Βρετανικό μουσείο για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα: Είμαστε σε «προκαταρκτικές» συζητήσεις με την Ελλάδα -Το ρεπορτάζ του Guardian
Διαχρονικό θέμα αποτελεί τα τελευταία χρόνια αν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα θα επαναπατριστούν και θα πάρουν τη θέση στην οποία ανήκουν, με ρεπορτάζ του Guardian να αποκαλύπτει προκαταρκτικές συζητήσεις και παρασκήνιο για την προσπάθεια επιστροφής τους στη «μητέρα Ελλάδα».
«Ανώτεροι Έλληνες αξιωματούχοι βρίσκονται σε «προκαταρκτικές» συνομιλίες με το Βρετανικό Μουσείο για κάτι που θα μπορούσε να ισοδυναμεί με μια τεκτονική αλλαγή στην επίλυση της μακροβιότερης πολιτιστικής διαμάχης στον κόσμο: τον επαναπατρισμό των Μαρμάρων του Παρθενώνα (του 5ου αιώνα) στην Αθήνα», αναφέρει δημοσίευμα του Guardian.
«Είναι αλήθεια ότι υπάρχει διάλογος μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του Βρετανικού Μουσείου», είπε ο υπουργός Επικρατείας της χώρας Γιώργος Γεραπετρίτης. «Αυτή τη στιγμή, είναι προκαταρκτικές συνομιλίες και, ναι, έχω συναντήσει τον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Όσμπορν για να συζητήσουμε το θέμα».
Αποκαλύψεις για τις διαπραγματεύσεις αναφέρθηκαν για πρώτη φορά το Σάββατο από την εφημερίδα «Τα Νέα». Ανέφεραν ότι μεταξύ των αξιωματούχων ήταν και ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος είχε επίσης συναντήσει τον Όσμπορν σε πεντάστερο ξενοδοχείο του Λονδίνου τη Δευτέρα.
Το ενθαρρυντικό της υπόθεσης είναι πως πηγές από την Αθήνα περιέγραψαν το ρεπορτάζ για τα μάρμαρα του Παρθενώνα ως «όχι μόνο αξιόπιστο αλλά και πολύ συναρπαστικό».
Η είδηση ήρθε πέντε ημέρες αφότου ο Μητσοτάκης είπε σε ακροατήριο στο School of Economics του Λονδίνου ότι «αισθανόταν» πως σημειωνόταν πρόοδος στο θέμα και πως ήταν δυνατή μια «win-win λύση».
«Έχουμε δει πρόοδο», τόνισε ο Έλληνας ηγέτης, ο οποίος έχει αναγάγει σε πολιτιστική προτεραιότητα την επανένωση του κλασικού αγάλματος με τα γλυπτά που έχουν απομείνει στην Αθήνα. «Αισθάνομαι την ορμή», είπε.
Η διαμάχη για τα μάρμαρα που αφαιρέθηκαν υπό αμφισβητούμενες συνθήκες από τον Λόρδο Έλγιν, ο οποίος ήταν πρεσβευτής την εποχή εκείνη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (μέρος της τότε ήταν η σημερινή Ελλάδα) μαίνεται για περισσότερα από 200 χρόνια.
Το Βρετανικό Μουσείο απέκτησε τις αρχαιότητες, οι οποίες περιλαμβάνουν 75 μέτρα από την αρχική ζωφόρο του Παρθενώνα, μήκους 160 μέτρων, το 1816, όταν χρεοκοπημένος, απελπισμένος και ταλαιπωρημένος από τη σύφιλη, ο διπλωμάτης αναγκάστηκε να τις αποχωριστεί.
Ο Έλγιν, ο οποίος αρχικά ήλπιζε να στολίσει το σκωτσέζικο κτήμα του με τους θησαυρούς, υποστήριξε ότι του είχε χορηγηθεί ένα «φιρμάνι» από τις οθωμανικές αρχές που επέτρεπε στους πράκτορές του στην Αθήνα να διαλύσουν τα κομμάτια.
Έκτοτε αποκαλύφθηκε ότι μεγάλο μέρος του αγάλματος αποσπάστηκε βίαια, με πλάκες που βρίσκονται τώρα στην κατοχή του Βρετανικού Μουσείου να παραβιάζονται από το μνημείο, έπειτα από χρήση πριονιών.
Τα «Νέα» ανέφεραν ότι η πρώτη από τις πολλές μυστικές συναντήσεις είχε γίνει στο Λονδίνο μεταξύ Όσμπορν και Μητσοτάκη το 2021. Ο πρώην καγκελάριος είχε συνεχίσει τις συζητήσεις με δύο ανώτερους υπουργούς της ελληνικής κυβέρνησης.
«Τουλάχιστον δύο από αυτές τις συναντήσεις έγιναν στην κατοικία του Έλληνα πρέσβη στο Μέιφερ. Μια άλλη πραγματοποιήθηκε μόλις αυτή την εβδομάδα σε ξενοδοχείο στο Νάιτσμπριτζ», έγραψε ο ανταποκριτής της εφημερίδας στο Λονδίνο Γιάννης Ανδριτσόπουλος.
