Ντέιβιντ Φούλερ: Το «τέρας του νεκροτομείου» σκότωσε, βίασε και έμεινε ατιμώρητο για 30 χρόνια
Η συγκλονιστική ιστορία του νεκρόφιλου «της διπλανής πόρτας» που αποδείχτηκε ένα από τα πιο διεστραμμένα μυαλά στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Στις 3 Δεκεμβρίου 2020, ο ηλεκτρολόγος στο επάγγελμα Ντέιβιντ Φούλερ, από το Ανατολικό Σάσεξ, συνελήφθη για τους φόνους της Γουέντι Νελ και της Καρολάιν Πιρς που έγιναν 33 χρόνια πριν, το μακρινό 1987. Η πρόοδος των ιατροδικαστικών τεχνικών και κυρίως της ανάλυσης του DNA έκαναν δυνατή την ταυτοποίησή του έστω και μετά από τόσα χρόνια. Οι φόνοι, όμως, δεν ήταν τα μοναδικά εγκλήματά του.
Οι φόνοι των δύο γυναικών
Στις 23 Ιουνίου 1987, η 25χρονη Γουέντι Νελ δεν πήγε στη δουλειά της. Ο εργοδότης της την αναζήτησε επικοινωνώντας με τον σύντροφό της, Ιαν. Όταν ο τελευταίος πήγε στο σπίτι της Νελ, τη βρήκε νεκρή και γυμνή πάνω στο κρεβάτι. Η Νελ είχε στραγγαλιστεί και βιαστεί. Η Νελ είχε χωρίσει από τον πρώτο της σύζυγο και ήθελε να ξαναφτιάξει τη ζωή της, να κάνει οικογένεια και παιδιά.
Το σπίτι της Νελ ήταν ισόγειο και το απόγευμα του φόνου είχε αφήσει το παράθυρο ανοιχτό, γιατί το χερούλι είχε βαφτεί. Πήγε στη δουλειά της, σε ένα τοπικό φωτογραφείο, και το βράδυ της 22ας Ιουνίου, ο φίλος της τη γύρισε σπίτι περί τις 11:15. Χωρίς να το καταλάβει κανείς, η Γουέντι Νελ χτυπήθηκε αλύπητα από κάποιον εισβολέα, βιάστηκε και στραγγαλίστηκε. Όταν την βρήκαν την επόμενη μέρα, το δωμάτιό της ήταν γεμάτο αίματα.
Μερικούς μήνες αργότερα, το βράδυ της 24ης Νοεμβρίου 1987, η εικοσάχρονη Καρολάιν Πιρς εξαφανίστηκε. Το πτώμα της βρέθηκε κατά τύχη τρεις εβδομάδες μετά, 40 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι της. Ήταν πεταγμένο σε ένα χαντάκι, σχεδόν γυμνό. Ο φόνος συσχετίστηκε αμέσως με αυτόν της Γουέντι Νελ, καθώς οι πληγές των θυμάτων ήταν περίπου ίδιες.
Η έρευνα για τον Φούλερ
Ένα περίεργο συμβάν 24 ώρες πριν τον φόνο της Νελ ήταν η αφετηρία των ερευνών που θα διαρκούσαν χρόνια. Στις 21 Ιουνίου 1987, μία 19χρονη που έμενε 50 μέτρα μακριά από τη Νελ ανέφερε ότι ένας άγνωστος της χτύπησε το κουδούνι και της είπε: «Δεν πρέπει να αφήνεις το παράθυρο ανοιχτό, ειδικά στο υπνοδωμάτιο». Και μετά έφυγε. Η νεαρή γυναίκα έδωσε μια αναλυτική περιγραφή του άγνωστου άντρα.
