Η συγγνώμη του Πάπα για τις ομοφοβικές αναφορές που προκάλεσαν σάλο
Ο ποντίφικας ζητά συγγνώμη «από όσους αισθάνθηκαν προσβεβλημένοι από τον όρο που αναφέρθηκε από άλλους»
Μετά τη «θύελλα» αντιδράσεων που προκάλεσε το σχόλιο του Πάπα για τους ομοφυλόφιλους, ήρθε και η συγγνώμη από τον ίδιο για το περιστατικό.
Συγκεκριμένα, ο Πάπας Φραγκίσκος, μετά τον σάλο που προκάλεσαν οι ομοφοβικές αναφορές για τους γκέι στην καθολική εκκλησία, προχώρησε σε αναδίπλωση με αποτέλεσμα να ζητήσει συγγνώμη.
Ο Πάπας Φραγκίσκος φέρεται ότι χρησιμοποίησε τον υβριστικό και υποτιμητικό όρο «frociaggine», που μεταφράζεται ως «αδερφή» προκειμένου να εκφράσει τη διαφωνία του με την ένταξη των ομοφυλόφιλων σε ιερατικές σχολές.
Το Βατικανό αναφέρει ότι ο ποντίφικας δεν είχε πρόθεση να χρησιμοποιήσει ομοφοβική γλώσσα και ζητά συγγνώμη από όποιον προσβλήθηκε από αυτή.
Ο Πάπας Φραγκίσκος «δεν είχε ποτέ πρόθεση να προσβάλει ή να εκφραστεί με ομοφοβικούς όρους και ζητά συγγνώμη από όσους αισθάνθηκαν προσβεβλημένοι από τον όρο που αναφέρθηκε από άλλους», αναφέρεται σε ανακοίνωση που εξέδωσε ο εκπρόσωπος του Βατικανού.
Η προσβλητική λέξη φέρεται να ειπώθηκε από τον Πάπα κατά τη διάρκεια συνάντησης κεκλεισμένων των θυρών με επισκόπους στη Ρώμη την επόμενη εβδομάδα, όπου φέρεται να συζήτησαν για το εάν ομοφυλόφιλοι άνδρες θα πρέπει να γίνονται δεκτοί στα καθολικά σεμινάρια.
Τα ιταλικά μέσα «La Repubblica», «Corriere» και «Adnkronos» επικαλέστηκαν μη κατονομαζόμενους επισκόπους, οι οποίοι δήλωσαν ότι ο ποντίφικας εννοούσε τον υποτιμητικό όρο ως «αστείο», ωστόσο υπήρξε έκπληξη από τους παριστάμενους. Ένας επίσκοπος δήλωσε στην Corriere della Sera ότι ο ποντίφικας μπορεί να μην γνώριζε ότι ο όρος ήταν προσβλητικός.
Οι εφημερίδες La Repubblica και Corriere ανέφεραν ότι υπήρξε μια συνάντηση μεταξύ επισκόπων τον Νοέμβριο κατά την οποία αποφασίστηκε ότι οι ομοφυλόφιλοι άνδρες θα μπορούσαν να γίνουν δεκτοί στα σεμινάρια, εφόσον δεν εξασκούσαν τη σεξουαλικότητά τους, αλλά ότι η κίνηση αυτή τελικά σταμάτησε από τον Πάπα, που διαφωνούσε με ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θεωρώντας ότι υπάρχει κίνδυνος για τους ιερείς να ζουν διπλή ζωή.