«Μέλι Άναμμα Ικαρίας» και «Σαρδέλα Καλλονής»: Υποβλήθηκε ο φάκελός τους για πιστοποίηση ΠΟΠ
Σε συνεργασία με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, η Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου δρομολογεί την πιστοποίηση ΠΟΠ σε πέντε προϊόντα της.
Υποβλήθηκε προς έγκριση στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (και τη συνέχεια στην ΕΕ) ο φάκελος πιστοποίησης ως προϊόντος Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης–ΠΟΠ για το «Μέλι Άναμμα Ικαρίας».
Η υποβολή πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο υλοποίησης προγραμματικής σύμβασης της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, με Επιστημονικό Υπεύθυνο τον Καθηγητή Σέρκο Χαρουτουνιάν και συνεργάτη τον υποψ. διδάκτορα Γεωπόνο κ. Διονύση Παυλόπουλο.
Η σύμβαση αφορά την έρευνα-μελέτη συνολικά έντεκα (11) παραδοσιακών αγροτικών προϊόντων & τροφίμων της Περιφέρειας με στόχο τον προσδιορισμό των εθνολαογραφικών-παραδοσιακών στοιχείων και των ιδιαίτερων φυσικοχημικών-οργανοληπτικών ιδιοτήτων τους, με στόχο να επιλεγούν τα πέντε (5) πλέον πρόσφορα προς πιστοποίηση. Στην εκπόνηση της μελέτης η ομάδα του Γεωπονικού Παν/μιου Αθηνών συνεργάζεται με την ηγεσία της Περιφέρειας Β. Αιγαίου, τα στελέχη της ΔΑΟΚ Β. Αιγαίου και τοπικούς φορείς.
Το «Μέλι Άναμμα Ικαρίας» είναι το δεύτερο από τα πέντε συνολικά προϊόντα της Περιφέρειας που υποβλήθηκε προς καταχώριση ως ΠΟΠ. Την υποβολή του φακέλου υπογράφει ο Μελισσοκομικός Συνεταιρισμός «ο Ίκαρος» και στην κατάρτισή του συμμετείχε ενεργά παρέχοντας στοιχεία η κ. Θάλεια Φράγκου.
Ήδη έχει υποβληθεί φάκελος πιστοποίησης και για τη «Σαρδέλα Καλλονής» (από τον Αγροτικό Αλιευτικό Σύλλογο Παράκτιας Επαγγελματικής Αλιείας του Δήμου Δυτικής Λέσβου ο «ΜΑΚΑΡ»), και το αμέσως επόμενο διάστημα θα ακολουθήσει η υποβολή φακέλων πιστοποίησης για το «Ασπρομύτικο Φασόλι Λήμνου», το «Άνυδρο Τοματάκι Χίου» και τη βρώσιμη «Κολοβή Ελιά Λέσβου/Μυτιλήνης».
«Μέλι Άναμμα Ικαρίας»
Το «Μέλι Άναμμα Ικαρίας» είναι ένα από τα πλέον φημισμένα μέλια της Ελλάδας και παράγεται τόσο στην Ικαρία, όσο και στα παρακείμενα μικρότερα νησιά των οποίων η χλωρίδα χαρακτηρίζεται από σημαντική παρουσία του φυτού της Ερείκης που συμβάλλει καίρια στην παραγωγή του προϊόντος.
Άλλωστε, η ονομασία του συνδέεται με το φυτό αυτό, καθώς οι κάτοικοι ονομάζουν την Ερείκη και ως «Άναμμα», καθώς τη χρησιμοποιούν τον χειμώνα ως προσάναμμα για τα τζάκια και τις σόμπες τους.
Το «Μέλι Άναμμα Ικαρίας» αποτελεί διαχρονικά τμήμα της διατροφής των κατοίκων του νησιού και οι ευεργετικές για την υγεία ιδιότητές του θεωρείται ότι συμβάλλουν στη μακροζωία τους.
