Το Σάββατο του Λαζάρου: Η ανάσταση του φίλου του Ιησού
Το Σάββατο, πριν από την Κυριακή των Βαΐων, είναι αφιερωμένο στην Ανάσταση του Λαζάρου, ένα γεγονός που περιγράφεται στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο.

Το Σάββατο, πριν από την Κυριακή των Βαΐων, είναι αφιερωμένο στην Ανάσταση του Λαζάρου, ένα γεγονός που περιγράφεται στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (Ιω. 11:1-44). Ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν χαρακτηρίζει το θαύμα αυτό ως προοίμιο της Ανάστασης του Χριστού, καθώς αποκαλύπτει τη δύναμή Του επί του θανάτου (Schmemann, 1986). Ο Λάζαρος, φίλος του Ιησού, είχε πεθάνει και βρισκόταν τέσσερις ημέρες στον τάφο όταν ο Χριστός τον ανακαλεί στη ζωή με το «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω».
Ο Γεώργιος Φλωρόφσκυ τονίζει ότι το γεγονός αυτό δεν είναι απλώς ένα θαύμα, αλλά μια θεολογική δήλωση: ο Χριστός είναι «ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (Φλωρόφσκυ, 1972). Ο Ιωάννης Φουντούλης προσθέτει ότι η Εκκλησία τοποθετεί την ανάμνηση αυτή το Μεγάλο Σάββατο για να προετοιμάσει τους πιστούς για την είσοδο στην Μεγάλη Εβδομάδα, συνδέοντας τη νίκη επί του θανάτου του Λαζάρου με την επερχόμενη Ανάσταση (Φουντούλης, 1990). Η ακολουθία της ημέρας, με ύμνους όπως το «Ἀνάστασις σου, Χριστὲ Σωτήρ», που αποδίδεται στον Κοσμά τον Μελωδό σύμφωνα με τον Ευστράτιο Αργέντη (Αργέντης, 1955), γεμίζει τις εκκλησίες με χαρμόσυνο τόνο.
Ο π. Ιωάννης Μέγεντορφ σημειώνει ότι η Ανάσταση του Λαζάρου προκαλεί την οργή των Φαρισαίων, οδηγώντας στην απόφαση για τη σταύρωση του Χριστού, και έτσι συνδέεται άμεσα με το Πάθος (Meyendorff, 1987). Οι πιστοί συμμετέχουν ψάλλοντας και κρατώντας βάγια, ενώ η Εκκλησία γιορτάζει τη νίκη της ζωής. Η ημέρα αυτή λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ της Σαρακοστής και της Μεγάλης Εβδομάδας, καλώντας σε πνευματική εγρήγορση και ελπίδα ενόψει των μεγάλων γεγονότων που ακολουθούν.
Το Σάββατο του Λαζάρου και η ανάσταση του έχουν περάσει στην λαϊκή παράδοση. Κατά τόπους στην Ελλάδα στολίζουν τον Λάζαρο ένα μπουκέτο λουλούδια που παιδιά περιφέρουν στην πόλη ή στη γειτονιά τραγουδώντας τα εγκώμιά του: «Βρε Λάζαρε τι είδες εις τον Άδη που επήγες. Είδα φόβους, είδα τρόμους, είδα βάσανα και πόνους, δώστε μου λίγο νεράκι να ξεπλύνω το φαρμάκι, της καρδούλας μου το λέω και μοιρολογώ και κλαίω».