«Ήμασταν εκεί μόνοι μας μέσα στην κόλαση»: Συγκλονιστικές καταθέσεις για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι
Τις στιγμές «κόλασης» που βίωσαν, κατέθεσαν συγγενείς των θυμάτων της τραγωδίας, καταγγέλλοντας ότι δεν ενημερώθηκαν ποτέ και από θύματα έχουν μετατραπεί σε θύτες.
Συγκλονίζουν για ακόμη μια μέρα οι καταθέσεις των τραυματιών αλλά και των συγγενών των θυμάτων από τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι τον Ιούλιο το 2018, στη δίκη για την τραγωδία.
Την Τετάρτη 28 Αυγούστου, μεταξύ των μαρτύρων, στο βήμα βρέθηκε και η Ιρλανδή που βρισκόταν στη χώρα μας με τον σύζυγό της για το γαμήλιο ταξίδι τους, ο οποίος, όμως, έχασε τη ζωή του στην πύρινη λαίλαπα. Η Ζόι Κόλαχαν μέχρι σήμερα υπόκειται σε προσπάθειες αποκατάστασης των εγκαυμάτων της από εκείνη τη μέρα, ενώ δε μπορεί να ξεπεράσει την απώλεια του αγαπημένου της.
«Ο λόγος που ήθελα να σας μιλήσω σήμερα, είναι ότι 6 χρόνια μετά όχι μόνο έχω τα σημάδια, τα πόδια μου έχουν αλλοιωθεί και κάνω ακόμα θεραπεία με λέιζερ. Προσπαθούν να βρουν χειρουργικές λύσεις αλλά ο χειρουργός μου έχει πει ότι πρέπει να ζω με το σώμα μου όπως είναι. Έχασα τον αγαπημένο μου κι από τότε, αν και οι φίλοι μου μου λένε να προχωρήσω, δεν έχω αγάπη, δεν έχω σχέσεις, ντρέπομαι για το σώμα μου και δεν θέλω να το δει κανείς. Δεν θα έπρεπε, άλλοι είναι αυτοί που θα πρέπει να νιώσουν άσχημα. Και κάθε νύχτα που κλείνω τα μάτια μου είμαι πίσω στο Μάτι. Μου λείπει ο Μπράιαν. Και το μόνο που βλέπω στα όνειρα μου είναι το Μάτι, πως χάνω τον Μπράιαν. Μπορεί να νομίζετε ότι 6 χρόνια είναι πολύς χρόνος αλλά για μένα το Μάτι είναι μια ισόβια καταδίκη», αναφέρει χαρακτηριστικά.
«Κανείς δεν ήταν εκεί για να μας βοηθήσει, σαν να ήμασταν εγκαταλελειμμένοι»
«Δεν μας τηλεφώνησε κανείς, δεν μας προειδοποίησε κανείς, ούτε ένας συναγερμός. Το καταλάβαμε όταν έπιασε φωτιά ο κήπος. Κανείς δεν ήταν εκεί για να μας βοηθήσει. Σαν να ήμασταν εγκαταλελειμμένοι. Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν έχουμε απαντήσεις. 104 άτομα έχουν χαθεί κι άλλοι ζούμε σαν ζωντανοί νεκροί και δεν έχει τιμωρηθεί κανείς.
Ήταν μια ζέστη από την κόλαση. Υπήρχε σκοτάδι, καπνός, μια φωτιά τόσο δυνατή που δεν ακούγαμε ο ένας τον άλλον» ανέφερε.