Συλλέγεται από τα μέσα Οκτωβρίου έως τα τέλη Δεκεμβρίου και ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα μέλια με βάση τα οργανοληπτικά και φυσικοχημικά του χαρακτηριστικά, αφού διαθέτει ένα ιδιαίτερο ερυθροχάλκινο χρώμα (σκούρο καστανό έως χάλκινο κοκκινωπό) που μετατρέπεται σε καραμελί μετά την κρυστάλλωσή του, η οποία πραγματοποιείται πολύ γρήγορα, 1-3 μήνες μετά από την συλλογή του. Επίσης, έχει μια χαρακτηριστική έντονη γλυκόπικρη γεύση που προέρχεται από το άρωμα των λουλουδιών της Ερείκης, γεγονός που το κάνει περιζήτητο από τους γευσιγνώστες.
Επιπλέον, διαθέτει φυσικές αντιµικροβιακές ιδιότητες λόγω της χαμηλής υγρασίας και του όξινου pH του που δυσκολεύουν την ανάπτυξη και επιβίωση των μικροοργανισμών και εξαιτίας του πλούσιου περιεχομένου του σε τριάντα δυο (32) φυσικά μόρια με γνωστή αντιβακτηριακή και αντιμυκητιακή δράση που ανήκουν στις κατηγορίες των φαινολικών οξέων, κινναμικών οξέων, φλαβονοειδών και τερπενίων.
Τα ιδιαίτερα οργανοληπτικά και φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του προέρχονται από μια σειρά παραμέτρων, οι κυριότερες από τις οποίες σχετίζονται με τη χλωρίδα, το ανάγλυφο και το κλίμα της περιοχής και τους χειρισμούς των μελισσοκόμων. Επίσης, είναι γνωστό ότι στο «Μέλι Άναμμα Ικαρίας» μεταφέρονται από το φυτό Ερείκη αλκαλοειδή, αρμπουτίνη, κιτρικό και φουμαρικό οξύ, αιθέριο έλαιο, τανίνες και καροτένιο προσδίδοντας σε αυτό ευεργετικές για την υγεία ιδιότητες οι οποίες έχουν αναγνωριστεί από τα παλαιότερα χρόνια, με αποτέλεσμα να καταναλώνεται και ως φάρμακο.
Μια επιπλέον ιδιαιτερότητα για το «Μέλι Άναμμα Ικαρίας» σχετίζεται με το γεγονός ότι ο πληθυσμός των μελισσών της Ικαρίας είναι διαφορετικός σε σύγκριση με τους μελισσο-πληθυσμούς της Ελλάδας, αφού σύμφωνα με επιστημονική μελέτη απεδείχθη ότι οι μέλισσες της Ικαρίας έχουν μορφολογική διαφορά στα πτερύγια έναντι των άλλων τοπικών πληθυσμών μελισσών της χώρας μας παρότι δεν έχουν με αυτές σημαντικές γενετικά διαφορές.
Για την παράδοση, φήμη και ιστορικότητα του μελιού και το στενό δεσμό του με την κουλτούρα και παράδοση του νησιού, υπάρχουν ποικίλες αναφορές. Η πρώτη καταγραφή για παραγωγή μελιού στο νησί της Ικαρίας χρονολογείται το 1420 από τον μοναχό-εξερευνητή Buondelmonti που σημειώνει ότι στο νησί οι μέλισσες στις σχισμές των βράχων παράγουν ένα πολύ θρεπτικό μέλι.
Αργότερα, στα μέσα του 17ου αιώνα, δύο ακόμα ξένοι περιηγητές, οι Boschini και Piacenza σχολιάζουν αντιστοίχως στα βιβλία «L’Arcipelago con tutte le Isole» και «L' Egeo Redivino» την οικονομική άνθιση του νησιού της Ικαρίας και στις εξαγωγές των προϊόντων που παράγουν συγκαταλέγοντας το μέλι ανάμεσα στα κύρια εξαγόμενα προϊόντα.
Στη συνέχεια, o Dapper το 1703 στο έργο του καταγράφει τα παραγόμενα τοπικά προϊόντα, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνει το μέλι ως ένα σημαντικό προϊόν της περιοχής. Στο βιβλίο του Γιάννη Χρυσοχόου με τίτλο «Ikaria-Paradise in Peril», ο συγγραφέας καταγράφει εκτενώς τις συνήθειες και παραδόσεις της Ικαρίας, αναφέροντας ότι στο νησί χρησιμοποιούσαν αφέψημα φασκόμηλου με συνδυασμό το Μέλι Άναμμα (τοπικό μέλι) για την μείωση της αρτηριακής πίεσης.
