Τζάνετ Γέλεν: H πρώτη γυναίκα υπουργός Οικονομικών στις ΗΠΑ
Η αμερικανική Γερουσία ενέκρινε τον διορισμό της Τζάνετ Γέλεν, της άλλοτε προέδρου της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, στο αξίωμα της υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν. Είναι η πρώτη γυναίκα που θα το αναλάβει.
Η κυρία Γέλεν, 74 ετών, είναι το τρίτο μέλος της κυβέρνησης του Δημοκρατικού προέδρου που ο διορισμός του εξασφαλίζει πράσινο φως από την αμερικανική άνω Βουλή, έπειτα από τον Λόιντ Όστιν (ο στρατηγός ε.α. έγινε ο πρώτος Αφροαμερικανός που ανέλαβε υπουργός Άμυνας) και την Άβριλ Χέινς (η άλλοτε δεύτερη τη τάξει της CIA ανέλαβε διευθύντρια των υπηρεσιών πληροφοριών).
Η κυρία Γέλεν, οικονομολόγος που χαίρει σεβασμού, θα αντικαταστήσει τον Στίβεν Μνούτσιν εν μέσω βαθιάς οικονομικής κρίσης εξαιτίας του αντίκτυπου της πανδημίας του νέου κορονοϊού.
«Το πιο έξυπνο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να προχωρήσουμε σε μεγάλα πράγματα». Με τη δήλωσή αυτή, η Τζάνετ Γέλεν τόνισε απέναντι στους Αμερικανούς γερουσιαστές πως το διεθνές περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων προσφέρει στην Ουάσιγκτον τη δυνατότητα να προχωρήσει σε μεγάλες δαπάνες για να στηρίξει την ανάκαμψη της οικονομίας και να αφήσει για αργότερα τον προβληματισμό περί των ελλειμμάτων και του χρέους.
Η Γέλεν τάχθηκε υπέρ της άμεσης εφαρμογής της πρότασης του νεοεκλεγέντος προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, για μέτρα ύψους 1,9 τρισ. δολαρίων τονίζοντας πως η πανδημία έχει προκαλέσει καταστροφή οδηγώντας εκατομμύρια Αμερικανούς στην ανεργία και πως πρέπει να διατεθούν περισσότερα χρήματα για να διασφαλισθούν τα επιδόματα ανεργίας και να επιβιώσουν οι οικογένειες.
Υπογράμμισε, μάλιστα, πως αν οι ΗΠΑ δεν σπεύσουν να κινηθούν γρήγορα και να διοχετεύσουν περισσότερα χρήματα στην πραγματική οικονομία, η υπερδύναμη κινδυνεύει να γνωρίσει νέα ύφεση «πολύ πιο επώδυνη και πολύ μεγαλύτερης διάρκειας».
Η οικονομολόγος, που διετέλεσε επικεφαλής της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ για τέσσερα χρόνια επί Μπαράκ Ομπάμα και μέχρις ότου ανέλαβε την εξουσία ο Ντόναλντ Τραμπ, υπογράμμισε ότι δεν είναι της παρούσης η μέριμνα για το δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρέος. Δήλωσε, μάλιστα, πεπεισμένη πως τα οφέλη από αυτήν την αναπτυξιακή πολιτική «θα υπερκαλύψουν το κόστος, ιδιαιτέρως αν ενδιαφερθούμε να βοηθήσουμε όσους αγωνίζονται να επιβιώσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα». Σημειωτέον ότι μετά τον εκτεταμένο δανεισμό και τις αυξημένες δαπάνες για τη στήριξη της οικονομίας, το χρέος της υπερδύναμης βρίσκεται στο 100,1% του αμερικανικού ΑΕΠ.
Οπως σχολιάζει σχετικό δημοσίευμα των Financial Times, οι δηλώσεις της κ. Γέλεν ενισχύουν τη θέση του νεοεκλεγέντος προέδρου που επιδιώκει να προωθήσει τη δέσμη μέτρων 1,9 τρισ. δολαρίων και η οποία έχει δηλώσει ο ίδιος πως θα είναι πρώτη του προτεραιότητα από τη στιγμή που θα αναλάβει την εξουσία.
Από την πλευρά της, η κ. Γέλεν δήλωσε στη Γερουσία πως δικός της στόχος θα είναι να αναδιατάξει την αμερικανική οικονομία, καθώς αυτή θα ανακάμπτει από την ύφεση της πανδημίας, τη χειρότερη εδώ και πολλές δεκαετίες, και να διευθετήσει ορισμένες από τις μεγαλύτερες ανισότητες στη χώρα.
Σχολιάζοντας, μάλιστα, την τρέχουσα κατάσταση στις ΗΠΑ, τόνισε πως «ο πλούτος οικοδομείται με βάση τον προϋπάρχοντα πλούτο, ενώ οι οικογένειες που ζουν από την εργασία τους πηγαίνουν όλο και πιο κάτω συνεχώς».
Μεταξύ άλλων, η 74χρονη οικονομολόγος τάχθηκε υπέρ της αύξησης του βασικού μισθού καθώς και της επέκτασης της γονικής ή της αναρρωτικής άδειας αλλά και των προγραμμάτων κοινωνικής ασφάλισης που έχουν ήδη προκαλέσει αντιδράσεις στους Ρεπουμπλικανούς.
Η κ. Γέλεν δεν παρέλειψε να αναφερθεί στις «παράνομες και αθέμιτες» πρακτικές των κινεζικών επιχειρήσεων και την πρακτική του Πεκίνου να θέτει σε μειονεκτική θέση τις αμερικανικές εταιρείες. Τόνισε, μάλιστα, πως με αυτές τις πρακτικές, η Κίνα διασφαλίζει «αθέμιτο πλεονέκτημα στην τεχνολογία» και υπογράμμισε πως η υπερδύναμη πρέπει να λάβει τα μέτρα της ώστε να ανακόψει αυτήν την πορεία της Κίνας.