Μια άλλη μαρτυρία για την ημέρα που δολοφονήθηκε η Νελ προήλθε από έναν γείτονα που είδε έναν ύποπτο άντρα να προσπαθεί να δει μέσα στο σπίτι που βρίσκεται απέναντι. Το ίδιο βράδυ άλλοι κάτοικοι της περιοχής είπαν ότι στις 12:30 είδαν έναν «ματάκια» να περιφέρεται στην περιοχή και ένα αυτοκίνητο, ένα μπλε Talbot Horizon, να είναι παρκαρισμένο έξω από το σπίτι της Νελ. Κάτι που επίσης κίνησε το ενδιαφέρον των ερευνητών ήταν ότι η Νελ ήταν μοντελίστρια τρένων και επισκεπτόταν τακτικά ένα κατάστημα μεταχειρισμένων ειδών για να αγοράσει συλλεκτικά τρενάκια. Κανένα από αυτά δεν βρέθηκε στο σπίτι της και οι ερευνητές έσπευσαν να βρουν ποιος μπορεί να έχει τα τρενάκια.
Ο δράστης άφησε πολλά δείγματα αίματος, ένα δακτυλικό αποτύπωμα σε μια τσάντα, ένα αποτύπωμα του ποδιού του σε μια λευκή μπλούζα. Ίχνη σπέρματος βρέθηκαν στο καλσόν της και δείγμα σάλιου σε διάφορα αντικείμενα. Ωστόσο, οι τεχνικές ανάλυσης του DNA ήταν σε πολύ πρώιμο στάδιο και οι αστυνομικοί φύλαξαν τα δείγματα για μελλοντική ανάλυση.
Η υπόθεση μπήκε στο αρχείο μέχρι το 1999 που οι αναλύσεις DNA ήταν ακριβέστερες. Οι αστυνομικοί ανέλυσαν το DNA που βρέθηκε στο σπίτι της Νελ αλλά δεν μπόρεσαν να ταυτοποιήσουν τον δράστη μέσα από τη βάση δεδομένων της υπηρεσίας. Έτσι έγινε αντιληπτό ότι ο δράστης μάλλον δεν είχε συλληφθεί ποτέ και το DNA του δεν είχε περαστεί στη βάση. Καμία άλλη εξέλιξη δεν υπήρξε στην υπόθεση των δύο φόνων μέχρι το 2007. Τότε, η ανάλυση των δειγμάτων των δύο υποθέσεων της Νελ και της Πιρς έδειξε ότι ο δράστης ήταν ο ίδιος. Όμως τίποτα παραπάνω.
Το 2019, οι ερευνητές ξανάνοιξαν την υπόθεση. Μια νέα μέθοδος ανάλυσης DNA χρησιμοποιείτο από τους ιατροδικαστές. Αντί για ταύτιση του δράστη, οι αρχές μπορούσαν να ταυτοποιήσουν την οικογένειά του. Αυτό βοήθησε τους αστυνομικούς να κάνουν έναν νέο γύρο ερευνών και να περιορίσουν τα 6,5 εκατομμύρια προφίλ στη βάση της αστυνομίας σε έναν λογικό αριθμό και στο τέλος να βρουν τον δράστη. Υποπτευόμενοι μάλιστα ότι ο δολοφόνος ήταν κάτοικος της περιοχής, η λίστα μίκρυνε ακόμα περισσότερο.
Μελετώντας και το οικογενειακό δέντρο του Φούλερ, κατέληξαν σε έναν συγγενή, τον 63χρονο Ντέιβιντ Φούλερ. Στα τέλη Νοεμβρίου του 2020, ο Φούλερ συνελήφθη στο σπίτι του, το οποίο ήταν εξοπλισμένο με αρκετές κάμερες παρακολούθησης. Ο Φούλερ αρνήθηκε τα πάντα, κάτι που έκανε τους αστυνομικούς να ψάξουν ακόμα περισσότερο, παρατηρώντας ότι ο Φούλερ κατέγραφε τη ζωή του με μεγάλη λεπτομέρεια. Σε μία φωτογραφία είχε τα πόδια ψηλά και φαίνονταν οι μπότες με τις οποίες είχε πατήσει τη λευκή μπλούζα της Νελ.
