Το υψηλό κόστος διαβίωσης, η αβεβαιότητα στην εργασία, τα υψηλά ποσοστά μετανάστευσης, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής και φυσικά η γονιμότητα…
Όλα κρίκοι της ίδιας αλυσίδας που “τροφοδοτεί» το δημογραφικό πρόβλημα στη χώρα μας. Η πληθυσμός της Ελλάδας γερνάει και συνεπώς μειώνεται, με ρυθμούς όμως ανησυχητικούς. Σύμφωνα με τον Διευθυντή του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών (ΙΔΕΜ), Βύρωνα Κοτζαμάνη, με τον οποίο συνομιλήσαμε, το 2023 οι γεννήσεις ήταν λίγο χαμηλότερες από 72.000, συγκεκριμένα 71.500 και οι θάνατοι περίπου 126.000 .
Καταγράφηκε δηλαδή, μια αρνητική διαφορά της τάξεως των 56.000 στη «ζυγαριά», όπως αυτή αποτυπώνεται με βάση τα τελευταία δεδομένα. Το ερώτημα όμως είναι τι αναμένεται να γίνει τις επόμενες δύο με τρεις δεκαετίες;
Αύξηση των θανάτων τα επόμενα χρόνια
«Οι θάνατοι δεν πρόκειται να πέσουν κάτω από 128.000 (ετησίως) , γιατί έχουμε όλο και περισσότερους ηλικιωμένους. Επομένως όσο αυξάνεται ο πληθυσμός άνω των 65, τόσο θα αυξάνεται και ο αριθμός των θανάτων. Άρα τις επόμενες δύο με τρεις δεκαετίες, θα κυμανθούν περίπου στις 130.000, κατά μέσο όρο. Αν πάρουμε μέτρα για να μειώσουμε τους θανάτους στις μεγάλες ηλικίες, ο αριθμός αυτός θα πέσει κατά μέσο όρο –κάθε χρόνο- στις 128.000 . Αυτό όμως θα είναι.
Σε ότι αφορά στις γεννήσεις τώρα…Αν δεν πάρουμε μέτρα για ν’ αναστρέψουμε το μη ευνοϊκό για την οικογένεια και το παιδί περιβάλλον, ο μέσος όρος των γεννήσεων για την επόμενη 25ετία θα είναι γύρω στις 68.000 με 70.000 . Το 2050 συνεπώς, η ζυγαριά αυτή θα δίνει 1.500.000 λιγότερους. Ο συνολικός πληθυσμός δηλαδή, θα είναι 1.500.000 λιγότερος. Αν δεν πάρουμε κάποια μέτρα, να μειώσουμε λίγο τη θνησιμότητα στις μεγάλες ηλικίες και ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον, δεν θ’ αλλάξει η ζυγαριά να γίνει θετική, αλλά τουλάχιστον αντί για 1,5 εκατομμύριο μείον, θα είμαστε μείον 1,1 εκατομμύριο. Η μείωση του πληθυσμού θα είναι 400 χιλιάδες μικρότερη. Κι όλο αυτό όλο με την προϋπόθεση ότι η μετανάστευση - δηλαδή είσοδοι και έξοδοι από τη χώρα μας, αυτό που λέμε μεταναστευτικό ισοζύγιο- θα είναι μηδενική.»
Οι δημογραφικές προβλέψεις για τις επόμενες δεκαετίες, προβληματίζουν. Η Ελλάδα αλλάζει και όχι προς το καλύτερο. Όλο και λιγότερα παιδιά έως τεσσάρων ετών, όλο και λιγότερες γυναίκες σε αναπαραγωγικές ηλικίες. Ήδη, τα τελευταία χρόνια, ο πληθυσμός άνω των 80 ετών στη χώρα μας αυξήθηκε κατά 132%, ενώ ο αριθμός των παιδιών κάτω των 10 ετών μειώθηκε κατά 18%, μας λέει ο κύριος Κοτζαμάνης…
Η Ελλάδα με ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά γήρανσης μέχρι το 2060
«Ο αριθμός των ηλικιωμένων μας, ό,τι και να κάνουμε θα αυξηθεί κατά 650.000 με 700.000. Επομένως οι κάτω των 65 ετών, θα μειωθούν από 2.200.000 έως 1.700.000 κι έτσι θα έχουμε ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά γήρανσης μέχρι το 2060. Για την ακρίβεια, ο συνολικός πληθυσμός της χώρας θα μειωθεί, ο αριθμός των ηλικιωμένων άνω των 65 θα αυξηθεί και θα μειωθούν όλοι οι υπόλοιποι.
