Αλβανίας Αναστάσιος: Η ζωή και το σημαντικό έργο του ιεραπόστολου Αρχιεπισκόπου
Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας χαρακτηρίστηκε ως μια από τις πιο επιδραστικές μορφές της ορθόδοξης Εκκλησίας τον 20ο και 21ο αιώνα.
Θλίψη στον ορθόδοξο κόσμο προκάλεσε το άκουσμα της είδησης της κοίμησης του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου. Ο μακαριστός εκοιμήθη το Σάββατο (25/01) στον «Ευαγγελισμό», όπου νοσηλευόταν από τις 3 Ιανουαρίου στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας.
Ο -και κατά κόσμον- Αναστάσιος Γιαννουλάτος γεννήθηκε το 1929, διετέλεσε ως ο πρώτος Αρχιεπίσκοπος της αυτοκέφαλης ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αλβανία, από το 1992 έως και την κοίμησή του, ενώ χαρακτηρίστηκε ως μια από τις επιδραστικότερες μορφές της ορθόδοξης Εκκλησίας τον 20ο και 21ο αιώνα με πολύ σημαντικό πνευματικό, συγγραφικό, ιεραποστολικό και κοινωνικό έργο.
Από τον Πειραιά στο ιεραποστολικό κάλεσμα
Ο Αναστάσιος Γιαννουλάτος γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Η κλίση του προς τον Θεό ήταν έμφυτη και ο δρόμος προς την Θεολογική Σχολή ήταν η φυσική δίοδος. Το 1952 πήρε το πτυχίο της Θεολογίας από το πανεπιστήμιο Αθηνών. Η Εκκλησία όμως είχε γίνει η ζωή του νεαρού Αναστάσιου Γιαννουλάτου και έτσι μια άλλη Ζωή η ισχυρή εκκλησιαστική οργάνωση έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της δικής του βιωτής. Αναστάσιος Γιαννουλάτος και Ζωή είναι συνυφασμένοι. Δεκάδες πνευματικά παιδιά του Αναστάσιου που πέρασαν από τις κατασκηνώσεις και τις εκδηλώσεις της Ζωής έχουν σήμερα σημαίνουσες θέσεις στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου.
Ο Αναστάσιος όμως δεν έμεινε μόνο εντός των ελληνικών συνόρων. Μέσα του άνθιζε ένας άλλος σπόρος, η ιεραποστολή. Το 1959 ίδρυσε και διεύθυνε το πρώτο ιεραποστολικό περιοδικό στην Ελλάδα με τίτλο «Πορευθέντες», και τρία χρόνια αργότερα το ομότιτλο «Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο», από το οποίο ξεκίνησε η ελληνόφωνη ιεραποστολική αφύπνιση κατά τον 20ό αιώνα. Το 1960 χειροτονήθηκε Διάκονος και Πρεσβύτερος ενώ το 1964 χειροθετήθηκε Αρχιμανδρίτης. Αυτό ήταν ένα σημαντικό ορόσημο στη βιωτή του Αναστάσιου για μια μεγάλη πορεία, που μάλλον με Γολγοθά έμοιαζε και όχι στρωμένη με ροδοπέταλα. Εκείνη τη χρονιά ο Αναστάσιος ταξιδεύει για πρώτη φορά στην αφρικανική ήπειρο.
Η πρώτη αποστολή στην Αφρική
Κάτω από το κέρας της Αφρικής, στην Ουγκάντα, ο Αναστάσιος κήρυξε το λόγο του Ευαγγελίου. Πορευόμενος μαθήτευε τα έθνη της Αφρικής. Πολλοί λένε ότι ο Αναστάσιος θύμιζε κάτι από τους μαθητές του Ιησού. Ο ίδιος αποστρεφόταν τη σύγκριση αυτή. Μπορεί η ιεραποστολή του Αναστάσιου να ξεκίνησε με ζήλο όμως η ζωή είχε άλλες βλέψεις. Η εύθραυστη υγεία του Αναστάσιου επιβαρύνθηκε πάρα πολύ από τις σκληρές κλιματολογικές συνθήκες στην αφρικανική ήπειρο. Ζέστη, υγρασία, μηδαμινά επίπεδα υγιεινής και ασφάλειας τροφίμων. Ελάχιστη ιατροφαρμακευτική αγωγή και περίθαλψη. Ο Αναστάσιος δεν λάμβανε ιδιαίτερη φροντίδα, όχι κάτι περισσότερο από όσο μπορούσε να έχει το εκεί ποίμνιό του, δηλαδή σχεδόν τίποτα. Ωστόσο ποτέ δεν παραπονέθηκε, ποτέ δεν δυσανασχέτησε. Μέχρι που ήρθε η νόσος των κουνουπιών.