Αντίστοιχα, στο βιβλίο του συγγραφέα Dan Buettner που εξέδωσε το National Geographic το 2013 με τίτλο «The Blue Zones Solution: Eating and Living Like the World's Healthiest People», αναφέρεται στις ιδιότητες που χαρακτηρίζουν το «ΜΕΛΙ ΑΝΑΜΜΑ ΙΚΑΡΙΑΣ», αναφερόμενο σε αυτό ως το σκούρο μέλι (λόγω της βαθιάς του απόχρωσης) και σχολιάζει πως έχει τόσο ισχυρή φαρμακευτική δράση που καταφέρνει να βοηθήσει σε πληθώρα προβλημάτων υγείας, όπως η επούλωση των πληγών.
Μια άλλη σχετική μαρτυρία υπάρχει στο βιβλίο με τίτλο «Dark Side of the Ocean: The Destruction of Our Seas, why it Matters, and what We Can Do about it» που εκδόθηκε το 2020, όπου ο Albert Bashe κάνει αναφορά σε διάφορα προϊόντα με ευεργετικά χαρακτηριστικά για την υγεία του ανθρώπου και στις αναφορές για το μέλι ξεχωρίζει ιδιαίτερα το «ΜΕΛΙ ΑΝΑΜΜΑ ΙΚΑΡΙΑΣ» για την ευεργετική για την υγεία δράση του.
Αναφορές για το «ΜΕΛΙ ΑΝΑΜΜΑ ΙΚΑΡΙΑΣ» υπάρχουν και σε επιστημονικές εργασίες, όπως στο άρθρο με τίτλο «Stimulation and Protection of Cutaneous Sensory Neuron System induced by Forest Honey from Ikaria Island» που δημοσιεύτηκε στο Journal of Investigative Dermatology στο οποίο παρουσιάζονται ευρήματα που επιβεβαιώνουν την ενίσχυση των ενδείξεων της υγείας όσων το καταναλώνουν καθώς δείχνουν ότι η διατροφή με αυτό διατηρεί και διεγείρει την ομοιόσταση του ανθρώπινου νευρωνικού συστήματος και δέρματος, λειτουργώντας ευεργετικά για την υγεία του.
«ΣΑΡΔΕΛΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ»
Είναι ένα ψάρι που ζει και αναπτύσσεται αποκλειστικά στα νερά του ομώνυμου κόλπου Καλλονής του νησιού Λέσβος-Μυτιλήνη, ένα αβαθές, ημίκλειστο θαλάσσιο οικοσύστημα που συνδέεται με το πέλαγος μόνο μέσω μιας μικρής διόδου.
Λόγω της ιδιαίτερης γεωμορφολογίας, τα νερά του κόλπου ζεσταίνονται σε συντομότερο χρόνο και σε μεγαλύτερο βαθμό, με επακόλουθο την αυξημένη εξάτμιση των νερών γεγονός που προσδίδει μεγαλύτερη αλατότητα στα νερά του. Ως αποτέλεσμα παρατηρείται μια εντονότερη ανάπτυξη του φυτοπλαγκτόν, γεγονός που συνεπάγεται άφθονη διαθεσιμότητα τροφής για τη «ΣΑΡΔΕΛΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ». Παράλληλα, η ημίκλειστη και αβαθής μορφή του κόλπου οδηγεί μετά το θέρος στη ταχύτερη απώλεια της θερμοκρασίας των νερών, με αποτέλεσμα να ψύχονται γρηγορότερα συμβάλλοντας στην ταχύτερη ολοκλήρωση της ανάπτυξής του. Ως αποτέλεσμα, η «ΣΑΡΔΕΛΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ» αναπτύσσεται γρήγορα και σύντομα φτάνει στο σημείο να μην αυξάνεται περαιτέρω το μήκος της και η περίσσεια της τροφής να εναποτίθεται στο σώμα της ως λίπος.
Έτσι, η «ΣΑΡΔΕΛΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ» χαρακτηρίζεται από το μικρό του μήκος που κυμαίνεται μεταξύ 11,0 και 13,0 cm (η πελαγίσια σαρδέλα έχει μέσο μήκος περίπου 20 cm) και το ιδιαίτερα πλούσιο περιεχόμενό της σε λιπαρά. Έτσι, η υφή της σάρκας του είναι μαλακή και λιπαρή, ενώ η γεύση της είναι βουτυρένια. Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό της «ΣΑΡΔΕΛΑΣ ΚΑΛΛΟΝΗΣ» είναι η υπόλευκη σάρκα της και το ανοιχτό καφετί (κεχριμπαρένιο) χρώμα της επιδερμίδας της, σε αντίθεση με τις πελαγίσιες σαρδέλες που έχουν περισσότερο σκουρόχρωμη σάρκα και επιδερμίδα.
