Εσύ το ήξερες; Γιατί μετά το φαγητό θες να φας και κάτι γλυκό
Το σώμα μας είναι σαν ένας περίπλοκος υπολογιστής που λειτουργεί με σήματα, αυτά τα σήματα έρχονται από το στομάχι, το έντερο και τις ορμόνες.
Μήπως νιώθετε πως το στομάχι σας παίζει παιχνίδια μαζί σας; Εκεί που υποτίθεται πως χορτάσατε και έχετε αφήσει το πιρούνι στην άκρη, ξαφνικά η ιδέα ενός «κάτι νόστιμου ή γλυκού» γίνεται ακαταμάχητη. Δεν είστε μόνοι! Το μυαλό και το σώμα μας έχουν τρόπους να μας ξεγελούν – μερικές φορές λόγω φυσιολογίας, άλλες φορές λόγω συναισθημάτων. Ας ρίξουμε μια πιο παιχνιδιάρικη ματιά στα μυστήρια πίσω από την ανεξήγητη λαχτάρα για σνακ, ακόμα κι όταν η πείνα έχει «πάει για ύπνο».
Το σώμα μας είναι σαν ένας περίπλοκος υπολογιστής που λειτουργεί με σήματα. Αυτά τα σήματα – από το στομάχι, το έντερο και τις ορμόνες – λένε στον εγκέφαλό μας πότε πρέπει να σταματήσουμε να τρώμε. Όμως, κάποιες φορές, αυτός ο μηχανισμός φαίνεται να... αποσυντονίζεται!
Αμερικανικές μελέτες έχουν αποκαλύψει ότι η αίσθηση κορεσμού δεν εξαρτάται μόνο από το στομάχι αλλά και από το έντερο. Όταν αυτά γεμίζουν, στέλνουν μηνύματα στον εγκέφαλο λέγοντας: «Φτάνει, είμαστε πλήρεις!». Παρ’ όλα αυτά, αν η διατροφή μας είναι φτωχή σε πρωτεΐνες ή υγιεινά λιπαρά, μπορεί να αισθανθούμε «γεμάτοι» σε όγκο αλλά άδειοι σε θρεπτικά συστατικά. Το αποτέλεσμα; Η επιστροφή της επιθυμίας για τσιμπολόγημα.
Ορμόνες κορεσμού και διαχείρισης ενέργειας
Οι μικροί «αρχιτέκτονες» της όρεξής μας, όπως η χολοκυστοκινίνη, το πεπτίδιο YY και το GLP-1, ενεργοποιούνται όταν τα θρεπτικά συστατικά έρχονται σε επαφή με ειδικούς υποδοχείς στο γαστρεντερικό μας σύστημα. Αυτές οι ορμόνες όχι μόνο βοηθούν στον έλεγχο της όρεξης, αλλά και συμμετέχουν στην επεξεργασία της τροφής.
Από την άλλη, η λεπτίνη, μια ορμόνη που εκκρίνεται από τα λιποκύτταρα, λειτουργεί ως φύλακας της μακροπρόθεσμης ενεργειακής ισορροπίας. Όσο μεγαλύτερη είναι η ποσότητα του λιπώδους ιστού, τόσο υψηλότερο είναι και το επίπεδο της λεπτίνης. Ωστόσο, σε περιπτώσεις υπέρβαρου, μπορεί να εμφανιστεί αντίσταση στη λεπτίνη, μειώνοντας την ικανότητά της να σηματοδοτεί κορεσμό.
Γιατί η λαχτάρα για κάτι νόστιμο επιμένει;
Καθώς απολαμβάνετε το φαγητό σας, ο εγκέφαλος «διαβάζει» τα σήματα από το σώμα σας για να καθορίσει πότε να σταματήσει. Όμως, αν η διατροφή σας δεν είναι ισορροπημένη – για παράδειγμα, αν λείπουν οι απαραίτητες πρωτεΐνες ή τα υγιεινά λίπη – το σώμα μπορεί να αισθανθεί ότι έχει γεμίσει, αλλά όχι ότι έχει λάβει τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται. Το αποτέλεσμα; Η επιθυμία για σνακ επιστρέφει δριμύτερη!
Ακόμη όμως και με μια καλά σχεδιασμένη διατροφή, η λαχτάρα για γλυκά ή σνακ μπορεί να κρύβει συναισθηματικές αιτίες.
Όταν το φαγητό γίνεται παρηγοριά
Η επιθυμία για κάτι νόστιμο πολλές φορές ξεκινά από την καρδιά και όχι από το στομάχι. Πλήξη, στρες, μοναξιά ή ακόμα και άγχος μπορούν να μας οδηγήσουν στο φαγητό ως έναν τρόπο παρηγοριάς. Αυτή η συνήθεια, αν επαναλαμβάνεται, γίνεται αυτοματοποιημένη αντίδραση σε κάθε δύσκολη στιγμή.
Ο συναισθηματικός αντίκτυπος στον κορεσμό
Έρευνες δείχνουν ότι καταστάσεις όπως η κατάθλιψη, οι αγχώδεις διαταραχές ή το μετατραυματικό στρες (PTSD) μπορούν να οδηγήσουν σε διατροφικές διαταραχές. Οι αλλαγές στις ορμόνες, όπως η κορτιζόλη – γνωστή και ως «ορμόνη του στρες» – αυξάνουν την επιθυμία για τροφές υψηλής θερμιδικής αξίας.
Επιπλέον, τραυματικές εμπειρίες κατά την παιδική ηλικία, όπως η συναισθηματική αστάθεια ή η έλλειψη φροντίδας, ενδέχεται να αυξήσουν την πιθανότητα ανάπτυξης συναισθηματικής υπερφαγίας στην ενήλικη ζωή.