Μάλιστα, στον δρόμο συνάντησαν πέντε παιδιά μόνα τους. Η ίδια περιγράφει: «Τα πήραμε μαζί μας και από το πουθενά εμφανίστηκε ένα αυτοκίνητο με 3 ενήλικες. Ανοίξαμε την πόρτα και τα βάλαμε μέσα. Αλλά καταλάβαμε ότι δεν είχε χώρο για εμάς, οπότε μπήκαμε στο πορτ παγκαζ. Οι φλόγες ερχόντουσαν πάνω στο αυτοκίνητο. Τα μαλλιά μου άρπαξαν φωτιά και έλιωναν στο πρόσωπο μου. Ό τι είχε μείνει από το φόρεμα μου είχε πιάσει φωτιά. Και τότε το αμάξι συγκρούστηκε και ένα δέντρο έπεσε πάνω μας και κυρίως πάνω στο Μπράιαν. Το χέρι με το οποίο κρατούσα το αμάξι, είχε λιώσει και με το άλλο κρατούσα τον Μπράιαν. Μόλις τον άφησα έπεσε μέσα στη φωτιά και άρχισε να φωνάζει. Η τελευταία του κουβέντα ήταν «γιατί». Συνέχιζα να φωνάζω το όνομα του ενώ τον έβλεπα να καιγεται ζωντανός. Και μετά έφυγε. Νόμιζα ότι ήμουν μέσα στο φέρετρο μου και θα τον συνοδέψω. Δεν ήθελα να ζήσω… Εκεί που καθόμουν ξαφνικά εμφανίστηκε κάποιος που φορούσε στολή πυροσβέστη και με πήρε μέσα από ένα τείχος φωτιάς».
«Έχουμε φτάσει σε μια δίκη όπου προσπαθούμε να κερδίσουμε το χρόνο για να μην παραγραφεί»
Στο βήμα βρέθηκε και ο Γιώργος Καΐρης, ο οποίος εκείνη τη μοιραία μέρα έχασε τη σύντροφο του. Ο ίδιος εκφράζοντας την οργή του για την εξέλιξη της δίκης για την τραγωδία στο Μάτι, ανέφερε ότι «μετά την κοίμηση της ξεκίνησε ο γολγοθάς. Ο Δήμος είχαν ανύπαρκτος, δεν είχαν ούτε λίστα νεκρών, ούτε τίποτα. Το 112 δεν λειτούργησε. Στην Κινέτα εκκενώθηκαν τρία χωριά, σε εμάς τίποτα. 77 λεπτά έκαιγε η φωτιά ανεξέλεγκτη. Και ο κύριος Τόσκας δεν βρήκε υπηρεσιακό λάθος… ο κύριος Τερζούδης είπε ότι θα έκανε το ίδιο».
«Έχουμε φτάσει σε μια δίκη για πλημμελήματα, είναι σαν να δικάζουμε μια ζημιά σε ένα αυτοκίνητο. Ντρέπομαι… δυστυχώς νιώθω ότι μας κοροϊδεύουν όλους. Έχουμε φτάσει σε μια δίκη όπου προσπαθούμε να κερδίσουμε το χρόνο για να μην παραγραφεί».
«Από θύματα γίναμε θύτες»
Η Καλίτσα Αναγνώστου και ο τότε 5,5 ετών γιος της μπορεί να γλίτωσαν τον θάνατο, όμως ως πολυεγκαυματίες, θα ταλαιπωρούνται ισόβια με τα τραύματα από εκείνη τη μέρα. «Ο γιος μου μέχρι σήμερα προσπαθεί να αποκαταστήσει τα τραύματα. 6 χρόνια με απίστευτο αγώνα και ταλαιπωρία για να ανταπεξέλθει σε αυτό. Θα είναι εσαεί ασθενής λόγω των εγκαυμάτων. Έχουμε καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη εμείς που απλά κοιμόμασταν εκείνο το απόγευμα. Από θύματα σε θύτες γιατί δεν ήμασταν εκεί, γιατί δεν κάναμε αυτά που περίμεναν, καταδικασμένοι στον πιο βάρβαρο θάνατο οι 104 και οι υπόλοιποι εγκαυματιες σε ισόβια κάθειρξη».
Η ίδια συγκλονίζει: «Ήμασταν εκεί μόνοι μας μέσα στην κόλαση του Δάντη, με ανθρώπους να ουρλιάζουν τη μια στιγμή και μετά να σκάνε, γιατί δεν έκαναν το βασικό, να μας πούμε να φύγουμε…. Ούτε καν εκκένωση, απλά να φύγουμε από τη Μαραθώνος. Ακούστηκε για άναρχη δόμηση του Ματιού και για το ότι δεν ξέραμε που να πάμε… για τους νεκρούς φταίμε οι ίδιοι γιατί ήμασταν εκεί. Δικές τους ευθύνες δεν υπάρχουν. Περάσαμε 19 μήνες να ακούμε παραποιήσεις της αλήθειας και να λένε πως όλα καλά τα κάνανε».