Βιώσιμη ανάπτυξη: Στη δίνη της νομισματικής πολιτικής οι επενδύσεις ESG
Καθώς οι εταιρείες πραγματοποιούν τις ετήσιες συνεδριάσεις τους για το 2023, οι συζητήσεις περί βιώσιμης ανάπτυξης μεταξύ εταιρικών στελεχών, επενδυτών και ενδιαφερόμενων μερών θα χρησιμεύσουν ως σημαντικό βαρόμετρο για την τρέχουσα κατάσταση και το μέλλον των επενδύσεων ESG.
Λόγω της υψηλής αβεβαιότητας των επιτοκίων, των προοπτικών ύφεσης και της πολιτικής αναταραχής, το ESG βρίσκεται υπό πίεση. Οι ενδιαφερόμενοι έχουν τώρα θέσει τις επενδύσεις ESG στο μικροσκόπιο και εξετάζουν τι αντίκτυπο θα μπορούσαν να έχουν στην πραγματικότητα, ενόσω οι βιώσιμες επενδύσεις δέχονται πιέσεις από τη νομισματική πολιτική και την πιθανότητα οικονομικής πιίεσης.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αύξησε εκ νέου τα επιτόκια, στις 3 Μαΐου, προχωρώντας στη δέκατη αύξηση από τον Μάρτιο του 2022, σε έναν συνεχή αγώνα να τιθασεύσει τον πληθωρισμό. Αυτές οι αυξήσεις των επιτοκίων έχουν, όπως είναι αναμενόμενο, αντίκτυπο στην οικονομία, σε μια περίοδο κατά την οποία εντείνονται οι ανησυχίες για την εύθραυστη κατάσταση των τραπεζών.
Οι επενδύσεις που επικεντρώνονται στη βιωσιμότητα, γνωστές ως επενδύσεις ESG, επηρεάζονται επίσης. Τα κεφάλαια ESG αποτελούν μια αγορά πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλά η υψηλή αβεβαιότητα γύρω από τα επιτόκια μαζί με τις προοπτικές μιας επικείμενης ύφεσης έχουν θέσει τους επενδυτές ESG ενώπιον διλημμάτων.
Ένα από τα κύρια επιχειρήματα που προβάλλουν μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές, όπως η BlackRock, για τις επενδύσεις ESG είναι ότι δημιουργούν μακροπρόθεσμη αξία για τους μετόχους. Οι εταιρείες που δίνουν ιδιαίτερη προσοχή σε περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εταιρικής διακυβέρνησης θέματα θεωρείται ότι είναι καλύτερα προετοιμασμένες για μακροπρόθεσμους μελλοντικούς κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των κανονιστικών κινδύνων και των φυσικών κινδύνων από την κλιματική αλλαγή.
Ωστόσο, η νομισματική πολιτική θέτει στο μικροσκόπιο κάθε νέα επένδυση. Αυτό συμβαίνει επειδή τα υψηλότερα επιτόκια μπορούν να επηρεάσουν δυσανάλογα την παρούσα αξία, που αποδίδουν οι επενδυτές στα μακροπρόθεσμα επενδυτικά αποτελέσματα.
Πιο αναλυτικά, στις χρηματοπιστωτικές αγορές, τα υψηλότερα επιτόκια οδηγούν σε υψηλότερα προεξοφλητικά επιτόκια. Αυτό σημαίνει ότι τα μελλοντικά μετρητά που δημιουργούνται από μακροπρόθεσμες επενδύσεις θεωρείται ότι αξίζουν πολύ λιγότερο με τα σημερινά υψηλότερα επιτόκια.
Έτσι, οι μακροχρόνιες επενδύσεις, όπως είναι οι περισσότερες επενδύσεις ESG,είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες στις αλλαγές των επιτοκίων.
Αυτός ο οικονομικός μηχανισμός ήταν επίσης μέρος του σκηνικού της πρόσφατης καταστροφής των μετοχών τεχνολογίας και των τραπεζικών χρεοκοπιών που ξεκίνησαν με την κατάρρευση της Silicon Valley Bank.
Ένας άλλος παράγοντας, που θα μπορούσε να επηρεάσει τις επενδύσεις ESG, είναι η πιθανότητα οικονομικής ύφεσης.
Όπως δείχνουν στοιχεία της αγοράς, οι επενδυτές δεν κάνουν απαραίτητα επενδύσεις ESG για να έχουν μεγαλύτερες μακροπρόθεσμες αποδόσεις, αλλά συχνά για αλτρουιστικούς λόγους ή λόγω προσωπικών προτιμήσεων να κατέχουν πιο οικολογικά περιουσιακά στοιχεία. Για αυτούς τους επενδυτές ESG, μια επικείμενη ύφεση θα μπορούσε να αλλάξει την οπτική τους για τέτοιου είδους «πολυτέλειες».
Μια πρόσφατη μελέτη στη Σχολή Διοίκησης του Ρότερνταμ διαπίστωσε ότι οι μικροεπενδυτές έδειξαν ότι αποφεύγουν να επενδύσουν σε βιώσιμα αμοιβαία κεφάλαια κατά τους πρώτους μήνες του COVID-19 το 2020. Αυτή ήταν μια περίοδος κατά την οποία πολλά νοικοκυριά αντιμετώπισαν απολύσεις, γεγονός που πιθανότατα τα ώθησε να αφήσουν στην άκρη τις «πολυτέλειες» και να δώσουν προτεραιότητα στην προστασία της περιουσίας τους και άλλων επενδυτικών χαρτοφυλακίων τους.
Με άλλα λόγια, οι επενδυτές μπορεί να τάσσονται όλοι υπέρ του ESG, εκτός από τις δύσκολες στιγμές. Εξέχοντες οικονομολόγοι, όπως ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Λάρι Σάμερς, έχουν προειδοποιήσει για πιθανή ύφεση καθώς ο πληθωρισμός και η μάχη της Fed εναντίον του συνεχίζονται.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μείωσε, επίσης, τις προοπτικές του για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη από 3,4% το 2022 σε 2,8% το 2023.
Πηγή: insider