Πρέπει να κάνουμε διάλογο με την Τουρκία;
«Η ελπίδα μας είναι να ξεκινήσει μια νέα εποχή. Όπως λέω πάντα: «Προσπαθούμε να αυξήσουμε τους φίλους και να μειώσουμε τους εχθρούς.» Με την δήλωση αυτή ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν , είναι σαφές ότι προσπαθεί να «βελτιώσει» το κλίμα, ενόψει της συνάντησης την Πέμπτη στην Αθήνα .
Είναι σαφές ότι ο Τούρκος πρόεδρος, επιδιώκει να εμφανισθεί και προς την Αθήνα αλλά και στην Ευρωπαϊκή κυρίως (και δευτερευόντως στην αμερικανική) κοινή γνώμη, πως δεν επιδιώκει καμμιά όξυνση και πως γενικώς είναι υπέρ των φιλικών σχέσεων με όλους. Πόσο μάλλον όπως λέει χαρακτηριστικά «δεν είναι σωστό για δύο χώρες, που είναι τόσο κοντά σε απόσταση και τόσο αλληλένδετες στο παρελθόν τους, να εξακολουθούν να βαδίζουν με φωνές που τροφοδοτούν την εχθρότητα».
Αν κανείς δει τις δηλώσεις αυτές του Τούρκου προέδρου καθώς και το «στην Αθήνα θα πάμε με προσέγγιση kazan kazan» (win-win), όπως είπε, ξεκομμένες από το πρόσφατο παρελθόν και δηλώσεις του ιδίου όσο και πολλών Τούρκων αξιωματούχων, πραγματικά θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα αισιόδοξος για το μέλλον των σχέσεων των δυο χωρών. Είναι όμως έτσι στην πραγματικότητα;
Δυστυχώς όχι. Ο Τούρκος πρόεδρος μας έχει συνηθίσει να κινείται στις δηλώσεις του με την λογική του εκκρεμούς. Ανάλογα με ότι (θεωρεί πως) βολεύει την Τουρκία την συγκεκριμένη στιγμή. Η τακτική βέβαια αυτή δεν είναι προνόμιο του Ερντογάν, αλλά είναι μια συνήθεια του Τουρκικού κράτους και της διπλωματίας της γειτονικής χώρας, που απλώς ο Τούρκος πρόεδρος την έχει αναγάγει τα τελευταία χρόνια σε βασική κυβερνητική τακτική.
Σήμερα, η Τουρκία αντιμετωπίζει δυο μεγάλα προβλήματα. Το ένα είναι πως έχει «σπάσει» τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και με μεγάλο μέρος της Δύσης και το δεύτερο πως είναι σχεδόν αδύνατο, μέσα στον επόμενο χρόνο να αντιμετωπίσει τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα της χώρας. Το τελευταίο εξάλλου δεν μπορεί να γίνει χωρίς καλές σχέσεις με την Δύση. Αλληλένδετα ζητήματα.
Έτσι, τώρα, με αφορμή την συνάντηση στην Αθήνα επιδιώκει «να δείξει ένα άλλο πρόσωπο στην Δύση. Του ανθρώπου που συζητά με γείτονες, που δεν έχει επιθετικότητα που είναι έτοιμος για συμβιβασμούς.
Το αν και τι θα κερδίσει, είναι ζητούμενο. Οι προοπτικές για τους στόχους του δεν είναι πολύ ευοίωνες. Εξάλλου, αυτή την φορά η επίθεση στις ΗΠΑ δεν φαίνεται να φέρνει τα αποτελέσματα που έφερνε συνήθως, δηλαδή την αμερικανική αναδίπλωση και την ικανοποίηση, μερικώς έστω, των αιτημάτων της Αγκύρας.
Βέβαια, δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνάμε την γεωστρατηγική θέση της Τουρκίας που ενισχύεται όσο η Ρωσία αυξάνει την απόσταση της από την Δύση. Όμως και αυτό δεν είναι πανάκια. Ιδίως με την στάση που κρατά σε μια σειρά από κρίσιμα για τις ΗΠΑ ζητήματα η Τουρκία, όπως το Ουκρανικό, η σύγκρουση στην Μ Ανατολή αλλά και το Κουρδικό.
Ο κ Ερντογάν παίζει και πάλι το παιχνίδι των γρίφων στην μεγάλη γεωπολιτική σκακιέρα και αυτή την φορά χρησιμοποιεί την συνάντηση στην Αθήνα, πιθανόν για να αποπροσανατολίσει τον «αντίπαλο». Αν θα του βγει είναι ένα άλλο ζήτημα.
Όλη αυτή η Τουρκική στρατηγική και τακτική, δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να επηρεάσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Δεν πρέπει η Αθήνα να αρνηθεί διάλογο. Διάλογο για τα πρώτα μικρά βήματα συνεργασίας που εύκολα μπορούν να προχωρήσουν αλλά και για τα μεγαλύτερα με βάσει το διεθνές δίκαιο. Αυτά τα τελευταία δεν είναι όχι εύκολο να λυθούν (με δεδομένες και τις Τουρκικές απόψεις) αλλά ίσως να μη είναι καν στις προθέσεις της άλλης πλευράς να υπάρξει λύση τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να συζητάμε.
Οι φωνές κατά της επίσκεψης Ερντογάν και κατά των συζητήσεων με την Τουρκία, δεν έχουν καμμιά λογική, παρά μόνον ίσως την ικανοποίηση ενός κοινού με «εθνικιστικά αντανακλαστικά», ενός κοινού που δεν υπάρχει μόνον σε ένα μέρος της δεξιάς αλλά επεκτείνεται σε πολλούς ακόμα πολιτικούς χώρους.
Η συζήτηση, όταν μπορείς στο τραπέζι, να βάλεις αρχές, δεδομένα και κόκκινες γραμμές, δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.
ptroupiotis@yahoo.gr