Δηλαδή η μείωση θα προκύψει από τους 65 και κάτω, γιατί έχουμε ένα πολύ περιορισμένο αριθμό γεννήσεων. Το 1955 είχαμε 155.000 γεννήσεις. Το 1990 είχαμε 100.000 γεννήσεις. Την προηγούμενη δεκαετία, κατά μέσο όρο κάθε χρόνο, είχαμε 92.000 γεννήσεις και την τρέχουσα δεκαετία, έχουμε 72.000. Αυτό οφείλεται στο ότι τα ζευγάρια που γεννήθηκαν από το 1960 και μετά, κάνουν όλο και λιγότερα παιδιά σε σχέση με τους γονείς τους.» Η πορεία των γεννήσεων ακολουθεί πτωτική πορεία από την εποχή των γιαγιάδων μας.
- 1000 γυναίκες, έκαναν 2.300 παιδιά το 1935.
- Οι κόρες τους -πάντα 1000 γυναίκες- το 1960 έκαναν γύρω στα 2.000 παιδιά,
- Για όσα παιδιά γεννήθηκαν γύρω στο 1980, η εκτίμηση είναι ότι οι 1000 γυναίκες θα κάνουν 1.450 παιδιά, τα οποία θα ζήσουν όλα.
Με λίγα λόγια, όσο περνούν τα χρόνια, υπάρχει αυτό το χάσμα ανάμεσα στον αριθμό των παιδιών που κάνουμε και στον αριθμό που επιθυμούμε σε σχέση με άλλες χώρες, ενώ τεκνοποιούμε σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία από αυτή που επίσης επιθυμούμε, σημειώνει ο Διευθυντής του ΙΔΕΜ…
Θέλουν περισσότερα παιδιά αλλά δεν το τολμούν
«Δεν έχει νόημα να συζητούμε γιατί οι προγιαγιάδες μας έκαναν τέσσερα παιδιά. Το ερώτημα είναι το εξής. Σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες τα νέα ζευγάρια, αυτοί που γεννήθηκαν το 1980, θέλουν να κάνουν λίγο περισσότερα από δύο παιδιά. Παντού. Όλες οι έρευνες λένε το ίδιο πράγμα. 2,2 με 2,3. Ανάμεσα στις 27 χώρες της Ε.Ε υπάρχουν σχεδόν 10 χώρες όπου τα νέα ζευγάρια, κάνουν τον αριθμό παιδιών που είναι κοντά σε αυτό που επιθυμούν.
Δηλαδή κάνουν από 1,8 έως 2. Κοντά δηλαδή, δεν υπάρχει χάσμα. Υπάρχει όμως και μια σειρά από άλλες χώρες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα -συνολικά πέντε με έξι- όπου τα ζευγάρια καταγράφουν μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον αριθμό των παιδιών που επιθυμούν, με τον αριθμό που κάνουν.
Επιθυμούν δηλαδή 2,2 με 2,3 αλλά κάνουν 1,4. Το ερώτημα είναι γιατί; Αν απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα , θα δούμε τι έχουν παραπάνω αυτοί που επιθυμούν να κάνουν περισσότερα παιδιά από εμάς. Πολύ απλά στη χώρα μας δεν υπάρχει ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την οικογένεια και το παιδί, σε σχέση με τις άλλες 10 χώρες που έχουν ένα ευνοϊκότατο περιβάλλον.»
Προς πληθυσμό με γυναίκες άνω των 90 ετών
Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και θα κληθούμε να τους αντιμετωπίσουμε σύντομα. Το 2040, τα παιδιά έως 15 ετών θα είναι λιγότερα κατά 11% στη χώρα μας, ενώ το 2070, οι παραγωγικές ηλικίες -40 έως 60 ετών- θα μειωθούν σημαντικά. Το ίδιο και οι γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία έως 45 ετών. Αλλά και ο αριθμός των ανδρών, που κατά μέσο όρο ζουν 4 με 5 χρόνια λιγότερα από τις γυναίκες, θα συρρικνωθεί δραματικά, με τις γυναίκες άνω των 90 να αποτελούν την πολυπληθέστερη ομάδα το 2070.
