Άσκηση ή φαγητό: Μελέτη ανοίγει τον δρόμο για νέα φάρμακα που θα μας στέλνουν στο γυμναστήριο
Η ανακάλυψη της δράσης μιας νέας σχετικά νευροδιαβιβαστικής ουσίας ανοίγει τον δρόμο για νέα φάρμακα για την προώθηση της άσκησης και τη μείωση της υπερφαγίας.
Ερευνητές από το ETH της Ζυρίχης βρήκαν ότι το σύστημα της ορεξίνης, μιας από τις νευροδιαβιβαστικές ουσίες του εγκεφάλου, παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιλογή μεταξύ άσκησης και φαγητού. Με πειράματα σε ποντίκια διαπίστωσαν ότι όταν το σύστημα της ορεξίνης λειτουργεί κανονικά, τα πειραματόζωα επέλεγαν την άσκηση σε μεγαλύτερο βαθμό.
Η ανακάλυψη αυτή ανοίγει τον δρόμο για νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις της παχυσαρκίας. Κατανοώντας την επίδραση της ορεξίνης στον μηχανισμό λήψης αποφάσεων τύπου «άσκηση ή φαγητό», μπορούν να αναπτυχθούν νέα φάρμακα που θα στοχεύσουν στην αλλαγή του καθιστικού τρόπου ζωής.
Μέχρι τώρα, ήταν άγνωστο πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις αυτού του τύπου στον εγκέφαλο και ποιες νευροδιαβιβαστικές ουσίες εμπλέκονται. Δεδομένων των ομοιοτήτων στους εγκεφάλους ποντικιών και ανθρώπων, είναι πολύ πιθανό το σύστημα της ορεξίνης να έχει την ίδια λειτουργία και στους ανθρώπους.
«Κατά τα φαινόμενα, υπάρχουν άνθρωποι που έχουν καταφέρει να κάνουν την άσκηση τρόπο ζωής και να αποφεύγουν τους γευστικούς πειρασμούς», λέει ο Denis Burdakov, καθηγητής Νευροεπιστήμης στο ETH της Ζυρίχης. «Αυτό που θέλουμε να ξέρουμε είναι τι ακριβώς είναι αυτό που συμβάλλει στη λήψη τέτοιων αποφάσεων», προσθέτει.
Με τα πειράματά τους στα ποντίκια, οι ερευνητές κατόρθωσαν να ταυτοποιήσουν το σύστημα της ορεξίνης μεταξύ περίπου 100 νευροδιαβιβαστικών ουσιών που δρουν στον εγκέφαλο. Κάποιες από αυτές, όπως η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη, είναι γνωστές εδώ και δεκαετίες και ο ρόλος τους έχει αποσαφηνιστεί.
Ο ρόλος της ντοπαμίνης, για παράδειγμα, είναι η λήψη συγκεκριμένων αποφάσεων και η αποφυγή άλλων. Το σύστημά της είναι σημαντικό για τη γενικότερη παρακίνηση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι παίζει ρόλο στις αποφάσεις τύπου άσκηση ή φαγητό, καθώς εκκρίνεται και στις δύο περιπτώσεις.
Η κατάσταση με την ορεξίνη είναι διαφορετική. Οι επιστήμονες την ανακάλυψαν πριν 25 χρόνια και τώρα μελετάται ο ρόλος της. Για να γίνει αυτό, μελέτησαν τη συμπεριφορά δύο διαφορετικών ομάδων ποντικιών: στη μία ομάδα ποντικιών το σύστημα ορεξίνης
λειτουργούσε κανονικά και στην άλλη ήταν απενεργοποιημένο.
Κατά τη διάρκεια των πειραμάτων παρατηρήθηκε ότι τα ποντίκια με το λειτουργικό σύστημα ορεξίνης περνούσαν διπλάσιο χρόνο στον τροχό τρεξίματος και τον μισό χρόνο απολαμβάνοντας ένα μιλκσέικ φράουλα, σε σχέση με τα ποντίκια που είχαν απενεργοποιημένο σύστημα ορεξίνης. Επιπλέον, όταν μόνο η μία επιλογή ήταν διαθέσιμη, η συμπεριφορά των ποντικιών ήταν η ίδια.
Η Daria Peleg-Raibstein από το ETH Zurich, που συμμετείχε στην έρευνα, εξηγεί ότι «αυτό που μένει είναι να επαληθευτούν τα πειράματα στους ανθρώπους». Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να γίνουν μελέτες σε άτομα που έχουν εκ φύσεως μπλοκαρισμένο το σύστημα της ορεξίνης, κάτι που συναντάται σε έναν στους δύο χιλιάδες ανθρώπους. Καθώς αυτοί οι ασθενείς υποφέρουν από ναρκοληψία, μία πιθανότητα είναι να εξεταστούν τα φάρμακα που έχουν εγκριθεί για όσους υποφέρουν από αϋπνίες.