Δημήτρης Τσαφέντας: Ο Έλληνας που σκότωσε τον «αρχιτέκτονα του Απαρτχάιντ»
Γνωστή και αιματηρή είναι η ιστορία της Νότιας Αφρικής κυρίως αναφορικά με την περίοδο του Απαρτχάιντ, όταν ο διαχωρισμός με βάση τη φυλετική καταγωγή είχε γίνει επίσημος νόμος του κράτους, σε μία από τις πιο «μαύρες σελίδες» της αφρικανικής χώρας.
Σε αυτό το «σκοτεινό» κεφάλαιο της ιστορίας της Νότιας Αφρικής, μέχρι τον οριστικό τερματισμό του το 1994 με τον ερχομό στην εξουσία του Νέλσον Μαντέλα, ένα ξεχωριστό κεφάλαιο έχει τίτλο ένα ελληνικό όνομα, αυτό του Δημήτρη Τσαφέντα, ο οποίος γεννήθηκε, σαν σήμερα, στις 14 Ιανουαρίου 1919.
Νοτιοαφρικανός ναυτικός και δημόσιος υπάλληλος, με καταγωγή από Ελλάδα και Μοζαμβίκη, ο Δημήτρης Τσαφέντας έμεινε στην ιστορία ως ο άνθρωπος που δολοφόνησε τον πρωθυπουργό της Νότιας Αφρικής, Χέντρικ Φέρβουρντ, τον επονομαζόμενο και «αρχιτέκτονα του Απαρτχάιντ».
Ο Δημήτρης Τσαφέντας (Dimitri Tsafendas) γεννήθηκε στη Μοζαμβίκη, τότε αποικία της Πορτογαλίας και ήταν ο καρπός μιας τυχαίας συνεύρεσης του ναυτικού από τα Χανιά Μιχάλη Τσαφέντα ή Τσαφεντάκη και της ντόπιας Αμέλια Γουίλιαμς. Μεγάλωσε με τη γιαγιά του και στη συνέχεια με τους θετούς γονείς του. Σπούδασε σε καθολικό σχολείο, όπου και ήρθε αντιμέτωπος με τον ρατσισμό και το bullying από τους συμμαθητές του επειδή το δέρμα του ήταν πιο σκούρο από τους υπόλοιπους.
Στη συνέχεια βρέθηκε στη Νότια Αφρική, όπου και εκεί έτυχε της ίδιας αντιμετώπισης, αν και οι τοπικές Αρχές τον κατέταξαν στη λευκή κατηγορία του πληθυσμού, βάσει των φυλετικών διακρίσεων που ίσχυαν τότε στη χώρα.
Τελικά, ο Δημήτρης Τσαφέντας βάδισε στα χνάρια του πατέρα του και μπάρκαρε στα καράβια, με τα οποία γύρισε όλο τον κόσμο, ενώ κατά τη διετία 1947-1949 έζησε και στην Ελλάδα. Ήταν ιδιαίτερα έξυπνος και κατόρθωσε να μάθει οκτώ γλώσσες. Τότε, όμως, διαγνώστηκαν τα πρώτα συμπτώματα σχιζοφρένειας με αποτέλεσμα να πρέπει να μπαινοβγαίνει σε διάφορες ψυχιατρικές κλινικές για νοσηλεία.
Ο λόγος που σκότωσε τον Χέντρικ Φέρβουρντ
Το 1966 επέστρεψε στη Νότια Αφρική όπου και ανέλαβε τη θέση του κλητήρα στο κοινοβούλιο της χώρας, που έδρευε στο Κέιπ Τάουν. Ένα μήνα αργότερα, όμως, έμελλε να γίνει πρωτοσέλιδο στα διεθνή μέσα ενημέρωσης της εποχής καθώς ήταν εκείνος που δολοφόνησε τον πρωθυπουργό της Νοτίου Αφρικής μέσα στη Βουλή.
Ήταν το μεσημέρι της 6ης Σεπτεμβρίου, όταν ο Δημήτρης Τσαφέντας, σε ανύποπτο χρόνο, όρμησε εναντίον του 65χρονου Χέντρικ Φέρβουρντ -ενώ εκείνος κατευθυνόταν προς το πρωθυπουργικό έδρανο- και τον μαχαίρωσε τέσσερις φορές στο στήθος, αφήνοντάς τον στον τόπο.
Στη συνέχεια παραδόθηκε στις Αρχές, με τον ίδιο να αναφέρει στους αστυνομικούς πως τον σκότωσε, επειδή «ήταν αηδιασμένος με τις ρατσιστικές πολιτικές του». Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, ο Τσαφέντας ήταν εξοργισμένος με τις Αρχές, επειδή λίγες ημέρες πριν από τη δολοφονία είχε απορριφθεί το αίτημά του για να μπει στην κατηγορία των «εγχρώμων», προκειμένου να συζήσει με τη φίλη του, που ανήκε στην ίδια φυλετική κατηγορία. Στη δίκη που ακολούθησε, το δικαστήριο έκρινε πως είχε το ακαταλόγιστο λόγω της σχιζοφρένειας από την οποία έπασχε, και του επιβλήθηκε ο περιορισμός αόριστης διάρκειας σε ψυχιατρείο.
Οι αρχές εκμεταλλευόμενες ένα «παράθυρο» του νόμου, πέτυχαν τον εγκλεισμό του σε φυλακή μελλοθανάτων κι έτσι για τα επόμενα χρόνια βρισκόταν καθημερινά με τη δαμόκλειο σπάθη της εκτέλεσης. Μετά την κατάρρευση του καθεστώτος των φυλετικών διακρίσεων το 1994, ο Τσαφέντας μετήχθη σε ψυχιατρική κλινική του Γιοχάνεσμπουργκ, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 7 Οκτωβρίου του 1999, σε ηλικία 81 ετών. Κηδεύτηκε με το τυπικό της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ενταφιάστηκε σε άγνωστη τοποθεσία.
Με πληροφορίες από sansimera.gr