Υποκλοπές: Ηχηρή παρέμβαση από την πρόεδρο των δικαστών και εισαγγελέων
Θέση για το σκάνδαλο των υποκλοπών πήρε η πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Μαργαρίτα Στενιώτη, ζητώντας η δικαιοσύνη να αναλάβει το ρόλο της.
«Το απόρρητο των επικοινωνιών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας είναι απόλυτα απαραβίαστο. Μόνο οι πραγματικοί λόγοι εθνικής ασφάλειας ή διακρίβωσης ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων μπορούν να το άρουν και να το περιορίσουν, δηλαδή, εφόσον συντρέχουν εξαιρετικές περιπτώσεις και ο περιορισμός του δικαιώματος συντελείται υπό αυστηρές προϋποθέσεις» σημείωσε.
Πρόσθεσε δε, πως «Σε μία ευνομούμενη πολιτεία, η προσβολή του δικαιώματος αυτού αποτελεί συνταγματική εκτροπή, παραβίαση της συνταγματικής νομιμότητας. Απαιτείται άμεση διερεύνηση από τη Δικαιοσύνη, γιατί συνέχεται με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της Δημοκρατίας μας και με την αρχή του Κράτους Δικαίου»».
Μιλώντας στο πλαίσιο του χαιρετισμού της στο 23 ο συνέδριο της Ένωσης Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων, η κ. Στενιώτη χαρακτήρισε «μέγα πολιτειακό και νομικό ζήτημα» αυτό των υποκλοπών.
Μαργαρίτα Στενιώτη: Η Δικαιοσύνη προϋπόθεση κάθε κράτους δικαίου
«Η Δικαιοσύνη σήμερα, μετά από την πολυετή οικονομική κρίση, την υγειονομική κρίση, που θέλω να πιστεύω ότι βρίσκεται στο τέλος της, και τώρα την ενεργειακή κρίση, καλείται, όσο ποτέ άλλοτε να στηρίξει την ομαλή λειτουργία της κοινωνίας, να πατάξει την εγκληματικότητα και να ελέγξει τα φαινόμενα της διαφθοράς και της διαπλοκής. Καλείται, να προασπίσει τα ανθρώπινα δικαιώματα και να αποτελέσει ασφαλές καταφύγιο του πολίτη, εξασφαλίζοντάς του δίκαιη και ταχεία δίκη. Η Δικαιοσύνη αποτελεί δημοκρατικό προαπαιτούμενο και θεμελιώδη συστημικά προϋπόθεση κάθε κράτους δικαίου» ανέφερε κατά την ομιλία της στο 23ο συνέδριο της Ένωσης Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων.
«Ο νομοθέτης δε, παρακολουθώντας το διαρκώς, μεταβαλλόμενο, κοινωνικό γίγνεσθαι, τη ραγδαίως εξελισσόμενη πραγματικότητα της τεχνολογικής αναβάθμισης, της συσσωρευμένης και γρήγορα μεταδιδόμενης πληροφορίας, της παγκοσμιοποίησης και της ολοένα αυξανόμενης διαπολιτισμικής επαφής υποχρεούται να ρυθμίζει τις νέες εξελίξεις, με συνέπεια να διαμορφώνεται μία νέα νομική πραγματικότητα και να εμπλουτίζεται η έννομη τάξη», σχολίασε η κυρία Στενιλωτη.
«Ο νέος Ποινικός Κώδικας και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, πράγματι διαμόρφωσαν μία νέα νομική πραγματικότητα, που καλείται να αντιμετωπίσει την έξαρση του εγκλήματος, που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια. Την έξαρση φαινομένων σκληρής εγκληματικότητας, ειδεχθών και κοινωνικά αποτρόπαιων εγκληματικών πράξεων, που στρέφονται κατά των εννόμων αγαθών της ζωής, της γενετήσιας ελευθερίας, της ανηλικότητας και εν γένει των ευάλωτων προσώπων» πρόσθεσε.
Γιατί κανένας δεν μιλά για την πρόληψη;
Ωστόσο, όπως σημείωσε η κυρία Στενιώτη «το ερώτημα, που παραμένει αναπάντητο, είναι, γιατί κανένας δεν ομιλεί για την πρόληψη και όλοι επικεντρώνονται στην καταστολή και στην αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης των δραστών τέτοιων εγκλημάτων; Είναι ένα ερώτημα, που πρέπει, να μας απασχολήσει» είπε.
«Το τεκμήριο αθωότητας και η βάναυση κακοποίησή του. Ο προκαταβολικός στιγματισμός και διασυρμός των κατηγορουμένων, ήδη, από το στάδιο της προανάκρισης, που δυστυχώς, πλέον αποτελεί καθημερινό φαινόμενο. Η καθιέρωση του τεκμηρίου της αθωότητας, μετά τη γαλλική επανάσταση, στο άρθρο 9 της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη του 1789 και στο Ελληνικό Σύνταγμα της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης του 1827 στην Τροιζήνα αποδεικνύει τη σημασία του για ένα Κράτος Δικαίου» πρόσθεσε.