Η ελονοσία ακόμα και σήμερα θερίζει την αφρικανική ήπειρο, πόσο μάλλον πριν από 60 χρόνια. Χτύπησε τον Αναστάσιο σκληρά, ενώ η εύθραυστη υγεία του και το βεβαρυμμένο αναπνευστικό δεν έδιναν πολλές επιλογές. Ο Αναστάσιος αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Όμως, ο ιεραποστολικός σπόρος που έριξε, ρίζωσε και στη γη της Αφρικής αλλά και στην καρδιά του.
Η ιεραποστολική δράση του Αναστάσιου στην Αφρική σε άλλους θύμιζε σενάριο ταινίας, σε άλλους έδειχνε σαν ζώσα ανάμνηση των αποστολικών χρόνων της Εκκλησίας, τότε που η χριστιανική πίστη δεν ήταν ούτε καθιερωμένη, ούτε αποδεκτή. Για πολλούς η ιεραποστολική δράση, όπως αυτή του Αναστάσιου στην Αφρική τη δεκαετία του 1960, θα ήταν το μεγαλύτερο έργο της ζωής τους. Άλλοι αν το τελείωναν θα έριχναν πέτρα πίσω τους. Για τον Αναστάσιο όμως η πρώτη ιεραποστολή στην Αφρική δεν ήταν παρά μόνο το πρελούδιο μιας εντυπωσιακής όπερας, ενός έργου επί το ελληνικόν, του δικού του έργου ζωής.
Πίσω στην Ελλάδα και στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα
Από το 1965 που ο Αναστάσιος επιστρέφει στην Ελλάδα συνεχίζει τις σπουδές του στη Γερμανία. Οι σπουδές του στη Θρησκειολογία προσέφεραν στον Αναστάσιο το επιστημονικό υπόβαθρο ώστε να γράψει ένα μνημειώδες έργο με τίτλο «Ισλάμ», ένα θρησκειολογικό βιβλίο, το οποίο με νηφαλιότητα προσεγγίζει το κοινωνικό και θρησκευτικό σύστημα που θεμελίωσε ο Μωάμεθ.
Ο Αναστάσιος μετά τη Γερμανία επιστρέφει στην Αθήνα συνεχίζει με θέρμη το έργο του. Διατέλεσε πρώτος διευθυντής του Διορθόξοδου Κέντρου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενώ παράλληλα ασκούσε και πανεπιστημιακά καθήκοντα, ως καθηγητής της Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1972 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ανδρούσης. Ένα χρόνο μετά ως Επίσκοπος προσπαθεί να βοηθήσει τους φοιτητές στην εξέγερση στη Νομική Σχολή κατά της χούντας των στρατιωτικών.
Η ζωή, μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, κυλούσε ανάμεσα στα πανεπιστημιακά καθήκοντα και την καθοδήγηση των εκατοντάδων πνευματικών του παιδιών από τη θητεία του στη «Ζωή».
Η δεύτερη Ιεραποστολή στην Αφρική
Ωστόσο η ιεραποστολή στην Αφρική κάλεσε πάλι τον Αναστάσιο. Αυτή τη φορά ως Επίσκοπος Ανδρούσης απάντησε στο κέλευσμα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και υπηρέτησε σε γνώριμα εδάφη, στην ανατολική Αφρική, στην Κένυα, στην Ουγκάντα και τη Τανζανία ως μητροπολίτης Ανατολικής Αφρικής. Βάπτισε τους πρώτους ορθοδόξους και χειροτόνησε 70 γηγενείς ως κληρικούς. Έχτισε δεκάδες ναούς και δημιούργησε κέντρα υγείας και σχολεία για να φτάσει η γνώση ακόμα και στα πιο απομακρυσμένα αφρικανικά χωριά. Για δέκα ολόκληρα χρόνια ο Αναστάσιος θεμελίωνε τις ορθόδοξες κοινότητες στην υποσαχάρια Αφρική.
