Επίδομα αδείας: Το ποσό που δικαιούται ο εργαζόμενος, πότε πρέπει να πληρωθεί
Τι αναφέρει η Επιθεώρηση Εργασίας για τον υπολογισμό του ποσού και το χρόνο καταβολής.
Το καλοκαίρι είναι εδώ και οι εργαζόμενοι κάνουν το πλάνο των διακοπών τους, υπολογίζοντας και στο επίδομα αδείας.
Κατά τη διάρκεια της άδειας, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει από τον εργοδότη τις αποδοχές που θα λάμβανε αν εκτελούσε κανονικά την εργασία του στην επιχείρηση, κατά τον αντίστοιχο χρόνο της άδειάς του. Ωστόσο, δικαιούται και επίδομα αδείας. Το επίδομα αδείας δεν μπορεί να υπερβεί για όσους αμείβονται με μισθό το μισό μισθό και για όσους αμείβονται με ημερομίσθιο τα 13 ημερομίσθια.
Ειδικότερα η Επιθεώρηση Εργασίας αναφέρει: Σύμφωνα σύμφωνα με το άρθρο 3 του Α.Ν. 539/45, κατά τη διάρκεια της αδείας του ο μισθωτός δικαιούται να λάβει τις «συνήθεις αποδοχές», δηλαδή τις αποδοχές εκείνες που θα ελάμβανε εάν εργαζόταν στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο. Στις αποδοχές περιλαμβάνεται ότι καταβάλλεται στο μισθωτό τακτικώς και μονίμως ως αντάλλαγμα της εργασίας του (Εφ. Αθ. 1950/1995).
Αποδοχές, μεταξύ άλλων, αποτελούν και : α) η αμοιβή για τακτική εργασία κατά Κυριακή, εορτές ή νύκτα (Α.Π. 659/2003, Α.Π. 1449/2002, Α.Π. 273/93, Α.Π. 540/85, Α.Π. 1318/84 κλπ), β) η αμοιβή για υπερεργασία, εφόσον αυτή παρέχεται τακτικά (Α.Π. 702/2002, Α.Π. 703/2002, Α.Π. 588/93, Εφ. Αθηνών 371/85 κλπ), γ) η αμοιβή για νόμιμη τακτική υπερωρία που θα πραγματοποιούσε ο μισθωτός κατά το διάστημα της αδείας του, αν εργαζόταν κατά το διάστημα αυτό (Α.Π. 911/1986, Εφ. Αθηνών 1950/1995 κλπ).
Στις αποδοχές αδείας, δεν υπολογίζονται, μεταξύ άλλων η αποζημίωση για παράνομη υπερωριακή εργασία (Α.Π. 1339/2005), ούτε η αναλογία των δώρων εορτών (Εφ. Αθ. 1950/1995), διότι οι αποδοχές αδείας συσχετίζονται με τις αποδοχές του διαστήματος της άδειας και όχι αορίστως με τις τακτικές αποδοχές όπως συμβαίνει με τα δώρα (επιδόματα) εορτών στα οποία υπολογίζεται η αναλογία του επιδόματος αδείας.
Επίδομα Αδείας
Εκτός από τις αποδοχές αδείας οι μισθωτοί δικαιούνται να λάβουν και «Επίδομα αδείας» (άρθρο 3 του Ν. 4504/66). Το δικαίωμα λήψης επιδόματος αδείας, αποτελεί συνακόλουθο του δικαιώματος λήψης κανονικής αδείας και υπολογίζεται όπως και οι αποδοχές αδείας, είναι δηλαδή ίσες προς το σύνολο των αποδοχών αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί, για όσους μεν αμείβονται με μισθό, τον μισό μισθό, για όσους δε αμείβονται με ημερομίσθιο ή ωρομίσθιο ή ποσοστά, τα 13 ημερομίσθια.
Χρόνος καταβολής
Τόσο οι αποδοχές αδείας όσο και το επίδομα αδείας προκαταβάλλονται στον μισθωτό κατά την έναρξη της αδείας του, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 8 του Α.Ν. 539/45, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 3 του Ν.Δ. 4547/1966.
Αποδοχές αδείας και επιδόματος αδείας επί λύσεως της σχέσεως εργασίας
Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας μισθωτού με οποιονδήποτε τρόπο (απόλυση, αποχώρηση απ’ την εργασία κ.λ.π.) πριν λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, ο μισθωτός δικαιούται τις αποδοχές τις οποίες θα έπαιρνε αν του είχε χορηγηθεί άδεια (άρθρο 1, παρ. 3 του Ν.1346/1983)