ΔΝΤ: «Βγάζει το καπέλο» στην ελληνική οικονομία - Σύσταση για το Δημόσιο
Τις θετικές εκτιμήσεις και τα εύσημα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας δίνει μέσω έκθεσής του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην Ελλάδα. Όπως αναφέρει ο διεθνής οργανισμός, τόσο το ΑΕΠ όσο και το χρέος επανήλθαν σε προ πανδημίας επίπεδα, ενώ παράλληλα τονίζει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας βρίσκεται στο 2,5% για το 2023 ενώ για το 2024 προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης στο 2%.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση, φαίνεται πως οι ελληνικές προοπτικές για την οικονομία έχουν βελτιωθεί καθώς το χρέος μειώνεται ως αναλογία του ΑΕΠ κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα. Ταυτόχρονα υπάρχουν θετικά σχόλια για το νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Αντιθέτως, όσον αφορά στις μισθολογικές διεκδικήσεις στο Δημόσιο και στους συνταξιούχους προτείνει μείωση.
ΑΕΠ και ιδιωτική κατανάλωση
Τη σημασία της ιδιωτικής κατανάλωσης για στήριξη του ΑΕΠ αναφέρει η έκθεση συμπληρώνοντας ότι ενισχύθηκε λόγω της αύξησης των πραγματικών μισθών και της σταδιακής μείωσης των υπερβολικών αποταμιεύσεων των νοικοκυριών που προκλήθηκαν από την πανδημία. Παράλληλα, το ΔΝΤ αποτιμά θετικά τις επενδύσεις που έγιναν στη χώρα μας αλλά και το ποσοστό ανεργίας, το οποίο μειώθηκε στο 10% τον Σεπτέμβριο.
Δίνεται ακόμη έμφαση στη συνεχή πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες λειτούργησαν ήδη θετικά στην αγορά. Η αύξηση των επενδύσεων παρέμεινε ισχυρή λόγω και του Ταμείου Ανάκαμψης. Οι δείκτες κλίματος υποδηλώνουν ότι η συνολική οικονομική δυναμική παρέμεινε ισχυρή το τρίτο τρίμηνο παρά μια σειρά από φυσικές καταστροφές (πυρκαγιές και πλημμύρες).
Εν μέσω αύξησης των εσόδων, η διατήρηση πρωτογενούς πλεονάσματος περίπου 2% μεσοπρόθεσμα θα βελτιώσει περαιτέρω τη βιωσιμότητα του χρέους, παρέχοντας παράλληλα πρόσθετο χώρο για δημόσιες επενδύσεις και κρίσιμες κοινωνικές δαπάνες. Αυτό θα συμβάλλει στη μείωση του μεγάλου επενδυτικού χάσματος της Ελλάδας, διατηρώντας παράλληλα σταθερά τον δείκτη δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ σε πτωτική πορεία.
Οι προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας
Παρόλα αυτά, η οικονομία αντιμετωπίζει μακροοικονομικές προκλήσεις λόγω της σημαντικής αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής, του επίμονου δομικού πληθωρισμού και της αύξησης των τιμών των ακινήτων.
Ο πληθωρισμός και ο δομικός δείκτης επιβραδύνθηκαν στο 3,8% και 3,6% αντίστοιχα τον Οκτώβριο, λόγω της εξομάλυνσης των τιμών της ενέργειας και των επιπτώσεων βάσης, αλλά παραμένουν σε υψηλά επίπεδα εν μέσω της σύσφιξης της αγοράς εργασίας. Οι τιμές των ακινήτων έχουν αυξηθεί κατά περισσότερο από 50% από το κατώτατο σημείο το 2017, αλλά εξακολουθούν να παραμένουν κάτω από τα επίπεδα πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Σε ένα εναλλακτικό σενάριο, το ΔΝΤ αναφέρει πως μια πιθανή κλιμάκωση του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία και η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να διαταράξει το εμπόριο και να προκαλέσει ανανεωμένες πιέσεις στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων και να υπονομεύσει το κλίμα εμπιστοσύνης.
Το τραπεζικό σύστημα παρέμεινε ανθεκτικό, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι κάτω του 5% το δεύτερο τρίμηνο του 2023 στις μεγάλες τράπεζες, με τη βοήθεια και του προγράμματος Ηρακλής, όπως σημειώνεται. Ο χαμηλότερος δείκτης ΜΕΔ, σε συνδυασμό με τα υψηλότερα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια, συνέβαλαν σε ισχυρή ανάκαμψη των τραπεζικών κερδών, ενισχύοντας την κεφαλαιακή επάρκεια. Εν μέσω συνεχιζόμενων εισροών καταθέσεων λόγω ισχυρής ανάπτυξης, το τραπεζικό σύστημα διατήρησε επίσης σημαντικά αποθέματα ρευστότητας παρά τις σημαντικές αποπληρωμές των στοχευμένων πράξεων μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ (TLTRO).