Όταν η Μεγάλη Βρετανία έδειξε πως δεν ήταν ανίκητη – Η σφαγή στο Αφγανιστάν
Το Αφγανιστάν είναι γνωστό ως η χώρα που στα εδάφη της «γονάτισαν» μεγάλες αυτοκρατορίες. Από τους Σοβιετικούς και τους Αμερικάνους μέχρι τη Βρετανική Αυτοκρατορία, όλοι όσοι επιχείρησαν να κατακτήσουν τα κακοτράχαλα αφγανικά εδάφη, έφυγαν με την... ουρά στα σκέλια.
Σαν σήμερα, 13 Ιανουαρίου, αλλά του μακρινού 1842, η παγκόσμια υπερδύναμη της Μεγάλης (τότε) Βρετανίας βίωσε την απόλυτη ταπείνωση καθώς οι στρατιώτες της σφαγιάστηκαν από πολεμιστές αφγανικών φυλών.
Η Βρετανία είχε εισβάλει στο Αφγανιστάν για να εμποδίσει τους Ρώσους να το χρησιμοποιήσουν ως βάση, από όπου θα μπορούσαν να απειλούν την Ινδία. Η κατάληψή του ήταν το εύκολο κομμάτι. Όταν, όμως, οι Βρετανοί έφτασαν στην Καμπούλ, οι ντόπιοι αντέδρασαν, με την αγανάκτησή τους να μετατρέπεται σε ανοιχτή εξέγερση, στα τέλη του 1841.
Οι Βρετανοί βλέποντας τα σκούρα να έρχονται, αποφάσισαν να υποχωρήσουν στο Τζαλαλαμπάντ, σε απόσταση περίπου 160 χιλιομέτρων, διασχίζοντας χιονισμένα βουνά μέσα στην καρδιά του χειμώνα. Η συγκεκριμένη απόφαση, όμως, έμελλε να είναι ο ορισμός του «δεν πήγε και πολύ καλά αυτό...»
Η βρετανική πλευρά διέθετε αυτή τη στιγμή 7.000 Βρετανούς και 4.000 Ινδούς στρατιώτες, καθώς και χιλιάδες αμάχους. Διοικητής τους ήταν ο 59χρονος σερ Γουίλιαμ Ελφινστόουν, ένας άνδρας που αποτελούσε τον ορισμό του «τζέντλεμαν» αλλά που αποδείχθηκε τραγικά αναποφάσιστος και αφελής. Πίστεψε τις υποσχέσεις των ντόπιων της περιοχής πως θα περνούσε από ασφαλή εδάφη, με αποτέλεσμα να «πάρει τον χρόνο» του για να τα διασχίσει. Εξαιτίας όμως αυτής της αργής υποχώρησης, οι αντίπαλοί του πρόλαβαν να οργανωθούν και να ετοιμάσουν τη θανάσιμη ενέδρα τους.
Μόλις οι Βρετανοί έφτασαν στο πέρασμα των συνόρων μεταξύ Καμπούλ και Τζαλαλαμπάντ, δέχτηκαν επίθεση από όλες τις πλευρές, με αποτέλεσμα να υποστούν χιλιάδες απώλειες.
Ο Ελφινστόουν κατέρρευσε και έμεινε να παρακολουθεί σιωπηλός την καταστροφή, μέχρι να πιαστεί αιχμάλωτος από τους Αφγανούς που τον πλησίασαν προσποιούμενοι πως ήταν διαμεσολαβητές για το τέλος των εχθροπραξιών.
Πώς έπεσε ηρωικά το 44ο Σύνταγμα Πεζικού
Η ήττα των Βρετανών ήταν συντριπτική. Όσοι επιβίωσαν από τη μάχη είτε πέθαναν από το κρύο είτε αυτοκτόνησαν. Έπειτα από έξι μέρες, η στρατιά είχε σχεδόν εξ ολοκλήρου αποδεκατιστεί. Μέχρι τις 13 Ιανουαρίου, η μεγαλύτερη ομάδα που εξακολουθούσε να έχει κάποια συνοχή αποτελούνταν από περίπου 65 Βρετανούς αξιωματικούς και άνδρες από το 44ο Σύνταγμα Πεζικού.
Έμελλε να δώσουν την τελική τους μάχη στο χωριό Γκάνταμακ. Όταν οι Αφγανοί τους ζήτησαν να παραδοθούν, ένας Βρετανός λοχίας φώναξε: «Διάβολε, αυτό αποκλείεται!».
Η μάχη ήταν άνιση αλλά το θάρρος των -ανίκητων μέχρι τότε- Βρετανών περίσσευε. Όταν τους τελείωσαν τα πυρομαχικά, ξεθηκάρωσαν τα σπαθιά τους και όταν και αυτά δεν άντεξαν, πάλεψαν με τις γροθιές τους, μέχρι που οι Αφγανοί τους κατέβαλαν αριθμητικά. Ένας λοχαγός τυλίχτηκε με το λάβαρο του συντάγματος και χάρη σε αυτή την αμφίεση τον έπιασαν αιχμάλωτο. Οι υπόλοιποι σφαγιάστηκαν.
Την επόμενη μέρα, ένα και μοναδικό άτομο κατάφερε να φτάσει στο Τζαλαλαμπάντ, ο στρατιωτικός χειρουργός Γουίλιαμ Μπράιντον. Από την αρχή της βρετανικής εκστρατείας, οι υπόλοιποι 16.500 Βρετανοί στρατιώτες, 12.000 Αφγανοί βοηθοί και 3.000 γυναίκες και παιδιά σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι μερικοί ακόμα αιχμάλωτοι, ενώ λίγοι Ινδοί στρατιώτες κατάφεραν να επιβιώσουν της τρομακτικής διαδικασίας στα βουνά. Η Βρετανική Αυτοκρατορία δεν ήταν άτρωτη.
Αυτή η συντριπτική ήττα πλήγωσε τόσο πολύ τον εγωισμό των Βρετανών, που δεν μπορούσαν να το... χωνέψουν. Είναι χαρακτηριστικό πως 43 χρόνια αργότερα, το 1885 έκαναν και άλλη προσπάθεια να κατακτήσουν το Αφγανιστάν. Κατά τον δεύτερο Αγγλοαφγανικό Πόλεμο, κατάφεραν να κερδίσουν προσωρινά πέντε επαρχίες της χώρας, πριν γίνει και δεύτερη σφαγή, αυτή τη φορά στη βρετανική πρεσβεία της Καμπούλ. Τελικά, ο βρετανικός στρατός αποσύρθηκε ηττημένος και κατακερματισμένος.