Υποκλοπές: Ένα πολυσχιδές σκάνδαλο ταράσσει τα θεμέλια του σκληρού πυρήνα του κράτους δικαίου
Είναι η πρώτη φορά στη μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου μας, που αμφισβητούνται από την Κυβέρνηση «ιεροί πυλώνες» της συνταγματικής μας τάξης, όπως λ.χ. το δικαίωμα της ελεύθερης και απόρρητης επικοινωνίας, η στοιχειώδης αιτιολόγηση των αποφάσεων των οργάνων της δικαιοσύνης όταν και σε εξαιρετικές περιπτώσεις αίρεται το απόρρητο αυτό, καθώς και η ίδια η ύπαρξη και ο ρόλος ιδιαίτερα κρίσιμων θεσμών όπως οι Επιτροπές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, που συστήνονται είτε για να ελέγχουν ανεξάρτητες διοικητικές αρχές και ζητήματα θεσμών και διαφάνειας , είτε ακόμα περιπτώσεις παράνομων πράξεων και παραλείψεων βουλευτών, οργάνων της εκτελεστικής εξουσίας καθώς και οιουδήποτε προσώπου ή υπηρεσίας.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή : Λίγες μέρες μετά την επικράτηση της ΝΔ στις κοινοβουλευτικές εκλογές, ο Πρωθυπουργός αιφνιδιαστικά παίρνει υπό τον άμεσο έλεγχό του την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, την πιο κρίσιμη υπηρεσία ασφάλειας στη χώρα μας που παραδοσιακά ανήκε στην αρμοδιότητα του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη (πρ. Δημοσίας Τάξης). Δεν αρκείται σε αυτό αλλά λίγο αργότερα αποκαθηλώνει νομοθετικά και τα τυπικά προσόντα του Διοικητή της εν λόγω Υπηρεσίας, προκειμένου να τοποθετήσει εκεί άνθρωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του, αγνοώντας τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης ότι κινδυνεύει ουσιαστικά να αλλοιωθεί μια τόσο κρίσιμη υπηρεσία, που πρέπει να δρα με μοναδικό γνώμονα το εθνικόσυμφέρον. Ακολούθως δια τροπολογίας καταργήθηκε ακόμα και η υποχρέωση της εκ των υστέρων (μετά τη λήξη του μέτρου) ενημέρωσης των παρακολουθούμενων περί άρσης του απόρρητου των επικοινωνιών τους από την αρμόδια αρχή!
Δυστυχώς όλα τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι από το καλοκαίρι του 2022 και εφεξής πραγματοποιήθηκαν από την ΕΥΠ αλλεπάλληλες απόπειρες αλλά και συντελεσμένες τηλεφωνικές υποκλοπές στους δημοσιογράφους Μαλιχούδη και Κουκάκη, ακόμα και στον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ και ευρωβουλευτή Ν. Ανδρουλάκη, , στο Βουλευτή και Υπουργό της ΝΔ Κ. Χατζηδάκη, ακόμα και στον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων της χώρας! Οι πρώτες δικαιολογίες για δήθεν νόμιμες και αιτιολογημένες «επισυνδέσεις» πέφτουν γρήγορα στον κάλαθο των αχρήστων με την παραίτηση του ίδιου του διοικητή της ΕΥΠ αλλά και του alterego και ανιψιού του Πρωθυπουργού και Γ. Γραμματέα του Μαξίμου.
Έκτοτε, το πολιτικό κουβάρι των αποκαλύψεων ξετυλίγεται ραγδαία: Αποκαλύπτονται εμπλοκή του παράνομου λογισμικού predator σε παρακολουθήσεις των αρχηγών των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, δημοσιογράφων, πλήθους υπουργών της Κυβέρνησης, του βουλευτή και Τομεάρχη Προστασίας του Πολίτη του Σύριζα Χρ. Σπίρτζη, της Βουλευτού και γραμματέα της ΚΟ του Σύριζα Ο. Γεροβασίλη, επιχειρηματιών, διασύνδεση μεταξύ των εταιρειών που διαχειρίζονταν το παράνομο λογισμικό με την ΕΥΠ και το Υπουργείο Εξωτερικών, μη ενημέρωση της Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, μη εύρεση του υλικού των παρακολουθήσεων, κατακόρυφη αύξηση παρακολουθήσεων με πάνω από 15.000 το έτος 2021 και άρνηση ενημέρωσης του Ελληνικού Κοινοβουλίου δια της Εξεταστικής του Επιτροπής και δια της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, που είναι τα αρμόδια όργανα έρευνας και ελέγχου των υποθέσεων αυτών πριν πάνε στη Δικαιοσύνη λόγω επίκλησης απορρήτου και αποκλεισμού όλων των ουσιωδών μαρτύρων!
