Κώστας Σημίτης: Όταν απολάμβανε μικρός με τη Δάφνη την παραλία - Σπάνια φωτογραφία
Η χαλαρή φωτογραφία στην παραλία μαζί με τη Δάφνη και τον αδελφό του, Σπύρο.
Την ώρα που ο Κώστας Σημίτης οδεύει στην τελευταία του κατοικία, στο Α’ Νεκροταφείο, τον γύρο του διαδικτύου κάνει μία φωτογραφία από τα νεανικά χρόνια του πρώην πρωθυπουργού, πάντα μαζί με την αγαπημένη του σύζυγο, Δάφνη.
Ο Κώστας Σημίτης έφυγε από τη ζωή το πρωί της Κυριακής (5/1), σε ηλικία 88 ετών και πολλές πτυχές της ζωής του βγαίνουν στο προσκήνιο στο πλαίσιο της ανασκόπησης της ζωής ενός από τους σημαντικότερους πολιτικούς της χώρας μετά τη Μεταπολίτευση.
Χαρακτηριστικό είναι ένα σπάνιο ενσταντανέ από τα νεανικά του χρόνια, όπου ποζάρει με χαλαρή διάθεση σε μία παραλία, μαζί με τη Δάφνη και τον αδελφό του Σπύρο Σημίτη.
Η συγκεκριμένη φωτογραφία συγκαταλεγόταν στο σπάνιο φωτογραφικό υλικό που είχε διαθέσει για την πολιτική του αυτοβιογραφία «Δρόμοι Ζωής», στην οποία μοιραζόταν άγνωστες πτυχές της ζωής του.
Ακολουθούν κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το βιβλίο, όπου ο Κώστας Σημίτης αναφέρεται στα νεανικά του χρόνια αλλά και τη γνωριμία του με τη μετέπειτα σύζυγό του, Δάφνη.
«Ο Κώστας Σημίτης ήταν πολύ τυχερός όχι μόνο γιατί ήταν παιδί αστικής οικογένειας, αλλά και γιατί έλαβε αστική παιδεία. Πράγμα που αν ρίξει κανείς το βλέμμα γύρω του δεν είναι αυτονόητο για κάθε παιδί αστικής οικογένειας. Οι γονείς του, ο δικηγόρος Πειραιώς Γεώργιος Σημίτης που διετέλεσε και καθηγητής στην Ανωτάτη Εμπορική (κατόπιν ΑΣΟΕΕ [και νυν Οικονομικό Πανεπιστήμιο]) και η Φανή Χριστοπούλου, ήσαν «διαποτισμένοι από το πνεύμα του Διαφωτισμού, αλλά και του προοδευτικού κινήματος της προπολεμικής εποχής. Με τα μέτρα της προπολεμικής Ελλάδας, ήσαν «αριστεροί φιλελεύθεροι», αντιβασιλικοί, οπαδοί ενός ουμανιστικού σοσιαλισμού» (σ. 19).
Ο πατέρας του συμμετείχε ενεργά στην αντίσταση και η μητέρα του αγωνιζόταν, την ίδια εποχή, για τα δικαιώματα των γυναικών. Κατόρθωσαν να εμφυσήσουν το πνεύμα της αγωνιστικής διεκδίκησης και στα δύο παιδιά τους, τον μεγαλύτερο Σπύρο και τον δύο χρόνια μικρότερο Κώστα.
Ο νεαρός Κώστας Σημίτης πήγαινε με τα πόδια από την πλατεία Αμερικής στο Πειραματικό. Οι γονείς του φρόντισαν να μάθει από νωρίς πρώτα γαλλικά και γερμανικά, μετά και αγγλικά. Η ατμόσφαιρα του Εμφυλίου και τα προβλήματα των δημοκρατικών γονέων του, πάντως, δεν του επέτρεψαν να έχει καλές αναμνήσεις από το σχολείο του. Και ο ίδιος έβρισκε «ανιαρά και αδιάφορα» τα κείμενα των αρχαίων και των νέων ελληνικών, κυρίως την εμμονή στο γράμμα και όχι στο πνεύμα και την ελευθερία που απέπνεαν τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων. Έμαθε γράμματα, λοιπόν, όπως καταθέτει, διαβάζοντας γαλλικά και γερμανικά βιβλία. Διότι «το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα έπασχε και πάσχει ακόμη και σήμερα, από την αδυναμία του να μεταδώσει στους μαθητές το ενδιαφέρον [...] να διευρύνουν τη γνώση τους, να αναζητήσουν, να συζητήσουν και να διαμορφώσουν άποψη» (σ. 34).
Σπούδασε νομικά κατ’ ευθείαν στο εξωτερικό, στο Πανεπιστήμιο μιας μικρής γερμανικής πόλης, του Μάρμπουργκ. Εκεί γνώρισε την αξία της κριτικής σκέψης, η οποία διαμόρφωσε την προσωπικότητά του. Στη στρατιωτική του θητεία, αργότερα, είδε το πρόσωπο μιας εξουσίας που τότε ήθελε να είναι ανεξάρτητη από την κυβέρνηση και τη Βουλή. Το 1961 βρέθηκε στο Λονδίνο για μαθήματα στα οικονομικά και στις πολιτικές επιστήμες στη London School of Economics. Την ίδια χρονιά γνώρισε και την σύντροφο της ζωής του, Δάφνη Αρκαδίου, με την οποία μέχρι σήμερα μοιράζεται τις χαρές και τις λύπες μιας ζωής αφιερωμένης στον εκσυγχρονισμό της Ελλάδας, αλλά και την κοινή τους πίστη στο αστικό ήθος και την ευγένεια. Η διακριτική παρουσία της Δάφνης Σημίτη δίπλα στον Κώστα Σημίτη δείχνει πολλά απ’ αυτά που χρειαζόμαστε ως κοινωνία και δεν τα έχουμε.
Αυτή του η δυνατότητα να ζει στο εξωτερικό τον βοήθησε να συνειδητοποιήσει «τη δυναμική για τη διαμόρφωση παγκόσμιων συστημάτων που θα προσδιόριζαν όλο και περισσότερο την τύχη των μικρότερων κρατών». Εκεί πείστηκε πως η ελληνική εσωστρέφεια, η κομμουνιστοφοβία, ο μικρόκοσμος της ελληνικής πελατειακής πολιτικής αποτελούν βαρίδια για τη χώρα, την εμποδίζουν να προσαρμοστεί, να αποκτήσει δύναμη, να αντεπεξέλθει στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονταν. (σ. 51)».