Αμφιλοχία: Τα κενά νόμου που όπλισαν ξανά τον γυναικοκτόνο παρά τη σύλληψή του
Πώς και γιατί είχε δοθεί ξανά το κυνηγετικό όπλο στον 43χρονο, μετά τη σύλληψή του τον Μάιο - Τι αναφέρει η ΕΛ.ΑΣ.
Το σκηνικό είναι επαναλαμβανόμενο. Κάθε φορά, μετά από μια γυναικοκτονίες, να αναρωτιέται κανείς τα πώς και τα γιατί οδήγησαν εκεί. Και στην περίπτωση της τραγωδίας που συνέβη τα ξημερώματα του Σαββάτου (13/07) στην Αμφιλοχία, υπάρχει «αμαρτωλό» παρελθόν.
Όπως έγινε γνωστό, η 37χρονη γυναίκα είχε μηνύσει δύο φορές τον εν διαστάσει σύζυγό της για ενδοοικογενειακή βία και απειλή. Το ερώτημα που προκύπτει ωστόσο, είναι πώς ο 43χρονος εξακολουθούσε να έχει (νόμιμα) στην κατοχή του το κυνηγετικό όπλο, με το οποίο σκότωσε την άτυχη γυναίκα και στη συνέχεια έβαλε τέλος και στη δική του ζωή, στρέφοντας την καραμπίνα στο κεφάλι του.
Από την Ελληνική Αστυνομία διευκρινίστηκε ότι ο αυτόχειρας και δράστης της δολοφονίας είχε πάρει πίσω το κυνηγετικό όπλο, με όλες τις νόμιμες διαδικασίες, από τη στιγμή που αθωώθηκε στο δικαστήριο, μετά την πρώτη μήνυση που είχε υποβάλλει η 37χρονη, εκμεταλλευόμενος προφανώς το κενό νόμου που υπάρχει.
Οι διευκρινήσεις της ΕΛ.ΑΣ.
Από την ΕΛ.ΑΣ. διευκρινίστηκε ότι «ο δράστης κατείχε νόμιμα το εν λόγω όπλο, για το οποίο διέθετε σχετική άδεια σε ισχύ και όλα τα απαραίτητα έγγραφα. Την 12η Μαΐου 2024, κατόπιν σχηματισμού δικογραφίας για περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας, από τις αρμόδιες Αρχές είχε αφαιρεθεί το όπλο από την κατοχή του δράστη, ωστόσο, ένεκα αθώωσης αυτού, με απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αγρινίου, και όπως προβλέπεται στην κείμενη νομοθεσία, εφόσον δεν είχε γίνει χρήση του όπλου στο περιστατικό, μετά από 15 ημέρες του αποδόθηκε εκ νέου με σχετική αίτησή του».
Το χρονικό της τραγωδίας
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, ο 43χρονος έφτασε γύρω στις 4 τα ξημερώματα στο σπίτι της γυναίκας, η οποία ωστόσο έλειπε, καθώς βρισκόταν στην εργασία της. Ο άνδρας, που κρατούσε στα χέρια του το κυνηγετικό όπλο, ζήτησε επιτακτικά από την κόρη του να πάρει τηλέφωνο τη μητέρα της. Το έντρομο κορίτσι, πήρε τηλέφωνο τη γειτόνισσα που μένει στον πάνω όροφο και της είπε χαρακτηριστικά: «Φοβάμαι, ο πατέρας κρατάει όπλο».
Η γειτόνισσα έδρασε με μεγάλη ψυχραιμία και άμεσα πήγε στο κάτω διαμέρισμα, πήρε τη μικρή και την πήγε στο σπίτι της, ενώ κατάφερε να κλειδώσει τον 43χρονο στο σπίτι της συζύγου του. Εκείνος, μανιασμένος, τηλεφώνησε στην 37χρονη και της είπε ότι αν δεν επιστρέψει άμεσα στο σπίτι, θα σκοτώσει την κόρη τους.
Η γυναίκα έφτασε σε λίγα λεπτά γεμάτη αγωνία για την τύχη του παιδιού και τότε ο άνδρας (που εξακολουθούσε να είναι κλειδωμένος στο διαμέρισμα) πήδηξε από το μπαλκόνι του πρώτου ορόφου στο καπό του αυτοκινήτου της γυναίκας και την εκτέλεσε, βάζοντας στη συνέχεια τέλος στη ζωή του, μπροστά στα μάτια των γειτόνων που από τη φασαρία είχαν βγει στα μπαλκόνια τους για να δουν τι συμβαίνει.
Οι δύο μηνύσεις και τα κομμένα φρένα
Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο 43χρονος άνδρας είχε αποπειραθεί να δολοφονήσει τη σύζυγό του. Πριν από δύο ήμερες και συγκεκριμένα την Πέμπτη 11 Ιουλίου, η γυναίκα του είχε κάνει μήνυση, καθώς της είχε κόψει τα φρένα στο μηχανάκι της. Υπέβαλε τη μήνυση για ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή, αλλά δεν είχε καταστεί δυνατή η σύλληψη του δράστη στα όρια του αυτοφώρου, καθώς δεν εντοπίστηκε από την αστυνομία.
Η παθούσα είχε δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την εγκατάσταση του Panic Button, ενώ επίσης δεν επιθυμούσε να μεταφερθεί και σε δομή για την ασφάλειά της.
Η πρώτη μήνυση είχε γίνει πριν από έναν μήνα και συγκεκριμένα στις 12 Μαΐου. Ο αυτόχειρας είχε συλληφθεί από τις αστυνομικές αρχές μετά από μήνυση που είχε καταθέσει εις βάρος του η εν διαστάσει σύζυγός του για ενδοοικογενειακή βία, εξύβριση, απειλή και σωματικές βλάβες. Μήνυση είχε καταθέσει και ο ίδιος εις βάρος της συζύγου του για ενδοοικογενειακή βία. Οι δυο συλληφθέντες είχαν οδηγηθεί στον αρμόδιο Εισαγγελέα και στη συνέχεια αθωώθηκαν κατά την εκδίκαση της υπόθεσης.