Τουρκία: «Ο Ερντογάν θα ζητάει πίσω τον Μπάιντεν» - Αναμονή και «παγωμάρα» για τη κυβέρνηση Τραμπ
Μόνο ως φιλοτουρκικές δεν χαρακτηρίζονται η πλειοψηφία των επιλογών του Ντόναλντ για το νέο του κυβερνητικό σχήμα. Στάση αναμονής μέχρι τον Ιανουάριο από την Άγκυρα.
Με βήμα σημειωτόν και χωρίς να γκριζάρει τις σχέσεις με την κυβέρνηση Τραμπ τουλάχιστον μέχρι τον Ιανουάριο που θα αναλάβει και επίσημα την προεδρία των ΗΠΑ, θα κινηθεί η Άγκυρα το επόμενο διάστημα.
Μπορεί η παγωμάρα και η δυσαρέσκεια για τις επιλογές του Ντόναλντ Τραμπ στο νέο του υπουργικό συμβούλιο να αποτυπώνεται ξεκάθαρα στον τουρκικό Τύπο καθημερινά, ωστόσο ο Ομέρ Τσελίκ προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, αναφέροντας ότι δεν είναι πάντα σωστό να κρίνεται ένα ολόκληρο υπουργικό συμβούλιο με βάση μεμονωμένες αρνητικές εκτιμήσεις.
Στην Τουρκία άλλωστε ποντάρουν, πολύ στην προσωπική σχέση που είχαν οικοδομήσει οι Ταγίπ Ερντογάν με τον Ντόναλντ Τραμπ κατά την διάρκεια της πρώτης θητείας του 79χρονου δισεκατομμυριούχου, με τον Τούρκο πρόεδρο να ζητά άμεσα συνάντηση με τον νέο πλανητάρχη, βγάζοντας έξω από την εξίσωση την τηλεφωνική διπλωματία προκειμένου να μπουν σε μια νέα τροχιά οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Οι αναλύσεις και οι εκτιμήσεις στην Τουρκία για την επόμενη μέρα των σχέσεων Άγκυρας και Ουάσιγκτον, μόνο αισιόδοξες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν, καθώς η τοποθέτηση υπουργών σε καίρια πόστα από τον Τραμπ που έχουν μιλήσει με απαξιωτικά σχόλια για την Τουρκία και τον Ερντογάν, αλλά και η ξεκάθαρη στάση τους υπέρ του Ισραήλ χωρίς αστερίσκους αλλά και υπέρ των Κούρδων της Βόρειας Συρίας καθιστά μια νέα εξίσωση για δυνατούς λύτες.
«Παρόλο που ο Τραμπ έκανε τρομερά πράγματα στην Τουρκία στην πρώτη του θητεία, ο Ερντογάν ελπίζει ότι θα ανοίξει μια νέα σελίδα με τις ΗΠΑ στη δεύτερη θητεία του Τραμπ. Αλλά σε αυτήν τη νέα σελίδα, τα πράγματα μπορεί να γίνουν ακόμη πιο δύσκολα για την Τουρκία και ο Ερντογάν μπορεί να ανυπομονεί για την εποχή του Μπάιντεν», σημειώνει χαρακτηριστικά ο έγκριτος Τούρκος αναλυτής Μουράτ Γετκίν αποτυπώνοντας πλήρως το κλίμα που υπάρχει αυτή τη στιγμή στη Τουρκία.
Εξάλλου, συνομιλητής του Χακάν Φιντάν θα είναι ο Μάρκο Ρούμπιο. Ο νέος Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών στήριξε μια πολιτική που περιλάμβανε την υπογραφή του σε όλες τις στρατιωτικές και οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στην Τουρκία την προηγούμενη περίοδο.
Απέναντι από τον Επικεφαλής Σύμβουλο Ασφάλειας και Εξωτερικής Πολιτικής του Ερντογάν, Τσαγατάι Κιλίτς θα βρεθεί ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, απόστρατος συνταγματάρχης Μάικλ Γουόλτς ο οποίος στην Τουρκία χαρακτηρίζεται περισσότερο φιλο-ισραηλινός από το Ισραήλ ενώ θεωρεί ότι οι Κούρδοι της Βόρειας Συρίας είναι από τους πιο ισχυρούς σύμμαχους των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, όντας παράλληλα υπέρμαχος της παρουσίας των αμερικανικών στρατευμάτων στη περιοχή
Ο Πιτ Χέγκσεθ, τον οποίο ο Τραμπ όρισε επικεφαλής του ισχυρότερου στρατού στον κόσμο, είναι τηλεοπτικός παρουσιαστής που έκανε τη στρατιωτική του θητεία στο Ιράκ. Ο υπουργός άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ θα κληθεί να μιλήσει μαζί του για την υποστήριξη των ΗΠΑ στην παρουσία του YPG (Koύρδοι) στη Συρία ή για το πότε θα παρασχεθούν F-16, μια συνύπαρξη η οποία κρίνεται ανάλογη σε σχέση με τον προηγούμενό υπουργό Άμυνας Λόιντ Όστιν ο οποίος είναι επίσης στρατηγός.
Σύμφωνα με τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας Milliyet Οζάι Σεντίρ, οι επιλογές του νέου πλανητάρχη για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης του δείχνουν τον λόγο για τον οποίο οι ΗΠΑ πρέπει να απωλέσουν την ηγεσία τους στον κόσμο.
Σενάρια για νέα στρατιωτική επιχείρηση στη Συρία
Την ίδια ώρα έχει αναπτυχθεί έντονη φημολογία τις τελευταίες μέρες στη Τουρκία για προετοιμασία νέας στρατιωτικής επιχείρησης στη Συρία, κάτι που άφησε ανοιχτό ο Ταγίπ Ερντογάν αλλά και ο εκπρόσωπος του κυβερνώντος κόμματος Ομέρ Τσελίκ, αλλά και το υπουργείο άμυνας της χώρας κάνοντας λόγο για φυσικό δικαίωμα της Τουρκίας να διεξάγει διασυνοριακές επιχειρήσεις με στόχο την προστασία των συνόρων της.
Σε αυτό το πλαίσιο ο αναλυτής Μουράτ Γετκίν εκτιμάει ότι ο Ερντογάν μπορεί να ξεκινήσει μια συνολική πολιτικο-στρατιωτική επιχείρηση κατά του PKK στη Συρία, προκειμένου να αποκτήσει μια νέα διαπραγματευτική θέση όταν έρθει ο Τραμπ και να αποφευχθεί η δημιουργία σύγκρουσης αργότερα.