Ως διατροφικό προϊόν, η «ΣΑΡΔΕΛΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ» έχει ένα έντονο παραδοσιακό και ιστορικό περιεχόμενο και είναι διαχρονικά συνδεδεμένη με τις καθημερινές πρακτικές των κατοίκων και την τοπική γαστρονομία, δείγμα του ισχυρού δεσμού της με το νησί της Λέσβου/Μυτιλήνης.
Παρότι για το θέμα αυτό υπάρχει μια πλειάδα ιστορικών στοιχείων, επισημαίνεται η πρώτη αναφορά που έγινε από τον φιλόσοφο Αριστοτέλη (4ος αιώνας π.Χ.) ο οποίος ήταν ο πρώτος που εντόπισε και μελέτησε την ιδιαιτερότητα της «ΣΑΡΔΕΛΑΣ ΚΑΛΛΟΝΗΣ».
Έτσι, στο περίφημο βιβλίο του «Περί τα ζώα Ιστορίαι» που αποτελεί την επιστημονική βίβλο της δημιουργίας της επιστήμης της Βιολογίας, αναφέρεται εκτενώς στη σαρδέλα που διαβιεί στον κόλπο της Καλλονής ως ένα από τα ιδιαίτερα θαλάσσια είδη που μελέτησε στην περιοχή. Στο βιβλίο περιγράφει τον αναπαραγωγικό κύκλο του ψαριού και καταγράφει τη σημαντική επιρροή που έχει στην ανάπτυξή του ο οικότοπος και ο πυθμένας της περιοχής διαβίωσής του.
Στη νεότερη εποχή, οι αναφορές για τη «ΣΑΡΔΕΛΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ» είναι πολλές. Ενδεικτικά, στο βιβλίο-ημερολόγιο του Μιχαήλ Μιχαηλίδου που εκδόθηκε το 1903 με τίτλο «Πεζοπορικές εντυπώσεις - Η Νήσος Μυτιλήνη» όπου ο πεζοπόρος και συγγραφέας περιγράφει την εμπειρία του από ένα 12ήμερο ταξίδι στο νησί της Μυτιλήνης και καταγράφει τις τοπικές δραστηριότητες των κατοίκων σημειώνοντας ότι από το επίνειο Ελπίδα φορτώνονταν μεγάλες ποσότητες τοπικής σαρδέλας την οποία μάλιστα δε διστάζει να χαρακτηρίσει «ονομαστή», καταγράφοντας ότι ήδη η φήμη του προϊόντος είχε απλωθεί και εκτός των συνόρων του νησιού. Στο βιβλίο του ιστορικού Τάξη Οικονόμου με τίτλο «Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου» που εκδόθηκε το 1909 υπάρχει εκτενής αναφορά για τη «ΣΑΡΔΕΛΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ» και συγκεκριμένα την ποιότητα και τη σημαντικότητά της ως έδεσμα αλλά και τη εμπορευσιμότητά της.
Στο βιβλίο «Απ’ την Ελλάδα» που εκδόθηκε το 1949 ο Μυτιληνιός συγγραφέας Στρατής Μυριβήλης περιγράφει τη «ΣΑΡΔΕΛΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ» την οποία χαρακτηρίζει ως την πιο γλυκιά σαρδέλα. Ερμηνεύοντας τη φράση αυτή με την κυριολεκτική της έννοια, ο Μυριβήλης απολαμβάνει τη «γλύκα» της καθώς πράγματι η σαρδέλα του κόλπου της Καλλονής είναι παχύτερη έναντι της πελαγίσιας, με συνέπεια η επιπλέον ποσότητα της λιπαρής ουσίας να γλυκαίνει το ψάρι.
Αντίστοιχα πολλές και κολακευτικές για τη «ΣΑΡΔΕΛΑ ΚΑΛΛΟΝΗΣ» είναι οι αναφορές στο διαδίκτυο με πολλά βίντεο, συνεντεύξεις και αφιερώματα.