Η Νότια Αφρική μετά τον Νέλσον Μαντέλα: Υπάρχει ακόμη ελπίδα;
Στις 5 Δεκεμβρίου 2013 αφήνει την τελευταία του πνοή ο πρώην πρόεδρος της Νοτίου Αφρικής, Νέλσον Μαντέλα: ένας εθνικός ήρωας, ένα σύμβολο και κάτοχος του Νόμπελ Ειρήνης.
Σχεδόν 30 χρόνια έχουν περάσει απ' όταν ο Τάτα Μαντίμπα, όπως τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά οι Νοτιοαφρικανοί, συνυπέγραψε με τον Φρεντερίκ ντε Κλερκ το τέλος του απαρτχάιντ οδηγώντας τη χώρα στη Δημοκρατία – δημιουργώντας ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον.
Ως o πρώτος δημοκρατικώς εκλεγείς πρόεδρος της Νοτίου Αφρικής ο Μαντέλα ίδρυσε το Έθνος Ουράνιο Τόξο με το όραμα για ένα κράτος δικαίου και με την ισότητα ευκαιριών ως ακρογωνιαίο λίθο μίας συμπεριληπτικής κοινωνίας: εκπαίδευση για όλους, καλές υγειονομικές υπηρεσίες και θέσεις εργασίας, με προτεραιότητα το εθνικό συμφέρον.
Όμως από την κληρονομιά του Μαντέλα δεν έχουν μείνει και πολλά. «Εάν ο Μαντέλα ζούσε ακόμη, θα απογοητευόταν βαθιά από τις σημερινές συνθήκες», λέει ο κοινωνιολόγος Ρότζερ Σάουθολ από το Πανεπιστήμιο Witwaterstand στο Γιοχάνεσμπουργκ. «Θα έλεγε πως η κυβέρνηση έχει χάσει τον δρόμο της».
Το τέλος του οράματος του Ουράνιου Τόξου
Το κόμμα του Μαντέλα, το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο (ANC), που κυβερνά από το 1994 με απόλυτη πλειοψηφία, καταστρέφει όλο και περισσότερο τη χώρα εδώ και τρεις δεκαετίες. Η φτώχια, η ανεργία και η εγκληματικότητα αυξάνονται διαρκώς. Το υγειονομικό και εκπαιδευτικό σύστημα καταρρέουν, ενώ η κυβέρνηση είναι έρμαιο της διαφθοράς, των πελατειακών σχέσεων και της ανικανότητας. Οι κρατικές εταιρείες χρεοκοπούν και το διαρκώς μεγαλύτερο δημοσιονομικό έλλειμμα επιδεινώνει ακόμη περισσότερο την οικονομική κρίση.
«To όνειρο του Μαντέλα για μία μη ρατσιστική κοινωνία, που θα μεριμνά για όλους και δεν θα περιθωριοποιεί κανέναν, έχει καταρρεύσει. Σε όλους τους τομείς κάνουμε βήματα προς τα πίσω», λέει ο Γουίλιαμ Γκουμέντε, πρόεδρος του ιδρύματος Democracy Works – κάτι που αντικατοπτρίζεται και στην ανεργία στους νέους, που ξεπερνάει το 60%.
Ο Μαντέλα, ένας δημοκράτης ψυχή τε και σώματι, διετέλεσε πρόεδρος για πέντε χρόνια. Το 1999 δεν έθεσε υποψηφιότητα, για να δώσει χώρο σε άλλα μέλη του κόμματος. Οι Νοτιοαφρικανοί είναι διχασμένοι για το κατά πόσο αυτή ήταν μία σωστή απόφαση – διότι με την αποχώρηση του Μαντέλα οι πολιτικές και οικονομικές συνθήκες επιδεινώθηκαν.
O διάδοχός του Τάμπο Μπέκι αρνήθηκε πως η ασθένεια του AIDS οφειλόταν στον ιό HIV και δεν επέτρεψε τη διανομή φαρμάκων κατά του AIDS στη Νότια Αφρική. Μία απόφαση που, σύμφωνα με έρευνα του Χάρβαρντ, προκάλεσε τον θάνατο 330.000 πολιτών. Μετά τον Μπέκι ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ο Τζέικομπ Ζούμα (2009-2018), ο οποίος έγινε συνώνυμο της κατάχρησης εξουσίας. Ο Ζούμα βρέθηκε επανειλημμένα ενώπιον της δικαιοσύνης, με κατηγορίες για διαφθορά, ξέπλυμα χρήματος και απάτες ύψους δισεκατομμυρίων, με επαπειλούμενη ποινή κάθειρξης έως και 25 ετών. Όμως μέχρι σήμερα η δίκη συνεχώς αναβάλλεται.
