Τουρκία: «Πυρά» στον Φιντάν - Τον κατηγορούν ότι «αναγνώρισε το ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου»
Αφορμή η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στη διεθνή Διάσκεψη Κορυφής για την Ουκρανία
Την έντονη αντίδραση των τουρκικών μέσων ενημέρωσης προκάλεσε η παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στη Διεθνή Διάσκεψη Κορυφής για την ειρήνη στην Ουκρανία που πραγματοποιήθηκε στην Ελβετία στις 15 και 16 Ιουνίου 2024 .
Αντιδράσεις και αιχμηρά σχόλια κυριαρχούν στον αντιπολιτευόμενο τουρκικό τύπο σχετικά με την συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στη Διάσκεψη ειρήνης για την Ουκρανία που πραγματοποιήθηκε στην Ελβετία.
Μερίδα του τουρκικού τύπου σχολιάζει επικριτικά το γεγονός ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης συμμετείχε στην σύνοδο και υπόγραψε το κοινό ανακοινωθέν υπό το καθεστώς κρατικής οντότητας. Μάλιστα τα αντιπολιτευόμενα μέσα ανέφεραν ότι ο Χακάν Φιντάν συναντήθηκε με τον Οικουμενικό Βαρθολομαίο κατηγορώντας ότι «με αυτό τον τρόπο αναγνωρίζει την οικουμενικότητα του πατριαρχείου».
Το τουρκικό υπουργείο εξωτερικών μετά τον θόρυβο που προκάλεσαν τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα προχώρησε σε μεταμεσονύχτια ανακοίνωση διαψεύδοντας ότι υπήρχε συνάντηση του επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας με τον Οικουμενικό Πατριάρχη, σημειώνοντας οτι δεν έχει αλλάξει η πολιτική της Τουρκίας όσον αφορά τον ρόλο του Πατριαρχείου.
«Η είδηση ότι το Ρωμαίικο Πατριαρχείο του Φαναριού συμμετείχε στην Ουκρανική Σύνοδο Ειρήνης που πραγματοποιήθηκε στην Ελβετία στις 15-16 Ιουνίου 2024 με καθεστώς κράτους και ότι ο Υπουργός μας είχε επίσημη διμερή συνάντηση με τον Ρωμιό Πατριάρχη του Φαναριού Βαρθολομαίο στο περιθώριο της Συνόδου δεν αντικατοπτρίζει την αλήθεια».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, «ζητήθηκε εξήγηση από τους διοργανωτές της Συνόδου Κορυφής, Ελβετία και Ουκρανία, σχετικά με τους ισχυρισμούς ότι στη συνέχεια προστέθηκε το όνομα του Ρωμαίικου Πατριαρχείου του Φαναριού ως υπογράφοντα στην Κοινή Διακήρυξη, η οποία έγινε αποδεκτή στο τέλος της Συνόδου και κοινοποιήθηκε. Από την άλλη πλευρά, δεν χρειάζεται καμιά εξήγηση για το ότι δεν υπήρξε καμία αλλαγή στην κρατική μας πολιτική όσον αφορά το καθεστώς του Ρωμαίικου Πατριαρχείου του Φαναρίου».