Άνοια: Τρεις παράγοντες διπλασιάζουν τον κίνδυνο - Μπορούμε να τους αλλάξουμε
Διαβήτης, ατμοσφαιρική ρύπανση και αλκοόλ ενδεχομένως να αποτελούν τους ισχυρότερους παράγοντες κινδύνου -με έως και διπλάσια επίδραση- για την εμφάνιση άνοιας, ισχυρίζεται μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Communications.
Οι ερευνητές μελέτησαν ευρήματα απεικονιστικών εξετάσεων από 40.000 Βρετανούς ηλικίας 44-82 ετών, για να εντοπίσουν πιθανές αλλαγές σε συγκεκριμένες περιοχές από 161 τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου για άνοια που διέκριναν σε 15 κατηγορίες: αρτηριακή πίεση, χοληστερόλη, διαβήτης, βάρος, κατανάλωση αλκοόλ, κάπνισμα, κατάθλιψη, φλεγμονή, ρύπανση, ακοή, ύπνος, κοινωνικοποίηση, διατροφή, σωματική δραστηριότητα και εκπαίδευση.
Οι περιοχές που ενδιέφεραν τους ερευνητές αφορούσαν ένα συγκεκριμένο σημείο του εγκεφάλου με μεγάλη ευαισθησία (weak spot), το οποίο αναπτύσσεται μετά την εφηβεία, αρχίζει να εξασθενεί νωρίτερα κατά την τρίτη ηλικία και είναι ιδιαίτερα ευάλωτο στη νόσο Αλτσχάιμερ και τη σχιζοφρένεια, όπως είχε δείξει προηγούμενη έρευνά τους.
«Γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένας σχηματισμός στον εγκέφαλο, όπου ο εκφυλισμός λόγω γήρανσης ξεκινά νωρίτερα και στη νέα μελέτη μας δείξαμε ότι αυτά τα τμήματα του εγκεφάλου είναι πιο ευάλωτα στον διαβήτη, στην ατμοσφαιρική ρύπανση από ρύπους οχημάτων -ένας αυξανόμενος παράγοντας κινδύνου για άνοια- και στο αλκοόλ, σε σχέση με τους υπόλοιπους κοινούς παράγοντες κινδύνου για την άνοια», δήλωσε η Gwenaëlle Douaud, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και επικεφαλής της μελέτης.
Αμέσως μετά τους τρεις παράγοντες, ακολούθησαν σε βαρύτητα ο ύπνος, το βάρος, το κάπνισμα και η αρτηριακή πίεση.
Οι ερευνητές εντόπισαν επιπλέον επτά γενετικές ομάδες που επηρεάζουν αυτές τις ευαίσθητες περιοχές του εγκεφάλου, ορισμένες από τις οποίες σχετίζονται επίσης με τις νόσους Πάρκινσον και Αλτσχάιμερ.
«Στην πραγματικότητα, δύο από τις επτά γενετικές ομάδες εντοπίζονται σε αυτήν τη συγκεκριμένη περιοχή που περιέχει τα γονίδια του συστήματος ομάδων αίματος XG», σχολίασε ο Lloyd Elliott από το Πανεπιστήμιο Simon Fraser του Καναδά και εκ των συγγραφέων της μελέτης. Το σύστημα ομάδων αίματος XG ανακαλύφθηκε το 1962 και συνέβαλε στη χαρτογράφηση του χρωµοσώµατος Χ.