Από έξαρχος του Φαναρίου Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας
Ο Αναστάσιος όχι μόνο δεν είχε τελειώσει ακόμα το έργο του, αλλά δεν είχε καν αρχίσει το μεγαλύτερο. Τον Ιανουάριο του 1991 μια άλλη αποστολή -ακόμα δυσκολότερη- ανατέθηκε στον Επίσκοπο Ανδρούσης. Ορίστηκε Πατριαρχικός Έξαρχος στην Αλβανία. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο του ζήτησε να αναγεννήσει την Εκκλησία στην Αλβανία, που μόλις είχε βγει από το καθεστώς του Χότζα, το μοναδικό καθεστώς στην Ευρώπη που επιχείρησε το πείραμα του πλήρους «αθεϊσμού» με απηνείς διώξεις και σκληρή καταπίεση.
Η χώρα έχει βγει από 50 χρόνια σκοταδισμού. Τα ανθρώπινα δικαιώματα του αυτοπροσδιορισμού και της ελευθερίας της συνείδησης όχι μόνο δεν υπήρχαν αλλά αποτελούσαν το σίγουρο δρόμο για ένταλμα σύλληψης και διωγμούς για όσους τυχόν ήθελαν να δηλώσουν χριστιανοί, μουσουλμάνοι ή ό,τι άλλο. Η Αλβανία μετά από σχεδόν μισό αιώνα σκληρού απομονωτισμού και πλύσης εγκεφάλου των κατοίκων της λίγο διέφερε από μια χώρα του μεσαίωνα.
Στην Αλβανία η κατάσταση ήταν ζοφερή. Ναοί κατεδαφισμένοι ή που είχαν μετατραπεί σε στάβλους, αποθήκες ή μηχανουργεία. Οι άνθρωποι φοβισμένοι από τα χρόνια της καταπίεσης. Ο Αναστάσιος απογοητεύτηκε αλλά δεν πτοήθηκε.
Το 1992 το Οικουμενικό Πατριαρχείο χορηγεί Τόμο Αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αλβανία και ορίζει ως πρώτο της προκαθήμενο τον Αναστάσιο. Ο -τότε- πρωθυπουργός της Αλβανίας Σαλί Μπερίσα δεν είδε με καλό μάτι την κίνηση αυτή. Τι κι αν ο Αναστάσιος από την αρχή έμαθε και μιλούσε αλβανικά. Η αλβανική πολιτική ελίτ διαχρονικά και ανεξαρτήτως πολιτικού ή ιδεολογικού προσανατολισμού διαχρονικά έβλεπε με καχυποψία, ακόμα και με καχυποψία, τον «Έλληνα» -όπως τον αποκαλούσαν- και θεωρούσαν τον Αναστάσιο πράκτορα της Ελλάδας. Το 1994 επιχειρήθηκε -χωρίς επιτυχία- μέσω του αλβανικού συντάγματος να διωχθεί και να απομακρυνθεί από την Αλβανία ο Αναστάσιος. Τελικά το 2008 επιτεύχθηκε η οριστική ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας και της Αλβανικής Κυβερνήσεως, την οποία επικύρωσε στη συνέχεια το Αλβανικό Κοινοβούλιο.
Πέτρα την πέτρα, τούβλο το τούβλο ο Αναστάσιος από την άφιξη του στην Αλβανία έκανε αυτό που ήξερε. Έχτισε δεκάδες νέους ναούς, μικρούς αλλά και μεγαλειώδεις. Αναστήλωσε και αποκατέστησε δεκάδες θρησκευτικά μνημεία και ερειπωμένους ναούς, από παλαιοχριστιανικές βασιλικές έως μεταβυζαντινά αρχιτεκτονικά κοσμήματα που είχαν περιπέσει σε παρακμή και την αδυσώπητη φθορά της φύσης και του χρόνου.
