Το τυρί που λάτρευε η Ελισάβετ Β’ και κάνει μπότοξ στο πρόσωπο - Και όχι, δεν είναι σπάνιο
Από τις σπηλιές του Σόμερσετ μέχρι τα παλάτια, το τσένταρ παραμένει το βασιλικό τυρί με οφέλη για γεύση και επιδερμίδα.

Ας ξεκινήσουμε ανάποδα. Η βιταμίνη Α δεν θεωρείται τυχαία το φυσικό μπότοξ. Παίζει σημαντικό ρόλο στην παραγωγή και διαφοροποίηση των κυττάρων του δέρματος, εξασφαλίζει ότι τα νεκρά κύτταρα αντικαθίστανται από νέα και υγιή, διεγείρει την παραγωγή κολλαγόνου (της πρωτεΐνης που διαμορφώνει τη δομή του δέρματος και προστατεύει από τις ρυτίδες) και μειώνει την ακμή (με τη μορφή των παραγώγων ρετινοειδών). Επιπλέον, προστατεύει από τον ήλιο και ενυδατώνει το δέρμα.
Το τυρί που είναι φουλ σε βιταμίνη Α
Τα τυριά είναι καλές πηγές βιταμίνης Α, και πρώτο απ’ όλα είναι το γνωστό σε όλους μας τσένταρ. Αν και το περιεχόμενο εξαρτάται από τα λιπαρά του τυριού, το τσένταρ με πλήρη λιπαρά περιέχει 800-1300 IU βιταμίνης ανά μερίδα (28 γρ.). Αυτό αντιστοιχεί στο 10-15% της ημερήσιας ποσότητας που χρειάζεται ο οργανισμός, ενδεικτικά για μια δίαιτα 2.000 θερμίδων.
Δείτε τα υπόλοιπα θρεπτικά συστατικά του τσένταρ!

Πώς φτιάχνεται το τυρί τσένταρ
Το τυρί τσένταρ παρασκευάζεται από αγελαδινό γάλα, το οποίο θερμαίνεται, παστεριώνεται και ζυμώνεται με καλλιέργειες βακτηρίων του γαλακτικού οξέος, που του δίνουν τη χαρακτηριστική γεύση. Η πήξη γίνεται με φυσική ή τεχνητή πυτιά, η οποία μετατρέπει το γάλα σε τυρόπηγμα (στερεό) και τυρόγαλο (υγρό).
Στη συνέχεια, ακολουθούν διάφορα στάδια που διαχωρίζουν το τυρόπηγμα από το τυρόγαλο. Αρχικά, το τυρόπηγμα κόβεται σε μικρότερα κομμάτια και θερμαίνεται στους 39-41°C ώστε να χάσει περισσότερη υγρασία. Στο τέλος, κόβεται σε μεγάλες λωρίδες, οι οποίες στοιβάζονται η μία πάνω στην άλλη για αρκετές ώρες. Έπειτα, τοποθετείται σε καλούπια και πιέζεται, αποκτώντας τη χαρακτηριστική ελαστική υφή.
Αφού απομακρυνθεί και το τελευταίο ίχνος υγρού, το τσένταρ ωριμάζει από 2 μήνες έως 2 χρόνια. Το νεαρό τσένταρ είναι πιο κρεμώδες και ουδέτερο στη γεύση, ενώ το παλαιωμένο είναι σκληρό, πικάντικο και πιο σύνθετο γευστικά.
Με όνομα βαρύ σαν ιστορία
Το τσένταρ πήρε το όνομά του από το Τσένταρ, στο Σόμερσετ της Αγγλίας, όπου φτιάχνεται από τον 12ο αιώνα. Παραδοσιακά, οι τυροκόμοι το ωρίμαζαν σε σπηλιές, κάτι που του έδινε χαρακτηριστική γεύση και υφή. Οι Βρετανοί τρώνε ώριμο τσένταρ στις γιορτές, συνοδεύοντάς το με chutney και crackers στα χριστουγεννιάτικα τραπέζια. Αντίστοιχες παραδόσεις υπάρχουν στην Αμερική (macaroni and cheese), στον Καναδά (poutine) και στην Αυστραλία (meat pies).
Μάλιστα, υπάρχουν διάφοροι διάσημοι που δεν αλλάζουν το τσένταρ με τίποτα. Ο Γκόρντον Ράμσεϊ χρησιμοποιεί παλαιωμένο τσένταρ στη μαγειρική του, ειδικά σε σάντουιτς, ο Ντέιβιντ Μπέκαμ απολαμβάνει βρετανικές συνταγές με τσένταρ, ο Μπάρακ Ομπάμα το έχει εντάξει στη διατροφή του, ενώ μεγάλη λάτρης του τσένταρ υπήρξε και η Ελισάβετ Β’ του Ηνωμένου Βασιλείου.