Συστηματική υπονόμευση του κράτους
Όταν το 2018 ανέλαβε την προεδρία ο Σίριλ Ραμαφόζα, πολλοί ήλπιζαν πως ο 71χρονος θα ακολουθούσε τα βήματα του Μαντέλα και θα διόρθωνε τα λάθη του ANC. Ωστόσο γρήγορα αποδείχθηκε πως ο Ραμαφόζα ήταν ανήμπορος να λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις ενάντια στις ισχυρές δομές του ANC – τα μέλη του οποίου εξακολούθησαν να πλουτίζουν σε βάρος του κράτους.
Στο βιβλίου του "After Dawn” («Μετά την αυγή») ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Μκεμπίσι Τζόνας (2014-2016) περιγράφει τη Νότια Αφρική ως μία χώρα που διαρκώς καταστρέφεται από την κυβερνώσα ελίτ, όπου «η διαφθορά εξαπλώνεται, η λειτουργία και η νομιμότητα του κράτους υποβαθμίζονται, η εμπιστοσύνη των επενδυτών και συνεπώς ο όγκος των επενδύσεων μειώνονται, η οικονομία είναι στάσιμη, η ανεργία αυξάνεται και, λόγω της άνισης κατανομής των εισοδημάτων και του πλούτου, οι κοινωνικές τριβές εντείνονται». Αντί να προωθήσει μία συμπεριληπτική οικονομική ανάπτυξη, η κυβερνώσα παράταξη στρέφεται στον λαϊκισμό, γράφει ο Τζόνας. Στα ανωτέρω συμφωνεί και ο Τζάκι Σίλιερς, πολιτικός αναλυτής στην Πρετόρια: «Το ANC έχει ζημιώσει σημαντικά τη χώρα. Πρόκειται για μία τραγωδία. Η Νότια Αφρική βρίσκεται σε βαθιά κρίση».
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Νοτίου Αφρικής δεν είναι πλέον η διαμάχη των μαύρων με τους λευκούς, αλλά η αυξανόμενη οικονομική αδικία. Πρόκειται για τη χώρα με το μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών παγκοσμίως, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα – εκεί όπου υπάρχουν οι "Black Diamonds”, εκατομμυριούχοι μαύροι επιχειρηματίες και πολιτικοί, τη στιγμή που η ανεργία στους νέους πλήττει κυρίως τους μαύρους.
Ο Μαντέλα ως άσος στο μανίκι της κυβέρνησης
Μέχρι στιγμής η απογοήτευση των Νοτιοαφρικανών δεν αντανακλάται στα εκλογικά αποτελέσματα: από το 1994 το ANC κυβερνά με απόλυτη πλειοψηφία. Όμως αυτό θα μπορούσε να αλλάξει στις εκλογές του 2024: το ANC μπορεί βέβαια να παραμείνει στην εξουσία, ίσως αναγκαστεί όμως για πρώτη φορά να συνάψει συμμαχίες με μικρότερες παρατάξεις.
Η κυβέρνηση κρατάει τον Μαντέλα ως έναν άσο στο μανίκι, το έργο του οποίου επικαλείται τόσο σε εγχώριο, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Αν και όλοι οι πολιτικοί δείκτες της χώρας είναι στο κόκκινο, πολλοί κάνουν τα στραβά μάτια, εμμένοντας απεγνωσμένα στην πεποίθηση πως η Νότια Αφρική είναι η πλέον προοδευτική χώρα της ηπείρου, μία χώρα όπου εξακολουθεί να υπάρχει διάθεση για μεταρρυθμίσεις και καινοτομίες. «Στην πραγματικότητα όμως τα ιδανικά του Μαντέλα δεν λαμβάνονται υπόψιν εδώ και καιρό», τονίζει ο Σάουθολ.
Η Νότια Αφρική έχει τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης – ούσα πλούσια σε διαμάντια, χρυσό, πλατίνα, μαγγάνιο και ουράνιο, με εύρωστο ιδιωτικό τομέα και θεσμικό σύστημα. Ωστόσο, «το ANC δυστυχώς δεν θέλει να επενδύσει σε πραγματικούς μοχλούς ανάπτυξης, όπως οι καλές υποδομές, η εκπαίδευση και οι υγειονομικές υπηρεσίες», λέει ο Σίλιερς. Μένει μονάχα ένα πράγμα: η ελπίδα πως από το ANC θα προκύψει άμεσα ένας νέος Μαντέλα. Ή τουλάχιστον ένας φιλόδοξος πολιτικός, που θα δράσει με γνώμονα το συμφέρον του λαού.
Πηγή: DW