Τα πρόσφατα γεγονότα με τα νεκρά ψάρια που κατέκλυσαν τον Παγασητικό, έφεραν στην επιφάνεια την ιστορία της λίμνης Κάρλας, ενός φυσικού οικοσυστήματος που σημάδεψε και συνεχίζει να επηρεάζει, καθοριστικά όπως φαίνεται, την περιοχή της ανατολικής Θεσσαλίας.
Όπως διαβάζουμε στον ιστότοπο του Φορέα Διαχείρισης της περιοχής, η Κάρλα αποτελεί τεκτονικό βύθισμα που δημιουργήθηκε εκατομμύρια χρόνια πριν, όταν εναποτέθηκαν στο χώρο τα πρώτα λιμναία ιζήματα.
Ακολούθησε η πλήρωση της περιοχής με προϊόντα διάβρωσης που μετέφεραν ο ποταμός Πηνειός και γειτονικοί χείμαρροι από τη λεκάνη απορροής τους.
Η λίμνη Κάρλα ήταν γνωστή κατά την αρχαιότητα (2.500 π.Χ.) με το όνομα Βοιβηίς. Στα μεσαιωνικά χρόνια άλλαξε όνομα και από Βοιβηίς έγινε Κάρλα ίσως γιατί «την εποχή της καταλανοκρατίας, κάποιος Κάρολος δούκας νεμόταν τη λίμνη», σύμφωνα με τον Γιάννη Κορδάτο. Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας την αναφέρουν ως Κάρλα Σου ή Κάρλα Γκιόλ. Επίσης, σταδιακά από το ντόπιο πληθυσμό η περιοχή άρχισε να αποκαλείται Βάλτος.
Οι διακυμάνσεις της στάθμης της λίμνης ήταν έντονες κατά τη διάρκεια των προϊστορικών χρόνων, αποτέλεσμα των διάφορων προσχώσεων σε αυτή.
Από τον 20ο αιώνα και μετά, με την πρόοδο που είχε συντελεστεί στην τεχνολογία, ξεκίνησαν οι πρώτες απόπειρες ανθρωπογενών παρεμβάσεων στη λίμνη. Σημειώνεται ότι είχαν ήδη προηγηθεί οι πρώτες παρεμβάσεις αποξήρανσης της λίμνης Κωπαΐδας στη Βοιωτία, με τα πρώτα έργα εκεί να ξεκινούν από τη δεκαετία του 1880.
Στην Κάρλα, το 1938-9 πραγματοποιείται η πρώτη οριοθέτηση ανώτερου (48,50 μ.) και κατώτερου (47,30 μ.) υψομέτρου της στάθμης με το Ν. 5800/33, ενώ τα επόμενα χρόνια πραγματοποιήθηκε νέος περιορισμός της έκτασης της λίμνης, απόρροια των αντιπλημμυρικών αναχωμάτων στον ποταμό Πηνειό. Έτσι, το μέγιστο βάθος της από 5,5 μέτρα που ήταν πριν το 1940, μειώθηκε στα 2 μέτρα το 1950-5.
Μια λίμνη που χάθηκε
Κάπου εκεί ξεκίνησαν τα μεγάλα σχέδια για τη λίμνη. Οι παράγοντες που συνετέλεσαν σε αυτό ήταν πολλοί.
Οι συχνές διακυμάνσεις της στάθμης και οι πλημμύρες που προκαλούνταν στην περιοχή, η ανάγκη για δημιουργία περισσότερων γεωργικών εκτάσεων, αποτέλεσμα και πολιτικών επιδιώξεων, ήταν βασικοί λόγοι. Επίσης, η μείωση των αλιευμάτων αλλά και η ανάγκη για περιορισμό των επιδημιών ελονοσίας ήταν άλλοι σημαντικοί λόγοι.
Τη λίμνη άρχισε πλέον να μην τη θέλει κανείς.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 ξεκίνησε μία σειρά παρεμβάσεων που κατέληξαν στην ολική αποξήρανση της λίμνης, παρά το γεγονός ότι οι σχετικές μελέτες δεν προέβλεπαν κάτι τέτοιο.
Το 1959 ανατέθηκε μελέτη από το Υπουργείο Γεωργίας για την αξιοποίηση της πεδιάδας της Κάρλας, με στόχο την κατασκευή ταμιευτήρα 64.700 στρεμμάτων, σήραγγας και τάφρων πεδινών υδάτων.
Η λίμνη θα χρησιμοποιούνταν για άρδευση με αρδευτικά κανάλια και θα τροφοδοτούνταν με νερά του Πηνειού.
Αντί αυτού, όμως, τελικά κατασκευάστηκε σήραγγα για την ολοκληρωτική εκκένωση της λίμνης που άρχισε τον Ιανουάριο του 1957 και ολοκληρώθηκε τον Οκτώβρη του 1962.
Όταν ξεκίνησε αυτή η διαδικασία θεωρήθηκε ένα από τα σπουδαιότερα έργα για την ανάπτυξη της ελληνικής γεωργίας, καθώς εξασφαλίστηκαν 80.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης στους αγρότες.
