Τραμπ: Υπέγραψε διάταγμα για τη φυλάκιση μεταναστών στο Γκουαντάναμο - «Οι χειρότεροι εγκληματίες»
Θύελλα αντιδράσεων εντός και εκτός Αμερικής. Για «τόπο βασανιστηρίων και κράτησης χωρίς κατηγορία», κάνουν λόγο ανθρωπιστικές οργανώσεις.
Εκτελεστικό διάταγμα για την προετοιμασία μιας τεράστιας εγκατάστασης κράτησης στο Γκουαντάναμο, η οποία θα μπορούσε να στεγάσει έως και 30.000 μετανάστες που απελάθηκαν από τις ΗΠΑ, υπέγραψε σήμερα ο Ντόναλντ Τραμπ.
Σύμφωνα με τον Guardian, στη φυλακή αυτή, γνωστή κυρίως για την κράτηση υπόπτων που σχετίζονται με την τρομοκρατία, ο Αμερικανός πρόεδρος διέταξε να προετοιμαστεί μια «εγκατάσταση μεταναστών». Όπως είπε, θα χρησιμοποιηθεί για να «κρατήσει τους χειρότερους εγκληματίες παράνομους αλλοδαπούς που απειλούν τον αμερικανικό λαό».
Οργή από οργανώσεις για τα δικαιώματα: «Τόπος βασανιστηρίων»
Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις από οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Διεθνής Αμνησία τόνισε ότι το Γκουαντάναμο υπήρξε «τόπος βασανιστηρίων, αορίστου χρόνου κράτησης χωρίς κατηγορία ή δίκη και άλλες παράνομες πρακτικές». Υποστήριξε ότι ο Τραμπ θα έπρεπε να χρησιμοποιεί την εξουσία του για να κλείσει τη φυλακή και όχι να την επαναχρησιμοποιήσει για κράτηση μεταναστών.
Η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών υπογράμμισε ότι η κατασκευή ενός τεράστιου χώρου κράτησης στο Γκουαντάναμο θα ήταν ένα «καταστροφικό λάθος». Όπως ανέφερε: «Η αποστολή πολλών μεταναστών σε μια απρόσιτη στρατιωτική βάση στην Κούβα θα μπορούσε να επιτρέψει στην κυβέρνηση να τους στερήσει βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, μακριά από τους δικηγόρους, τον Τύπο και την επίβλεψη του Κογκρέσου. Δυστυχώς, αυτό φαίνεται να είναι το ζητούμενο».
Το International Refugee Assistance Project επισήμανε ότι η ανακοίνωση Τραμπ σηματοδότησε «ακόμη μια σοβαρή και απαράδεκτη πράξη της κυβέρνησης Τραμπ».
Όπως τόνισε, το Γκουαντάναμο είναι «διαβόητο για βασανιστήρια και άλλες κραυγαλέες, παράνομες ενέργειες της κυβέρνησης των ΗΠΑ» και ότι «ακόμη και κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Μπάιντεν, όταν μόνο δεκάδες άνθρωποι κρατούνταν συνήθως εκεί, οι παραβιάσεις των δικαιωμάτων ήταν ανεξέλεγκτες».
«Αν έτσι ήταν οι συνθήκες στο Γκουαντάναμο επί Μπάιντεν, πώς θα είναι όταν ο Τραμπ απαιτεί από τον στρατό να κρατήσει δεκάδες χιλιάδες», αναρωτήθηκε η ανθρωπιστική οργάνωση.
Η ιστορία και η σημερινή κατάσταση στο Γκουαντάναμο
Η στρατιωτική φυλακή του Γκουαντάναμο άνοιξε τον Ιανουάριο του 2002 σε μια ναυτική βάση των ΗΠΑ σε μια παράκτια περιοχή στη νοτιοανατολική Κούβα, η οποία μισθώθηκε από την Αβάνα βάσει συνθήκης που χρονολογείται από το 1903.
Το κέντρο κράτησης δημιουργήθηκε μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 υπό την ηγεσία του τότε προέδρου Τζορτζ Μπους, για να αντιμετωπίσει κρατούμενους που αποκαλούνταν «εχθροί μαχητές».
Οι Δημοκρατικοί πρόεδροι Μπαράκ Ομπάμα και Τζο Μπάιντεν προσπάθησαν αμφότεροι να κλείσουν τις εγκαταστάσεις, αλλά το Κογκρέσο αντιτάχθηκε στις προσπάθειες να κλείσει το Γκουαντάναμο και παραμένει ανοιχτό μέχρι σήμερα.
Η κυβέρνηση του Ομπάμα εγκατέλειψε τις προσπάθειες να διεξαχθούν δίκες στη Νέα Υόρκη και να τοποθετηθούν οι μακροχρόνιοι κρατούμενοι σε μια άδεια φυλακή στο Ιλινόις ενόψει της εξαγριωμένης τοπικής αντιπολίτευσης.
Από τα περίπου 800 άτομα που κρατούνταν στο Γκουντάναμο το 2002, ως ύποπτοι για στρατιωτική δράση εναντίον της Αμερικής ή τρομοκρατία, σήμερα παραμένουν στη διαβόητη φυλακή μόνο 15 κρατούμενοι, μετά από απελευθερώσεις κρατουμένων στις οποίες προχώρηση η κυβέρνηση Μπάιντεν.
Τα βασανιστήρια
Ωστόσο, ακόμα και επί Μπάιντεν, η κατακραυγή για τις συνθήκες κράτησης στο Γκουντάναμο ήταν διεθνής.
Μεταξύ των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βασανιστηρίων που θεωρείται ότι έγιναν εκεί ήταν η πρακτική της εξαναγκαστικής σίτισης των κρατουμένων σε απεργία πείνας. Ο αμερικανικός στρατός το υπερασπίστηκε ως απαραίτητη ιατρική θεραπεία, αλλά οι επικριτές το παρομοίασαν με βασανιστήρια.
Ονομάστηκε «εντερική σίτιση», η διαδικασία περιλαμβάνει την εισαγωγή ενός σωλήνα στη μύτη του κρατουμένου και στο στομάχι του, και στη συνέχεια άντληση υγρού θρεπτικού συστατικού.
Τα τελευταία 20 χρόνια, τουλάχιστον εννέα τρόφιμοι έχασαν τη ζωή τους στον καταυλισμό, επτά από τους οποίους προφανώς αυτοκτόνησαν.