Η ιεραποστολή σε ευρωπαϊκό έδαφος
Μέσα στα χιόνια, δίπλα σε σωρούς ερειπίων ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος προσπαθούσε να αναγεννήσει από τις στάχτες της μια Εκκλησία και να αφυπνίσει έναν λαό. Χιλιάδες πιστοί στην Αλβανία, που τα χρόνια του Χότζα είχαν επιστρέψει στην «εποχή των κατακομβών», ξαναβγήκαν στο φως.
Οι Έλληνες της βόρειας Ηπείρου αλλά και οι γηγενείς ορθόδοξοι, μα και οι καθολικοί όπως και οι μουσουλμάνοι της χώρας υφίσταντο απηνείς διώξεις και πλύση εγκεφάλου από το πλέον σκληρό αντιθρησκευτικό από τα κομμουνιστικά καθεστώτα. Ο Αναστάσιος περιδιάβαινε τα κακοτράχαλα βουνά της Πίνδου και των Ιλλυρικών ακτών και εμψύχωνε τους πιστούς, στα αλβανικά ή στα ελληνικά.
Άνοιξε δρόμους, έφτιαξε αγωγούς υδροδότησης για τα απομονωμένα χωριά. Το νερό των ηπειρώτικων βουνών δεν ξεδίψασε μόνο τα χωριά αλλά σε λίγα χρόνια θα γινόταν -με την έμπνευση του Αναστάσιου- όχι μόνο πηγή ζωής για τους ανθρώπους, αλλά και πηγή εισοδήματος και οικονομικής ανεξαρτησίας για την αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αλβανία.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος δεν τσιγκουνεύτηκε αγάπη. Η Ελλάδα για σχεδόν μια δεκαετία, που η Αλβανία προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της και να ξεκολλήσει από το μεσαίωνα του Χότζα, έστελνε χιλιάδες τόνους τροφίμων και φαρμάκων, ρουχισμό, εργαλεία, μηχανήματα. Πλοία, φορτηγά ακόμα και στρατιωτικά ελικόπτερα «Σινούκ» είχαν επιστρατευθεί από το 1992 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 2000 για να κουβαλούν το περίσσευμα αγάπης των απλών πιστών στην Ελλάδα που πίστευαν στον Αναστάσιο και ήξεραν ότι στα χέρια του αυτά θα έπιαναν τόπο.
Εκκλησίες, σχολεία, ιατρεία, διαγνωστικά κέντρα, πνευματικά κέντρα, κατηχητικά, οικοτροφεία για αγόρια και κορίτσια, γηροκομεία, δουλειές για τους Αλβανούς. Το 1997 που η χώρα παραλίγο να διαλυθεί ο Αναστάσιος εμψύχωνε τους απλούς πιστούς για να ξεπεράσουν τους φόβους τους. Δυο χρόνια μετά με την κρίση στο Κοσσυφοπέδιο ο Αναστάσιος στάθηκε στο πλευρό των Αλβανών προσφύγων από το Κοσσυφοπέδιο. Ούτε αυτή του η κίνηση όμως απομάκρυνε το μίσος και την καχυποψία της αλβανικής ελίτ στο πρόσωπό του. Τι κι αν ο ίδιος ο Αναστάσιος δεν έκανε καμία διάκριση, δεν ευνοούσε τους καταγόμενους από την ελληνική ομογένεια στην Βόρειο Ήπειρο, ούτε καν έκανε διακρίσεις ανάμεσα σε ορθοδόξους, καθολικούς, μουσουλμάνους ή άθεους.
Η πολιτική, οικονομική και κοινωνική σταθεροποίηση της Αλβανίας από το 2000 και μετά, κυρίως δε από το 2010 και μέχρι σήμερα βοήθησε ώστε το έργο του Αναστάσιου να αναδειχθεί.