Οι δραματικές συνέπειες
Οι επιπτώσεις της ολικής αποξήρανσης δεν άργησαν να έρθουν και ήταν ιδιαίτερα σοβαρές.
Η ραγδαία πτώση της υπόγειας υδροφορίας, η εισχώρηση του θαλάσσιου μετώπου στον ευρύτερο χώρο της περιοχής της Κάρλας, η ρύπανση και η εμφάνιση φυτοπλαγκτού στον κλειστό Παγασητικό κόλπο, η εμφάνιση ρηγμάτων μεγάλου βάθους και η καταστροφή κτισμάτων, οι επιπτώσεις στην πανίδα και στην χλωρίδα της περιοχής -ένας πολύτιμος υδροβιότοπος- ήταν ορισμένες μόνο από τις ισχυρές ενδείξεις ότι κάτι δεν πήγε καλά με τα όσα είχαν γίνει στη λίμνη.
Ακόμα, παρατηρήθηκε η καταστροφή γεωτρήσεων και η ξήρανση πηγών μεταξύ των οποίων και η Υπέρεια Κρήνη στο Βελεστίνο, οι αλλαγές στο μικροκλίμα της περιοχής, ενώ υπήρξε αδυναμία υδροδότησης γειτονικών πόλεων και οικισμών.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο τοπικός τύπος: «Η κατασκευή της σήραγγας δεν ήταν έγκλημα, έγκλημα ήταν που δε προχώρησαν στην αποκατάσταση της λίμνης όπως αρχικά είχε προγραμματιστεί».
Ακόμα και τα χωράφια που προήλθαν από την αποξήρανση της Κάρλας, έκτασης περίπου 78.000 στρεμμάτων, δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα οφέλη, καθώς πλημμύριζαν με την πρώτη νεροποντή. Τα άλατα που είχαν συσσωρευτεί στο έδαφος από την πρώην λίμνη δεν ευνοούσαν τις καλλιέργειες. Επίσης, ποτέ δεν έγινε διανομή αγροτικής γης ενώ οι ακτήμονες καλλιεργητές εκμίσθωναν τις εκτάσεις κάθε χρόνο με ανάλογο τίμημα.
Αξιοσημείωτο είναι, ακόμα, ότι εξαιτίας της αποξήρανσης εξαφανίστηκε ο ξεχωριστός λιμναίος πολιτισμός που επιβίωνε για χιλιάδες χρόνια στην περιοχή: οι ψαράδες στην περιοχή από τον Δεκαπενταύγουστο μέχρι την Κυριακή των Βαΐων του επόμενου έτους ζούσαν σε παραλίμνιες καλύβες, όπου έμεναν σε ομάδες 2 έως 6 ατόμων, τα ντουκάνια. Στοιχεία που εκτίθενται σήμερα στην εξαιρετική συλλογή του Μουσείου Λιμναίου Πολιτισμού Κάρλας.
Η αναδημιουργία
Στα τέλη του 20ου αιώνα και υπό το βάρος όλων των προβλημάτων που είχαν συσσωρευτεί, ξεκίνησαν τα σχέδια για την ανασύσταση της λίμνης Κάρλας.
Το Δεκέμβριο του 2010 άρχισαν τα έργα για τον επαναπλημμυρισμό μέρους της πρώην λίμνης Κάρλας με άντληση νερού από τον ποταμό Πηνειό. Το έργο συνέβαλε μεταξύ άλλων στην αντιπλημμυρική προστασία, την άρδευση 100.000 στρεμμάτων, την ενίσχυση της ύδρευσης της πόλης του Βόλου με 15 εκατ. κυβικά μέτρα νερού ετησίως, ήτοι το 50% των αναγκών της πόλης, τη μερική αποκατάσταση του μικροκλίματος της περιοχής και την αποκατάσταση της πλούσιας χλωρίδας και της πανίδας. Μετά την επιτυχή άρδευση, η Λίμνη «εγκαινιάσθηκε» τον Οκτώβριο του 2018.
Κανείς δεν περίμενε όμως τη συνέχεια αφού το Σεπτέμβριο του 2023, η κακοκαιρία Daniel με τις φονικές πλημμύρες που προκάλεσε στη Θεσσαλία, επηρέασε και την περιοχή της Κάρλας.
Το νερό ακολούθησε τους αρχαίους του δρόμους και μέσα σε δυόμιση ημέρες ξαναδημιουργήθηκε η λίμνη Κάρλα στο αρχικό της μέγεθος, εκεί που ήταν πριν 60 περίπου χρόνια!
Το θυρόφραγμα και τα νεκρά ψάρια
Ένα περίπου χρόνο μετά την καταστροφή του Daniel, το «φάντασμα» του ταλαιπωρημένου οικοσυστήματος της Κάρλας συνεχίζει να πλανάται πάνω από τη Θεσσαλία.
