Πολλές φορές οι βόλτες σε μουσεία και σε άλλους ιστορικούς χώρους αποκαλύπτουν μικρές πτυχές της ιστορίας μας, που μπορεί να μην έχουν τη σημασία μιας μεγάλης μάχης ή της κατάκτησης εδαφών, αποδεικνύουν όμως πόσο βαθιά χαραγμένες μέσα τους έχουν αρκετοί Έλληνες αξίες αλλά και σεβασμό για όλα εκείνα που συνέθεσαν τη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Περιδιαβαίνοντας κάποιος τους χώρους του Θωρηκτού «Γ. Αβέρωφ» ανάμεσα στα σημαντικά εκθέματα όπως στολές, σημειωματάρια αξιωματικών, σπαθιά, όπλα και άλλα σε μια από τις προθήκες μπορεί να πέσει το μάτι του σε ένα παλιό, ξύλινο, σπασμένο στέμμα, που το συνοδεύει μια επιστολή.
Ένα στέμμα που θα μπορούσε να είχε βρεθεί στα σκουπίδια μαζί με άλλα κατεστραμμένα αντικείμενα του πλοίου κατά τη διάρκεια μιας επισκευής πριν από σχεδόν 40 χρόνια.
Κι όμως αυτό το στέμμα, που πιθανότατα κοσμούσε το πρυμναίο τμήμα του σκάφους πάνω ακριβώς από το όνομα «Γ. Αβέρωφ», δεν θα είχε διασωθεί εάν δεν το εντόπιζε ένας μάστορας. Ένας άνθρωπος που δεν ήταν ούτε συντηρητής έργων τέχνης, ούτε ιστορικός, ούτε καν μέλος του πληρώματος ή ανώτερος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού.
Ένας ναυπηγοξυλουργός ή στη γλώσσα των μαστόρων καραβομαραγκός , ο Χ. Γ. Μιχαλόπουλος, που την ώρα της δουλειάς του εντόπισε το παλιό και σχεδόν κατεστραμμένο σύμβολο και αντιλαμβανόμενος την ιστορία του, το ανέσυρε από τα σκουπίδια, το φύλαξε και με απόλυτη ανιδιοτέλεια το παρέδωσε πίσω στον φυσικό του κάτοχο, το Πολεμικό Ναυτικό.
Στην επιστολή του προς τον τότε Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, Ναύαρχο Νίκο Τσούνη, Παππά, περιγράφει πως βρήκε το στέμμα, πως το φύλαξε και τελικά το παρέδωσε πίσω στο Ναυτικό.
Ολόκληρη η επιστολή του ναυπηγοξυλουργού
Έχω τη χαρά και την τιμή να σας παραδώσω μετά από 32 χρόνια την κορώνα του θωρηκτού Αβέρωφ. Το 1985 το έφεραν στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά για επισκευή. Εγώ εργαζόμουνα εκεί ως ναυπηγοξυλουργός, υπεργοδηγός και είχα αναλάβει το κατάστρωμα για την αντικατάστασή σου.
Ξεκινήσαμε την προεργασία όμως εκείνη την περίοδο υπήρξαν απεργίες στο Ναυπηγείο Σκαραμαγκά και ο κ. Ν. για δικούς του λόγους το έκλεισε. Έτσι το πλοίο το επήγανε στα Ναυπηγεία Ελευσίνος και επειδή εγώ γνώριζα το αντικείμενο με φώναξε ο εργολάβος να συνεχίσω στα Ναυπηγεία Ελευσίνος. Κατά τη διάρκεια των εργασιών μια ημέρα εκεί που περπάταγα έξω από το ακομοδέσιο είδα πεταμένα έξω στην κουβέρτα, διάφορα πεταμένα πράγματα μεταξύ όλων αυτών ήταν και η κορώνα, έσκυψα, την πήρα στα χέρια μου, δάκρυσα, την φίλησα με ευλάβεια και την πήρα στο σπίτι μου με το σκεπτικό ότι μια ημέρα θα την δώσω πάλι πίσω να πάει στη θέση της στο σκάφος. Όχι πως θα πήγαινε εκεί που ήτανε η αρχική θέση της διότι ήταν λαβωμένη και μισή. Έτσι μετά από 38 χρόνια κατάφερα μέσω ενός ιερεά που του το είχα πει. Αυτός βρήκε τον κατάλληλο άνθρωπο, τον κατάλληλο χρόνο, τον κ. Σ.Π. και έτσι σήμερα έχω την τιμή και την χαρά να την παραδώσω στα χέρια σας κύριε Αρχηγέ του Πολεμικού Ναυτικού.
Μετά τιμής
Χ. Γ. Μιχαλόπουλος