Από τον περίλαμπρο καθεδρικό στα υδροϋλεκτρικά φράγματα
Το 2014 ο αγώνας 22 ετών για τον Αναστάσιο δικαιώθηκε. Στο πιο κεντρικό σημείο της πόλης των Τιράνων, μερικές δεκάδες μέτρα από τον τεράστιο έφιππο αδριάντα του Γεώργιου Καστριώτη, του εθνικού ήρωα Σκεντέρμπεη των Αλβανών, εγκαινιάστηκε ένα ακόμα μεγαλειώδες έργο του Αναστάσιου, ο νέος ορθόδοξος καθεδρικός ναός της Ανάστασης. Οι αρχιτεκτονικές επιρροές από την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης είναι κάτι περισσότερο από εμφανείς, και σήμερα αποτελεί το καμάρι της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αλβανία.
Τα θυρανοίξια του νέου καθεδρικού ναού ήταν μια απόδειξη πανορθόδοξης ενότητας και επιβράβευσης και αναγνώρισης του έργου του Αναστάσιου. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, προκαθήμενοι και εκπρόσωποι από τα 14 -τότε- ορθόδοξα Πατριαρχεία και αυτοκέφαλες Εκκλησίες αποδέχθηκαν την πρόσκληση του Αρχιεπισκόπου Τιράνων και παραβρέθηκαν στα εγκαίνια.
Τρία χρόνια μετά η ορθόδοξη Εκκλησία στην Αλβανία έκανε ένα ακόμα μεγάλο έργο, τα υδροηλεκτρικά φράγματα. Από τη δεκαετία του 1990 όταν ο Αναστάσιος πάλευε να φέρει αγωγούς υδροδότησης στα ορεινά χωριά της Αλβανίας είχε αντιληφθεί ότι τα βουνά της χώρας και οι πηγές της μπορεί να αποτελέσουν πηγή οικονομικής ευρωστίας για την Εκκλησία, αλλά και πλουτοπαραγωγική πηγή για την ίδια την Αλβανία.
Πράγματι με δωρέες από την Ελλάδα και την υποστήριξη τόσο της Ελλάδας, όσο και της Αλβανίας κατασκευάστηκαν τρία υδροηλεκτρικά φράγματα συνολικής ισχύος 19 MW (Librazhd, Llenge, Sllabinja), που σήμερα λειτουργούν και παράγουν ρεύμα που διοχετεύεται μέσω συμβολαίων με την κρατική επιχείρηση ηλεκτρισμού στα αλβανικά νοικοκυριά. Mε όλες αυτές τις πρωτοβουλίες δόθηκε εργασία σε χιλιάδες ανθρώπους, δημιουργήθηκαν σοβαρά έργα κοινωνικής υποδομής και η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αλβανία αναδείχθηκε σε πολυδύναμο πνευματικό και αναπτυξιακό παράγοντα.
Πλούσιο συγγραφικό έργο
Ο Αναστάσιος εκτός από δια βίου ιεραπόστολος ήταν και ιδιαίτερα παραγωγικός συγγραφέας. 24 βιβλία συνέγραψε με θέματα θρησκειολογικές έρευνες, δοκίμια, όπου μετέφερε τις εμπειρίες και τα βιώματά του από την ιεραποστολή, ενώ έργα του πνεύματός του ήταν και 200 και πλέον μελέτες και άρθρα θεολογικού ή θρησκειολογικού περιεχομένου. Βιβλία και διάφορα κείμενά του μεταφράστηκαν σε 17 γλώσσες.
Με την πάροδο των ετών, τα χρόνια προβλήματα υγείας του Αναστασίου γίνονταν οξύτερα. Αναπνευστικές δυσχέρειες διαχρονικά τον βασάνιζαν, ενώ την τελευταία δεκαετία είχε και προβλήματα στην όραση του. Ωστόσο καμία δυσχέρεια δεν φαινόταν ικανή να κάμψει το θερμό του πνεύμα. Εργαζόταν πάντα με ζήλο και για ατελείωτες ώρες στο γραφείο του στο νέο συνοδικό μέγαρο πίσω από τον καθεδρικό ναό των Τιράνων. Η απλότητα του ήταν παροιμιώδης. Ο καθένας μπορούσε να επικοινωνήσει μαζί του ανά πάσα ώρα. Το σταθερό τηλέφωνο στο γραφείο του το απαντούσε ο ίδιος, χωρίς ενδιάμεσους. Ακόμα και ένας απλός πιστός μπορούσε να τον αναζητήσει και να μιλήσει απευθείας μαζί του.