Από μία σύντομη μελέτη λοιπόν των σχετικών νόμων που διέπουν τη λειτουργία της ΑΔΑΕ, της ΕΥΠ αλλά και την ίδια τη διαδικασία άρσης απορρήτου των επικοινωνιών, προκύπτουν τα εξής:
Α. Οι λόγοι άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών είναι συγκεκριμένοι και σαφείς. Ο πρώτος είναι η επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας και ο δεύτερος η διακρίβωση διάπραξης σοβαρότατων κακουργημάτων όπως λ.χ. εγκλήματα προσβολής πολιτεύματος, παραχάραξης νομισμάτων, ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, ληστείας, εκβίασης, περί όπλων, πυρομαχικών και εκρηκτικών, ναρκωτικών, προστασίας αρχαιοτήτων κλπ. Στην πρώτη περίπτωση απαιτείται απόφαση του αρμόδιου εισαγγελέα εντός μάλιστα 24ώρου, που υποχρεωτικά μεταξύ άλλων εμπεριέχει και τον σκοπό της επιβολής της άρσης, τα μέσα ανταπόκρισης ή επικοινωνίας στα οποία επιβάλλεται η άρση, την εδαφική έκταση εφαρμογής, τη χρονική διάρκεια της άρσης καθώς και την ημερομηνία έκδοσης της διάταξης.
Εάν δε κατά την κρίση του ειδικές περιστάσεις εθνικής ασφάλειας επιβάλλουν την παράλειψη ή τη συνοπτική παράθεση ορισμένων από τα στοιχεία αυτά, γίνεται ειδική μνεία στη διάταξη. Στη δεύτερη δε περίπτωση (κακουργημάτων) απαιτείται και απόφαση του δικαστικού συμβουλίου με πλήρη αιτιολογία
Β. Mέχρι την πολύ πρόσφατη νομοθετική αλλαγή (Ν. 5002/2022 ΦΕΚ Α΄228/9.12) δεν προβλεπόταν πουθενά καταστροφή των εγγράφων (υλικό τεκμηρίωσης)που οδήγησαν στην άρση του απορρήτου της επικοινωνίας από την ΕΥΠ, όταν αυτή γίνεται για λόγους εθνικής ασφάλειας, αλλά ακόμα και υπό το τελευταίο νομοθέτημα του Δεκεμβρίου αυτή γίνεται δυνητικά και μετά από 10 έτη.
Φυσικά επιβάλλεται νομοθετικά και σε κάθε περίπτωση η πλήρης ενημέρωση της ΑΔΑΕ από την ΕΥΠ και από τους παρόχους κινητής τηλεφωνίας, καθώς σαφώς και εκ του νόμου αφενός η ΑΔΑΕ λαμβάνει ηλεκτρονικό κρυπτογραφημένο μήνυμα με ολόκληρο το κείμενο των διατάξεων που επιβάλλουν την άρση του απορρήτου και αφετέρου διενεργεί, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας, τακτικούς και έκτακτους ελέγχους, σε εγκαταστάσεις, τεχνικό εξοπλισμό, αρχεία, τράπεζες δεδομένων και σε έγγραφα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Y.Π.) και άλλων δημοσίων υπηρεσιών καθώς και οργανισμών, επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και ιδιωτικών επιχειρήσεων που ασχολούνται με ταχυδρομικές, τηλεπικοινωνιακές ή άλλες υπηρεσίες σχετικές με την ανταπόκριση και την επικοινωνία και αφετέρου δύναται να προβαίνει στην κατάσχεση μέσων παραβίασης του απορρήτου, που υποπίπτουν στην αντίληψή της κατά την ενάσκηση του έργου της και ορίζεται μεσεγγυούχος αυτών μέχρι να αποφανθούν τα αρμόδια δικαστήρια. Η ΑΔΑΕ επίσης δια του Προέδρου της ενημερώνει τόσο τον Πρόεδρο της Βουλής και τους Αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων της Βουλής όσο και τον Υπ. Δικαιοσύνης.
Γ. Και στις δύο περιπτώσεις σε ένα στοιχειώδες κράτος δικαίου θα έπρεπε για μία εκάστη υπόθεση ή να είχαν παύσει οι λόγοι παρακολούθησης και να ενημερώνονταν τα υποκείμενα αυτής ή να είχε δημιουργηθεί ένας έκαστος φάκελος δικογραφίας που θα παραπέμπονταν στην Ποινική Δικαιοσύνη ή στην Ελληνική Βουλή ή το Ευρωκοινοβούλιο για τις περαιτέρω διαδικασίες άρσης του ακαταδίωκτου.