Γιατί όμως τα ζευγάρια, παρόλο που βλέπουν ότι βρισκόμαστε στα όρια της δημογραφικής κατάρρευσης, δεν παίρνουν εύκολα την απόφαση να κάνουν παιδί; Ο κύριος Κοτζαμάνης, εξηγεί μέσω του Flash.gr, τους λόγους… «Αυτό συνίσταται από αρκετά πράγματα»:
- Στη χώρα μας η έλευση ενός παιδιού και το μεγάλωμά του κοστίζει υπερβολικά, σε σχέση με άλλες χώρες. Γι αυτό και στις άλλες χώρες κάνουν τον αριθμό των παιδιών που επιθυμούν, στην ηλικία που το επιθυμούν, νωρίτερα από εμάς.
- Οι ασυμβατότητες ανάμεσα στην οικογενειακή ζωή και στην εργασιακή ζωή κι εκεί υπάρχουν, αλλά είναι λιγότερο έντονες.
- Ο επόμενος άξονας είναι οι έμφυλες διακρίσεις ανάμεσα στο δημόσιο βίο και στον ιδιωτικό. Ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες δηλαδή, όπου είναι λιγότερο έντονες από εμάς. Εδώ η γυναίκα δαπανά πολύ περισσότερο χρόνο στο μεγάλωμα των παιδιών.
- Η σχέση εργασίας και η αβεβαιότητα σε ότι αφορά στο μέλλον είναι πολύ λιγότερο έντονη στις άλλες χώρες.
- Τα εισοδήματά τους είναι πολύ υψηλότερα από τα δικά μας.
- Υπάρχει ένα κράτος πρόνοιας το οποίο δίνει τη δυνατότητα και στους νεότερους και στους λιγότερο νέους -δηλαδή και σε αυτούς που θέλουν να κάνουν παιδιά, αλλά και σε αυτούς που έχουν κάνει- ν’ αντιμετωπίσουν τις ατυχίες της ζωής τους, όπως προβλήματα υγείας και απασχόλησης. Να μην οδηγηθούν στα τάρταρα και να μην αποκλειστούν .
- Το θέμα της στέγασης των νέων ζευγαριών.
Αυτό το θέμα που αλλού αμβλύνεται και το ίδιο μπορεί να γίνει και στη χώρα μας, μ’ ένα πρόγραμμα κοινωνικής κατοικίας. Αυτό σημαίνει μια οργανωμένη δόμηση και μια συνεργασία δήμων, περιφερειών και κράτους, όπου θα έχουν ως στόχο να προσφερθεί κατοικία σε αυτά τα ζευγάρια, με χαμηλό ενοίκιο. Όπως έχουν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.»
Εθνικό σχέδιο για να αναστραφεί η εικόνα
Ως «απάντηση» στο πρόβλημα που «απειλεί» τη χώρα μας, η ελληνική κυβέρνηση φέρνει το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Δημογραφικό, που εκπόνησε το Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας.
Το Σχέδιο αυτό που καλύπτει όλες τις ηλικιακές ομάδες και το οποίο έχει ορίζοντα δεκαετίας -έως το 2035- δεν περιορίζεται απλά στην προσπάθεια ανάκαμψης των γεννήσεων, αλλά προσβλέπει στη συνολική διαχείριση των επιπτώσεων της αλλαγής που έχει επέλθει στην ηλικιακή δομή του πληθυσμού.
Ένα βήμα σίγουρα θετικό, σημειώνει ο κύριος Κοτζαμάνης, με αρκετά κενά όμως, δηλώνει…
«Η παρούσα κυβέρνηση πήρε την απόφαση να κάνει ένα Εθνικό σχέδιο δράσης για το δημογραφικό και το κοστολόγησε χονδρικά. Λέει 20 δισ. στα 10 χρόνια . Μια χαρά. Από εκεί και πέρα έχει διάφορες ελλείψεις , διάφορες αδυναμίες , έχει διάφορα προβλήματα…Πάσχει από ιεράρχηση των στόχων, πάσχει από ιεράρχηση των χώρων, πάσχει από ιεράρχηση σαφών στόχων… Από εκεί και πέρα, πάλι καλά που κάτι γίνεται , αλλά αυτό που γίνεται είναι σε αναντιστοιχία με τις ανάγκες αυτού που πρέπει να γίνει και με τον τρόπο που πρέπει να γίνει.