόσιο.
- Τέλος, το 5,6% των νοικοκυριών δήλωσε πως το 2023 υπέστη δέσμευση ή κατάσχεση λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων λόγω οφειλών, ποσοστό σημαντικά μεγαλύτερο σε σχέση με το 2022 (3,8%) και πολλαπλάσιο σε σχέση με το 2021 που ήταν 0,8%.
Έχουμε «αγγίξει» αυτό το σημείο, όπου το υψηλό κόστος στέγασης τους αφορά και τους επηρεάζει όλους, τονίζει ο Προέδρος του Πανελλήνιου Δικτύου E-real Estates…
«Απαιτείται να λάβουμε σοβαρά υπόψη και να κατανοήσουμε ότι το προσαυξημένο κόστος στέγασης δεν αφορά πλέον αποκλειστικά τα κατώτερα οικονομικά στρώματα που βρίσκονται κοντά στον κίνδυνο φτώχειας ή τα ευάλωτα οικονομικά νοικοκυριά ή μόνο τους νέους ηλικιακά. Πλήττει και άτομα των οποίων τα εισοδήματα είναι αφενός υψηλότερα, αφετέρου όμως, πολύ χαμηλά για να μπορούν να στεγαστούν υπό τις συνθήκες της ιδιωτικής αγοράς. Μη ξεχνάμε ότι η χώρα μας είναι από τις λίγες χώρες της Ε.Ε που δεν διαθέτει κοινωνικές κατοικίες (όχι εργατικές). Η κοινωνική κατοικία αντιπροσωπεύει μορφές παρεμβάσεων, κατασκευή, ρυθμιστικά μέτρα κλπ., της εθνικής κυβέρνησης ή/και των τοπικών αρχών στην αγορά κατοικίας προκειμένου να εξασφαλιστεί η πρόσβαση όλων.»