Πνευματικό και εκκλησιαστικό σημείο αναφοράς
Ο μακαριστός Τιράνων και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος είχε ένα σπάνιο χάρισμα. Ήταν ταυτόχρονα ένας λόγιος πανεπιστημιακός και ένας δραστήριος ιεραπόστολος. Οι βαθείς πνευματικοί του ορίζοντες και η πλούσια ακαδημαϊκή του μόρφωση τον είχαν καταστήσει σημείο αναφοράς στα εκκλησιαστικά πράγματα. Για κάποιους -λίγους σκληρούς επικριτές- παρέμενε ο «ζωϊκός» ο «οργανωσιακός», καθώς προερχόταν από την -άλλοτε- πανίσχυρη εκκλησιαστική οργάνωση «Ζωή».
Για την συντριπτική πλειοψηφία όμως των ανθρώπων της Εκκλησίας ο Αναστάσιος ήταν μια ήρεμη δύναμη. Μειλίχιος και πράος, πάντα προσπαθούσε να γεφυρώνει διαφορές ανθρώπων, κρατών και πολιτισμών. Σε πολλές περιπτώσεις κρίσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Αλβανία ο Αναστάσιος υπήρξε ο παράγοντας που έσωσε καταστάσεις. Από το 1997 με την κρίση των «πυραμίδων» που παραλίγο να διαλύσει τη χώρα έως την διπλωματική κρίση Αθήνας-Τιράνων που προκάλεσε η δολοφονία του Κωνσταντίνου Κατσίφα στις 28 Οκτωβρίου 2018, ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων υπηρέτησε ως γεφυρωτής και όχι παράγοντας διαίρεσης.
Μπορεί η αλβανική ελίτ να τον έβλεπε πάντα με καχυποψία, αλλά το έργο του Αναστάσιου βοήθησε στο να αμβλυνθεί η καχυποψία των Αλβανών για τους ομογενείς Έλληνες στη Βόρειο Ήπειρο, ενώ και οι Έλληνες, γνωρίζοντας το έργο του Αναστάσιου «μαλάκωσαν» τη στάση τους έναντι των Αλβανών, ενώ οι προκαταλήψεις που κυριαρχούσαν στην ελληνική κοινωνία, κάπως υποχώρησαν.
Η μελέτη του Ισλάμ και της ιστορίας των θρησκειών από τον Αναστάσιο και η πανεπιστημιακή του θητεία στη Θεολογική Σχολή Αθηνών τον κατέστησαν, διαχρονικά, σημείο αναφοράς σε ζητήματα με πολιτικές προεκτάσεις, όπως η σύγκρουση των πολιτισμών.
Η ψύχραιμη προσέγγιση του το 2001, τότε που ο κόσμος σοκαρίστηκε από τα τρομοκρατικά χτυπήματα στην Αμερική από ριζοσπάστες ισλαμιστές της Αλ Κάιντα, βοήθησε αρκετούς πολιτικούς να αντιληφθούν τι είναι το Ισλάμ και τι πρεσβεύει. Κι σε διορθόδοξο και διαχριστιανικό επίπεδο, όμως, οι παρεμβάσεις του μακαριστού Αναστάσιου ήταν σημαίνουσες.
Από την κρίση στο Πατριαρχείου Ιεροσολύμων το 2005 μέχρι τη σύγκρουση του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με αφορμή τις Νέες Χώρες ο Αναστάσιος στο παρασκήνιο προσπαθούσε να κάμψει αντιθέσεις και διαφορές.
Η μόνη μελανή κηλίδα για τον Αναστάσιο ίσως να αποτέλεσε η στάση που κράτησε στο ουκρανικό ζήτημα. Από το 2018, όταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο κίνησε τις διαδικασίες για την χορήγηση αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία, ο Αναστάσιος άσκησε σφοδρή κριτική στο Φανάρι, ενώ οι θέσεις και οι παρεμβάσεις που συχνά δημοσίευε για το ουκρανικό ζήτημα είχαν προκαλέσει έντονη δυσφορία σε πολιτικούς, διπλωματικούς, θεολογικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους, καθώς θεωρούνταν ότι απηχούσαν και στήριζαν τις θέσεις της Μόσχας.