Και φυσικά, όπως πολύ σωστά υποστήριξε το σύνολο των Συνταγματολόγων μας όπως και ο ίδιος ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ, δεν υφίσταται ούτε πρέπει να υφίσταται κανένα απόρρητο όσον αφορά στις καταθέσεις των εξεταζόμενων προσώπων είτε στην Εξεταστική του σκανδάλου Επιτροπή είτε στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, αλλιώς φθάνουμε στο πολιτικό και νομικό παράδοξο να έχουμε ανώτατα όργανα κοινοβουλευτικού ελέγχου που να μην έχουν τρόπο να εξετάσουν την υπόθεση για την οποία έχουν συγκροτηθεί, αφού λόγω του απορρήτου, ούτε έγγραφα τους κοινοποιούνται, που πιθανώς να έχουν καταστραφεί, ούτε καταθέσεις των εξεταζόμενων προσώπων λαμβάνουν αφού επικαλούνται το απόρρητο, ούτε καν τους κοινοποιούνται οι εισαγγελικές διατάξεις που επέβαλαν τις τηλεφωνικές ή άλλες παρακολουθήσεις.
Η δε άποψη ότι ένας εισαγγελικός λειτουργός που διατάσσει άρση απορρήτου των επικοινωνιών μπορεί να είναι ανέλεγκτος και να καλύπτονται άπαντες οι εμπλεκόμενοι από το απόρρητο είναι ανατριχιαστική και επικίνδυνη για τη δημοκρατία μας και γεννά εύλογες υποψίες ότι είτε οι λόγοι παρακολούθησης των παραπάνω προσώπων ήταν εντελώς προσχηματικοί και παντελώς αναίτιοι, ώστε να μην εγχειρίζονται στα παραπάνω όργανα του Κοινοβουλίου καν οι ίδιες οι διατάξεις που επέβαλαν τις δήθεν νόμιμες παρακολουθήσεις είτε ότι ήταν πάρα πολύ σοβαροί, γεγονός που θα αφενός καθιστούσε την παραμονή των εμπλεκομένων στα καθήκοντά τους απαγορευτική και σκανδαλώδη και αφετέρου θα γεννούσε εύλογα ερωτήματα γιατί δεν εξελίχθηκαν υποθέσεις αυτές.
Τις ίδιες υποψίες γεννά και η πολύ πρόσφατη γνωμοδότηση του εισαγγελέα του ΑΠ, που ως μη όφειλε συμπεραίνει ότι η κατά το Σύνταγμα και τον εκτελεστικό αυτού νόμου Ανεξάρτητη Αρχή (!)δεν έχει αρμοδιότητα από την ισχύουσα νομοθεσία να διαχειρίζεται αιτήματα πολιτών που ζητούν να πληροφορηθούν αν υπήρξε παρακολούθηση των τηλεφώνων τους για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Η απάντηση στο παραπάνω αδιέξοδο είναι απλή: Η νομιμότητα! Αργά ή γρήγορα οι Δημοκρατικοί θεσμοί αλλά και η Δικαιοσύνη θα κληθούν να διαλευκάνουν τα παραπάνω σκάνδαλα και να βρουν διέξοδο στο αδιέξοδο που έχει επίτηδες δημιουργηθεί. Αποστολή όλων μας πρέπει να είναι να βοηθήσουμε τους θεσμούς αυτούς να λειτουργήσουν και τη δικαιοσύνη να αναπνεύσει!
Προτάσεις όπως η επαναφορά της υποχρέωσης να γνωστοποιεί η ΑΔAΕ την επιβολή του μέτρου της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών στον θιγόμενο μετά τη λήξη του, και όχι φυσικά μετά από 3 έτη και υπό προϋποθέσεις όπως σκανδαλωδώς νομοθετήθηκε μόλις πρόσφατα, η νομοθετική συγκεκριμενοποίηση των λόγων εθνικής ασφάλειας για τους οποίους μπορεί να αρθεί το απόρρητο των επικοινωνιών ενός προσώπου, η περιβολή της δικαστικής απόφασης που διατάζει κάτι τέτοιο με πλήρη αιτιολογία και κρίση δικαστικού συμβουλίου καθώς και η πλήρη έρευνα των παραπάνω σκανδάλων από το ελληνικό κοινοβούλιο με πρωτοβουλία της επόμενης διακυβέρνησης του τόπου αλλά φυσικά και από τη δικαιοσύνη αποτελούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις, για να αρθεί επιτέλους το γκρίζο πέπλο της αδιαφάνειας και των παρακρατικών μηχανισμών και να αποκατασταθεί έστω κατάτι το πολύπαθο κράτος δικαίου.
Ευ. Παναγιωτουνάκος - Νομικός