Νόμος Μποσμάν: Η καταστροφή και η αυτοθυσία ενός, έγινε η ελευθερία των πολλών
Ο Νόμος Μποσμάν, ένας νόμος που άλλαξε το «σκέφτεστε και κάνετε» στο σύγχρονο ποδόσφαιρο
Πάνε 29 χρόνια, από εκείνη την ημέρα που όσο σκοτεινή φάνταζε για κάποιους, για άλλους ήταν σημάδι ελευθερίας. Νόμος Μποσμάν, μια ιστορία που ξεκίνησε από τον άσημο Βέλγο, Ζαν Μαρκ Μποσμάν, που προσπάθησε να αλλάξει τον κόσμο και έχασε τον δικό του.
Η αυτοθυσία είναι σίγουρα ένα μεγάλο πράγμα. Απαιτεί θάρρος. Το να προσπαθείς να αλλάξεις τον «κόσμο» μόνος σου, είναι ακατόρθωτο πολλές φορές, όχι όμως πάντα. Αρκεί να προσπαθήσεις. Μια τέτοια προσπάθεια έκανε και εκείνος, ο Ζαν Μαρκ Μποσμάν, μια αυτοθυσία που εξελίχθηκε σε «αυτοκτονία», που ωστόσο αν γύρναγε τον χρόνο πίσω θα το ξανά έκανε άλλες τόσες φορές.
Νόμος Μποσμάν: Πράξη Πρώτη
Πριν από περίπου 30 χρόνια, στις 14 Δεκεμβρίου του 1995, ένας ασήμαντος ποδοσφαιριστής της «πλάκας» είχε το θάρρος να τα βάλει με τα δικαστήρια για να δικαιώσει τον εαυτό του, αλλά μετέπειτα θα καταλάβαινε ότι ο μόνος που δικαιώθηκε δεν ήταν εκείνος. Ο νεαρός τότε Μποσμάν, αγωνιζόταν με τη φανέλα της RC Λιέγης, και ζητούσε κάτι που εάν σήμερα μας φαίνεται αυτονόητο, τότε ήταν τουλάχιστον ουτοπικό.
Για να γίνουμε συγκεκριμένοι. Το συμβόλαιο του τότε φιλόδοξου ποδοσφαιριστή έκπνεε στα τέλη του χρόνου. Ο ίδιος θέλησε να διαπραγματευτεί με την ομάδα του για νέο συμβόλαιο, με αυξημένες απολαβές. Κάτι ωστόσο που όχι μόνο δεν ήρθε ποτέ, αλλά είχε ως αποτέλεσμα να «φυλακιστεί» σε ένα χαρτί στο οποίο δεν είχε δικαίωμα να κάνει απολύτως τίποτα.
Τότε, λάμβανε περί 120.000 βελγικά φράγκα, το ποσό αυτό έπεσε μετά από διαπραγματεύσεις στα 90.000, την στιγμή που η συμφωνία με την Λιέγη, επρόκειτο να λήξει. Δεν επιθυμούσε την ανανέωση, όχι τουλάχιστον με αυτές τις συνθήκες. Ξαφνικά μνηστήρες από άλλες ομάδες, ξεκίνησαν να του... χτυπούν την πόρτα, με εκείνον να διαπραγματεύεται, κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Κάτι όμως που τότε δεν δύναται να ισχύει.
Ο ίδιος συμφώνησε να πάρει μεταγραφή - ως ελεύθερος φυσικά - στην Ντανκέρκ, μόνο που η πρόταση της γαλλικής ομάδας, δεν συνέφερε την Λιέγη, παρόλο που ο ποδοσφαιριστής ήταν ελεύθερος, τονίζουμε. Βλέπετε, τότε, δεν υπήρχε ο όρος «ελεύθερος». Ήσουν πάντα «κτήμα» κάποιας ομάδας η οποία δεν σε ελευθέρωνε χωρίς να πάρει το ποσό που η ίδια επιθυμούσε. Έτσι έγινε. Ο ίδιος, αναγκάστηκε να παραμείνει στην βελγική ομάδα, και να γίνει το «μαύρο» πρόβατο. Δεν αγωνιζόταν, δεν υπολογιζόταν, απλά... περιφερόταν, μέχρι να αποφασίσει η Λιέγη τι θέλει. Εκεί, ήταν και η στιγμή που αποφάσισε να αλλάξει πρώτος την ιστορία.
Πράξη Δεύτερη: Μάχη για την Ελευθερία
Μάχη για την Ελευθερία. Έτσι συνέβη. Ο Βέλγος, με τα χέρια «δεμένα» έκανε το παράτολμο, και τα έβαλε με μια ολόκληρη ομάδα, ενώ πεινούσε, κυριολεκτικά. Τα λεφτά με τα οποία αμειβόταν, ενώ ζούσε στο περιθώριο, ήταν τόσο λίγα που μετά βίας επιζούσε και αναγκάστηκε να πουλήσει μέχρι και το σπίτι του!
