«Θεοφάνια» ή «Θεοφάνεια»; Κι όμως υπάρχει απάντηση στο ερώτημα!
Τι προτείνει το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, τι ο Μπαμπινιώτης και τι δέχεται η θρησκεία.
Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος θα τεθεί το δίλημμα του ποια γραφή είναι η ορθή: «Θεοφάνεια» ή «Θεοφάνια»; Πρόκειται για ένα από τα συχνά μπερδέματα στην ελληνική γλώσσα.
Μπορεί η λέξη να μη χρησιμοποιείται καθημερινά, αλλά όταν έρχεται ο καιρός να κάνει την εμφάνισή της, τα ορθογραφικά λεξικά παίρνουν φωτιά… Μπορείς να το δεις όπως θες, με -ει- ή με – ι –.
Διαβάζουμε στο λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής: Θεοφάνια τα [θeofánia] O40: η γιορτή της βάφτισης του Χριστού, τα Φώτα [λόγ. < ελνστ. ἡ Θεοφάνεια (γιορτή της γέννησης και της βάφτισης του Χριστού, κατά το παλιότερο ἡ Ἐπιφάνεια) > μσν. τα Θεοφάνια (γιορτή της βάφτισης του Χριστού), με αλλαγή γένους και αριθμού αναλ. προς το η Χριστού γέννα > τα Χριστούγεννα (πρβ. αρχ. τά Θεοφάνια ‘γιορτή στους Δελφούς, όπου έδειχναν αγάλματα θεών’)]. Δηλαδή, το Λεξικό δέχεται τη λόγια γραφή Θεοφάνεια, αλλά στο θηλυκό: Η Θεοφάνεια (όπως αναλόγως και η Επιφάνεια).
Αλλά και στο Λεξικό Ετυμολογίας που έχει συντάξει ο Γιώργος Μπαμπινιώτης διαβάζουμε τα εξής: «Διάφορες εορτές εκφέρονται σε πληθυντικό ουδετέρου, όπως συμβαίνει με τα Επιφάνια και τα Θεοφάνια (πβ. επίσης Ίσθμια, Πύθια, ακόμη και Χριστούγεννα). Επειδή οι λέξεις αυτές προέρχονται απευθείας από θέμα τού ρ. φαίνομαι και όχι από το αντίστοιχο επίθ. (επιφανής), είναι ορθό να γράφονται με -ι- (Επιφάνια, Θεοφάνια), πράγμα που τις διαχωρίζει από τα παράγωγα τού επιθέτου (π.χ. επιφανής – η επιφάνεια)».
Στα αρχαία χρόνια υπήρχε γιορτή Θεοφάνια Γιορτάζονταν την 7η του μηνός Βυσίου αλλά μόνο στους Δελφούς. Με τη γιορτή αυτή άρχιζε το Δελφικό Έτος και συμβόλιζε την επάνοδο του Απόλλωνα από τη Χώρα των Υπερβορίων. Η γιορτή αυτή συνέπιπτε με την έναρξη της άνοιξης και την εαρινή ισημερία, ήταν όμως καθαρά τοπικού χαρακτήρα.
Η λέξη Θεοφάνια κατέλαβε περίοπτη θέση στο λεξιλόγιο της θρησκείας, καθώς χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να δηλώσει το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Θεού, αλλά και την ίδια τη γέννηση του Χριστού, καθώς μάλιστα τα Χριστούγεννα είχαν διπλή ονομασία, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από το ότι στις 6 Ιανουαρίου τιμούσαν κάποτε και τις δύο μεγάλες γιορτές.
Κι αυτό μέχρι τον 4ο αιώνα, όταν οι δύο αυτές γιορτές πήραν τον δρόμο τους, καθώς πλέον τα Χριστούγεννα εορτάζονταν στις 25 Δεκεμβρίου, ημέρα αφιερωμένη στον Θεό Ήλιο από τους εθνικούς. Από εκείνο το σημείο, λοιπόν, και έπειτα άρχισε να χρησιμοποιείται η λέξη Θεοφάν(ε)ια για τη Βάπτιση του Κυρίου (εμφάνιση της Αγίας Τριάδος, εορτή των Φώτων), παράλληλα με τη λέξη Επιφάνια.
Ετυμολογικά, η γραφή με -ει- δικαιολογείται εν μέρει ως δήλωση της ιδιότητας του επιθέτου «θεοφανής». Όμως πρόκειται για γιορτή σε ουδέτερο γένος, οπότε και κρίνεται προτιμότερο να τηρείται η γραφή με -ι- (όπως τα Πύθια, τα Ίσθμια κ.λπ.).