«Οι συζητήσεις κρατήθηκαν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Η έδρα του μεγαλύτερου μουσείου του Λονδίνου επισκέφτηκε για πρώτη φορά την κατοικία του Έλληνα πρέσβη, στην οδό Upper Brook 51, στα μέσα Νοεμβρίου 2021, προκειμένου να πραγματοποιήσει «διερευνητικές συνομιλίες» με τον Μητσοτάκη για την τύχη των γλυπτών που έχουν ιστορία 2.500 ετών».
Οι διαπραγματεύσεις, ανέφερε, εξελίχθηκαν περαιτέρω αυτή την εβδομάδα όταν ο Όσμπορν επισκέφθηκε το ξενοδοχείο Berkeley στο Νάιτσμπριτζ για να συναντήσει τον Έλληνα πρωθυπουργό «έναν χρόνο μετά την πρώτη μυστική τους συνάντηση».
Η διαμάχη για την ιδιοκτησία των γλυπτών έχει περιέλθει σε οξύτητα, με τον Έλληνα υπουργό Πολιτισμού να κατηγορεί τον Έλγιν ότι διέπραξε «μια κατάφωρη πράξη κατά συρροή κλοπής».
Καθώς η ρητορική έχει ενταθεί, οι ακτιβιστές, οι οποίοι υποστηρίζονται από την αυξανόμενη υποστήριξη των Βρετανών για την επιστροφή των γλυπτών, έχουν ασκήσει πίεση στο κορυφαίο πολιτιστικό ίδρυμα του Λονδίνου να αλλάξει τη στάση του.
Ο Γεραπετρίτης παραδέχτηκε ότι οι συνομιλίες στόχευαν τόσο στη «θέσπιση αρχών» στη συζήτηση όσο και στη βελτίωση της ολοένα και πιο τοξικής ατμόσφαιρας που είχε δημιουργηθεί για το θέμα. Και οι δύο πλευρές, είπε, γνώριζαν τις «κόκκινες γραμμές» τους και μια συμφωνία δεν ήταν πολύ κοντά.
«Αν και υπάρχει κοινή συνεννόηση, πολλές λεπτομέρειες δεν έχουν ακόμη διευθετηθεί», πρόσθεσε ο υπουργός, ο οποίος περιέγραψε ότι ο Μητσοτάκης τού δίνει εντολή να συνεχίσει περαιτέρω συνομιλίες.
Ερωτηθείς για τις τετ-α-τετ συνομιλίες του με τον Όσμπορν, επέμεινε: «Οι συζητήσεις δεν είναι πολύ συγκεκριμένες. Αντίθετα, προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ένα καλό πλαίσιο διαλόγου».
Τον Αύγουστο, ο αναπληρωτής διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου Τζόναθαν Γουίλιαμς ανακοίνωσε ότι το ίδρυμα ήταν πρόθυμο να «αλλάξει το κλίμα της συζήτησης».
«Υπάρχει χώρος για μια πραγματικά δυναμική και θετική συζήτηση, με την οποία μπορούν να βρεθούν νέοι τρόποι συνεργασίας», είπε ο Γουίλιαμς στους “Sunday Times“.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το Βρετανικό Μουσείο ανέφερε ότι οι συνομιλίες ήταν μέρος των προσπαθειών για τη δημιουργία μιας «νέας… παρθενωνικής συνεργασίας με την Ελλάδα».
«Θα μιλήσουμε με οποιονδήποτε, συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής κυβέρνησης, για το πώς να προχωρήσει αυτό. Λειτουργούμε εντός του νόμου και δεν πρόκειται να διαλύσουμε τη μεγάλη συλλογή μας, καθώς αφηγείται μια μοναδική ιστορία της κοινής μας ανθρωπιάς. Όμως, επιδιώκουμε νέες θετικές, μακροπρόθεσμες συνεργασίες με χώρες και κοινότητες σε όλο τον κόσμο, και αυτό φυσικά περιλαμβάνει την Ελλάδα».
Στο παρελθόν, η κεντροδεξιά κυβέρνηση του Μητσοτάκη πρότεινε να δοθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο μια εκ περιτροπής έκθεση αρχαιοτήτων που δεν είχε παρουσιαστεί ποτέ εκτός Ελλάδας, ως αντάλλαγμα για τα μάρμαρα του Παρθενώνα.
«Υπάρχουν πολλές κόκκινες γραμμές. Η πράξη εκχώρησης του 1963 για το Βρετανικό Μουσείο αποτελεί αναγνώριση της βρετανικής ιδιοκτησίας των μαρμάρων για εμάς», είπε ο πολιτικός, εξηγώντας ότι η Αθήνα δεν θα δεχόταν ποτέ τον επαναπατρισμό των αριστουργημάτων με τη μορφή δανεισμού.
«Υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα, αλλά θα συνεχίσουμε τις συζητήσεις μας. Είναι πολύ καλό που τώρα προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια πολύ ευρύτερη συνεργασία με το Βρετανικό Μουσείο, μια συνεργασία που δεν περιλαμβάνει μόνο κλασικές αρχαιότητες αλλά και βυζαντινούς θησαυρούς που θα ήμασταν διατεθειμένοι να στείλουμε».