Προερχόμενα από την περιοχή της Κάρλας, νεκρά ψάρια «ταξίδεψαν» μέσω της υδάτινης σύνδεσης της λίμνης με τη θάλασσα στο Βόλο που είναι ο χείμαρρος Ξηριάς. Το θυρόφραγμα είναι εκείνη η «πύλη» που συνδέει το υδάτινο σύστημα της Κάρλας με τον Ξηριά και τον Παγασητικό, το οποίο ανοίγει και κλείνει τεχνικά.
Ωστόσο, τα νεκρά ψάρια φαίνεται ότι δεν προήλθαν από την Κάρλα, αλλά από τα αποστραγγιστικά κανάλια, που εδώ και δεκαετίες χρησιμοποιούνται ως ταμιευτήρες για την άρδευση αγροτικών εκτάσεων.
Όταν το νερό μειώθηκε, επειδή τα νερά αντλήθηκαν για άρδευση αλλά και επειδή το θυρόφραγμα της λίμνης έμεινε ανοιχτό για να εκτονωθούν τα νερά προς τη θάλασσα του Παγασητικού και να μην υπάρξει νέα πλημμύρα, τα ψάρια πέθαναν από την έλλειψη οξυγόνου.
Εκείνο βέβαια που σχεδόν σοκάρει είναι το γεγονός ότι κανένας αρμόδιος φορέας δεν είχε αντιληφθεί την ύπαρξη τόσο μεγάλου πληθυσμού ψαριών μέσα στο υδάτινο σύστημα της ευρύτερης περιοχής. Αν τα δεδομένα είχαν καταγραφεί καλύτερα, θα μπορούσαν να γίνουν προληπτικές παρεμβάσεις, όπως π.χ. να τοποθετηθούν δίχτυα νωρίτερα στον χείμαρρο Ξηριά.
Μιλώντας στο ραδιόφωνο του Πρώτου Προγράμματος, ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας, Δημήτρης Κουρέτας, ανέφερε ότι μετά την κακοκαιρία του Daniel έσπασαν διάφοροι ταμιευτήρες στην περιοχή και το νερό, μαζί με τα ψάρια που περιείχε, κατέληξε στις τάφρους αποστράγγισης, οι οποίες χρησιμοποιούνται ως αρδευτικοί ταμιευτήρες.
«Το θυρόφραγμα ήταν ανοιχτό μέχρι να φύγει το νερό. Επειδή ερχόταν αρδευτικό νερό από πάνω και τη Γυρτώνη για να ποτίσουν τον Κάμπο μέχρι τον Βόλο, το θυρόφραγμα δεν μπορούσε να κλείσει», τόνισε ο Δημήτρης Κουρέτας.
«Αν έκλεινε το θυρόφραγμα, θα πλημμύριζε όλη η περιοχή βόρεια της Κάρλας μέχρι τη Γυρτώνη, μέχρι το Καλαμάκι και θα είχαμε τα ίδια με τα περυσινά. Τι θα μπορούσε να γίνει; Νότια προς το λιμάνι του Βόλου υπάρχουν ο Οργανισμός Λιμένος και ο Δήμος Βόλου, οι οποίοι θα έπρεπε να είχαν τοποθετήσει δίχτυα την Τρίτη. Αν είχαν τοποθετηθεί νωρίτερα, δεν θα υπήρχε πρόβλημα γιατί θα συγκρατούσαν τα ψάρια».
Οι Ολλανδοί και τα νέα έργα
Με αφορμή και το πρόβλημα με τα νεκρά ψάρια, η συζήτηση για νέα έργα αποκατάστασης στην περιοχή, εν μέσω των νέων δεδομένων που φέρνει η κλιματική κρίση, έχει φουντώσει, όπως ακριβώς φούντωσε και η αντιπαράθεση μεταξύ των φορέων.
Το Υπουργείο Υποδομών ανακοίνωσε στα τέλη Αυγούστου ότι εγκρίθηκε από την «κυβερνητική επιτροπή συμβάσεων στρατηγικής σημασίας» η επικαιροποίηση των μελετών αντιπλημμυρικής θωράκισης και αποκατάστασης στη Θεσσαλία.
Τα βασικά έργα, των οποίων οι μελέτες θα αξιολογηθούν, είναι αυτά της Κάρλας και της διώρυγας Γυρτώνης-Κάρλας, καθώς και των φραγμάτων Πύλης και Μουζακίου.
Όπως σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση, η ολλανδική εταιρεία HVA «που έχει εκπονήσει ήδη το στρατηγικό σχέδιο (master plan) για την ανασυγκρότηση της διαχείρισης υδάτων της Θεσσαλίας, έχει υποβάλει προσφορά με την οποία προτίθεται να αναλάβει την επικαιροποίηση και αναβάθμιση των μελετών για τα έργα και επιπλέον συνοδά έργα».
Το κόστος της μελέτης, που υπολογίζεται σε 7 εκατ. ευρώ, θα καλυφθεί από δωρεά της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.