Μια μέρα, πήρε την μεγάλη απόφαση, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη. Προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο Λουξεμβούργο κατά του άρθρου 17 των κανονισμών της ΦΙΦΑ - που αφορούσε τις μεταγραφές. Οι «μάχες» που έπρεπε να δώσει με την δικαιοσύνη για να βρει το δίκιο του ήταν πολλές, χρονοβόρες, ατελείωτες. Δεν διέθετε ούτε κατά διάνοια τους απαιτούμενους πόρους ώστε να τους καλύψει, έκανε θυσία. Θυσία της ζωής του.
Η απόφαση ωστόσο που άλλαξε μια ολόκληρη ποδοσφαιρική κοινότητα, ήρθε. Η πράξη που δεν σε κάνει να νιώθεις «φυλακισμένος» κάνοντας αυτό που αγαπάς, αλλά ελεύθερος, πήρε «σάρκα και οστά». Κάθε ποδοσφαιριστής, ο οποίος είναι πολίτης χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορεί να αγωνίζεται χωρίς περιορισμούς σε οποιαδήποτε ομάδα της Ένωσης όπου ο ίδιος επιθυμεί. Ο παίκτης είναι ελεύθερος να επιλέξει την ομάδα που εκείνος θέλει στην λήξη του συμβολαίου του, με τον παλιό του σύλλογο φυσικά, να μην έχει καμία απαίτηση για το οικονομικό κομμάτι.
Η πλήρης ελευθερία των παικτών αλλά και του ίδιου, μόλις είχε πραγματοποιηθεί, αλλά στην πορεία θα ερχόταν αντιμέτωπος με κάτι που εκείνη την ώρα της εξιλέωσης και της νίκης, δεν θα το περίμενε ποτέ.
Πράξη Τρίτη: Αυτοκαταστροφή
Ναι ήρθε η αυτοκαταστροφή για εκείνον. Την στιγμή που ένιωσε την πλήρη ελευθερία, την στιγμή που πράγματι είχε καταφέρει να αλλάξει έναν κόσμο, τον ποδοσφαιρικό, εκείνος «στοιχειώθηκε» για πάντα. Αναγκάστηκε να πουλήσει το σπίτι του, έμεινε μόνος, χωρίς καν να προλάβει να μπορεί να εφαρμόσει και εκείνος τον νόμο. Δεν πήρε ποτέ την μεταγραφή για την Ντανκέρκ, και ένα χρόνο μετά το 1996, σταμάτησε άδοξα την καριέρα του, ενώ σήμερα δεν έχει να ζήσει. Υπέφερε και υποφέρει. Αλλά όπως εξομολογείται δεν θα το άλλαζε ποτέ.
«Έκανα πολλά, αλλά υπέφερα πολύ στη ζωή μου. Δεν είναι καιρός να βοηθηθώ και εγώ; Για να καταφέρω να κερδίσω στο δικαστήριο αναγκάστηκα να πουλήσω το σπίτι μου. Έπρεπε να καλυφθούν τα δικαστικά έξοδα».
«Έζησα μια δυστυχισμένη ζωή. Άλλοι εκμεταλλεύτηκαν τον αγώνα μου και πλούτισαν. Πίστευα πως μετά την απόφαση του δικαστηρίου θα είχα μια όμορφη ζωή. Δεν πίστευα πως το ποδόσφαιρο θα είναι έτσι. Εάν έπρεπε να κάνω το ίδιο πράγμα, θα το έκανα. Δεν θα άλλαζα το όνομα μου για να βρω δουλειά.Όλοι είχαν την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τον νόμο Μποσμάν, εκτός από μένα. Είμαι λίγο απογοητευμένος γιατί μπορεί να με ξέρουν σε όλο τον κόσμο, αλλά μου συμπεριφέρθηκαν λες και είμαι εγκληματίας πολέμου. Όλοι με γνωρίζουν, αλλά όταν κοιτάζω την τσέπη μου είναι άδεια».
Σίγουρα, οι άνθρωποι ξεχνούν εύκολα. Ένας που έβγαλε από τον «βούρκο» τους πολλούς και σήμερα δεν έχει τίποτα, σήμερα έχει καταστραφεί. Πάλεψε μέσα σε όλα τα αυτά τα χρόνια και έπλεξε με τα σκοτεινά μονοπάτια του αλκοολισμού, ενώ συντηρούνταν με αντικαταθλιπτικά, για να ζήσει. Όσων αναφορά το πώς; Με ένα κρατικό προνοιακό επίδομα.
Η ζωή, οι καταστάσεις, και οι συνθήκες αλλάζουν. Σίγουρα, σου αλλάζουν το τρόπο με τον οποίο εσύ τις έβλεπες κάποτε. Πράγματι, ο ίδιος καταστράφηκε για κάτι, που τελικά «ελευθέρωσε» τους πάντες, εκτός από τον ίδιο. Ενώ οι πάντες σώθηκαν, ο δημιουργός «αυτοκτόνησε». Τι μπορεί να πήγε τόσο λάθος τελικά σε αυτό και ποιος άραγε μπορεί να φταίει;
Ευαγγελία Φάκα