Ο «άνθρωπος της διπλανής πόρτας»
Αυτή όμως η ανακάλυψη δεν ήταν τίποτα σε σύγκριση με την επόμενη. Κατά τα φαινόμενα, ο Φούλερ ζούσε μια ήσυχη ζωή εργαζόμενος σε διάφορα νοσοκομεία, αλλά με το πάσο που είχε ως ηλεκτρολόγος, είχε ελεύθερη πρόσβαση σε νεκροτομεία, όπου έμπαινε και βίαζε νεκρές γυναίκες. Ο αριθμός των θυμάτων ήταν πάνω από 100, από μικρά κορίτσια μέχρι ηλικιωμένες γυναίκες. Απόδειξη της διεστραμμένης και εγκληματικής του φύσης ήταν τα βίντεο που τραβούσε ο ίδιος κατά τη διάρκεια του βιασμού. Ο Φούλερ είχε δεκάδες σκληρούς δίσκους, κάρτες μνήμης, 30 κινητά τηλέφωνα και μία κρύπτη σε ένα ντουλάπι όπου βρέθηκαν τέσσερις ακόμα σκληροί δίσκοι. Σε αυτούς, οι ερευνητές βρήκαν βίντεο από την αποτρόπαια δράση του Φούλερ στα νεκροτομεία.
Ο Νόελ ΜακΧιου περιγράφει την ημέρα: «Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Οι σκέψεις μου ήταν στη Γούντι Νελ και την Καρολάιν Πιρς, που έμειναν 33 χρόνια χωρίς απόδοση δικαιοσύνης. Και τώρα άλλες οικογένειες βρήκαν ότι οι αγαπημένοι τους [Οι νεκρές που είχαν βιαστεί] που θα έπρεπε να είναι ασφαλείς, είχαν υποφέρει στα χέρια του Φούλερ».
Συγκρίνοντας τα μεταδεδομένα των βίντεο με τα ονόματα των νεκρών στα διάφορα νεκροτομεία που εργαζόταν ο Φούλερ μπόρεσαν να βρουν ποιοι νεκροί υπέστησαν σεξουαλική κακοποίηση. Μάλιστα ο Φούλερ είχε και ένα βιβλιαράκι στο οποίο κατέγραφε τα ονόματα μερικών από τα θύματά του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο σπίτι του Φούλερ βρέθηκαν και χιλιάδες φωτογραφίες και βίντεο από σεξουαλική κακοποίηση παιδιών. Και όλα αυτά από έναν άνθρωπο που οι συνάδελφοί του τον περιέγραψαν ως πολύ εξυπηρετικό και άλλαζε τις λάμπες με χαμόγελο.
Η εκτίμηση των ειδικών ψυχολόγων
Ο Δρ Ρίτσαρντ Μπάντκοκ που μελέτησε τον Φούλερ ανέφερε ότι ήταν μια κλασική περίπτωση σαδομαζοχισμού. Ο Φούλερ δεν μπορούσε να διαχειριστεί τα δικά του προβλήματα παρά μόνο όταν επιδιδόταν σε χειριστική συμπεριφορά. Ο Μπάντκοκ πιστεύει ότι τα εγκλήματά του ξεκίνησαν από την ηδονοβλεψία και εξελίχθηκαν σε φόνο και νεκροφιλία. «Αν και κάνεις κάτι εξαιρετικά ακραίο, μπορεί να αισθάνεσαι ζωντανός μόνο τη στιγμή που το κάνεις».
Η δίκη του Ντέιβιντ Φούλερ
Λίγη σημασία έχει, αλλά στις 21 Ιανουαρίου 2021 ο Φούλερ δήλωσε «αθώος» για τους δύο φόνους. Σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, στις 25 Οκτωβρίου άλλαξε υπερασπιστική γραμμή και δήλωσε ένοχος για τους δυο φόνους, ελπίζοντας ότι θα του αναγνωριστεί το ελαφρυντικό του μειωμένου καταλογισμού.
Ο Ντέιβιντ Φούλερ τελικά καταδικάστηκε σε ισόβια για τους δύο φόνους και αργότερα σε επιπλέον 16 χρόνια για την κακοποίηση των νεκρών. Η οικογένεια της 100χρονης γυναίκας είπε ότι «θα πρέπει να ζουν με αυτή [την ανάμνηση] για το υπόλοιπο της ζωής τους».