Θα ενδιαφερθεί η Ελλάδα για το νέο ευρωπαϊκό μαχητικό 6ης γενιάς;
Το NGWS θα αποτελείται από ένα NGF ( New Generation Fighter), από ένα RC (Remote Carrier, μη επανδρωμένες εναέριες πλατφόρμες) και ένα Combat Cloud σχεδιασμένο να επιτυγχάνει κυριαρχία πληροφοριών, που θα επιτρέπει να συνδέεται με τα διάφορα εθνικά συστήματα Future Combat Air Systems ,που θα καθιστά την υπεροχή του σε ένα περιβάλλον επηρεασμένο από πολλές μεταβλητές.
Επιπλέον, με την ενσωμάτωση νέων σύγχρονων τεχνολογιών θα παρέχουν στις Ένοπλες Δυνάμεις νέες επιχειρησιακές δυνατότητες με νέα καινοτόμα συστήματα, έχοντας ως εργαλεία την ευελιξία, την τεχνητή νοημοσύνη, τον ηλεκτρονικό πόλεμο, την διαλειτουργικότητα, κλπ.
Οι διαπραγματεύσεις που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ των διευθύνσεων εξοπλισμών των τριών χωρών DGA ( Γαλλική ), BMVG ( Γερμανική, DGAM ( Ισπανική ) κατέληξαν σε συμφωνία ,και έθεσαν τα θεμέλια για την επόμενη φάση του προγράμματος. Απομένουν τώρα οι σχετικές κυβερνητικές ρυθμίσεις εθνικού επιπέδου, για την επίσημη επικύρωση του προγράμματος.
Από ό,τι προκύπτει η βιομηχανική του οργάνωση έχει δημιουργηθεί με τέτοιο τρόπο, που θα εξασφαλίζει την συνέπεια και την αποτελεσματικότητα του έργου. Αξιοποιώντας παράλληλα τις βέλτιστες δεξιότητες κάθε εθνικής βιομηχανίας σε μία ισορροπημένη και ευρείας κλίμακος και βαθιάς συνεργασίας μεταξύ των τριών Ευρωπαϊκών χωρών .
Όπως αντιλαμβάνεστε, το πρόγραμμα αυτό δημιουργεί νέες φιλοδοξίες στην αεροπορική επιστήμη -τεχνολογία.
Η Ελλάδα δυστυχώς όχι μόνο παρακολουθεί από μακριά τις εξελίξεις σ' αυτό το τομέα, αλλά δεν δείχνει τουλάχιστον το ενδιαφέρον να ενημερωθεί για την εξέλιξη του προγράμματος, με στόχο να συμμετέχει ως υποκατασκευαστικό εργαλείο έρευνας και κατασκευής σε ένα επιμέρους σύστημα του αεροσκάφους σε ένα τόσο φιλόδοξο, δεδομένου ότι το 2027 ή αν θέλετε το 2030 δεν απέχει από το 2021.
Προφανώς τα εξαιρετικά στελέχη της Πολεμικής Αεροπορίας γνωρίζουν το θέμα, ωστόσο, η πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου δεν φαίνεται να έχει έχει εκδηλώσει τις απαραίτητες ενέργειες τουλάχιστον ενημέρωσης επί του θέματος.
Μια ζωή η χώρα τρέχει πίσω από τις εξελίξεις. Δεν είναι λίγα τα πρόσφατα παραδείγματα που δεν επιτρέπουν όχι μόνο την οικονομική της ανάπτυξη που επηρεάζουν αποτελεσματικά και την αμυντική της θωράκιση. Δεν έχουμε καταλάβει ότι η χώρα μας είναι υποχρεωμένη να ζήσει με ένα κακό γείτονα με ένα πρόβλημα που θα υφίσταται διαχρονικά από γενιά σε γενιά, αν δεν υπάρξει αιφνιδιαστικά μία μεγάλη ανατροπή στη περιοχή μας.
Είδατε τι έγινε με την προμήθεια των αεροσκαφών Rafale; Προμήθεια αναγκαστική της τελευταίας στιγμής, κόστους 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ ,χωρίς βιομηχανικές επιστροφές, που δεν πληροί με τον πλέον βέλτιστο τρόπο τις επιχειρησιακές απαιτήσεις της Πολεμικής Αεροπορίας λόγω της ποσότητας, που έρχεται σε αντίθεση σε συνδυασμό με το κόστος σε υποδομές και το έργο συντήρησης της βάσης υποδοχής.
Είχαμε το αεροπορικό κέντρο της Καλαμάτας για την εκπαίδευση των νέων ικάρων και ανθυποσμηναγών. Πάλι είδαμε μία αναγκαστική σύμβαση με το Ισραηλινή εταιρία ELBIT,που αγγίζει τα 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς βιομηχανικές επιστροφές, μία ιστορία γνωστή τουλάχιστον μιας επταετίας, όμως δεν φροντίσαμε να λύσουμε το πρόβλημα οικονομικότερα, δίνοντας παράλληλα το έργο συντήρησης των αεροσκαφών στην ΕΑΒ.
Έχουμε το πρόβλημα της προμήθειας των νέων φρεγατών, με την αναβάθμιση των φρεγατών ΜΕΚΟ που συνδέεται και με κατασκευαστικό έργο στα ναυπηγεία μας, που όμως βρίσκονται σε καθεστώς απαξίωσης λόγω των γνωστών προβλημάτων, που έχω αναφέρει σε προηγούμενο άρθρο. Για να πάρουν μπροστά τα ναυπηγεία και να καταστούν λειτουργικά και εφόσον όλα προχωρήσουν θετικά, που δεν το βλέπω, θα απαιτηθούν τουλάχιστον δύο χρόνια στη καλύτερη περίπτωση. Επομένως, πάλι θα αναγκαστούμε να πληρώσουμε τουλάχιστον 5 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς να εξασφαλίσουμε την τεχνολογική ανάπτυξη σε αυτό τον πολύτιμο για την Ελλάδα γεωστρατηγικό οικονομικό τομέα.
Οι σοβαρές χώρες, έχουν τα μάτια τους ανοιχτά, διαθέτουν τα εργαλεία να βλέπουν μακριά και να διακρίνουν τα χρήσιμα προγράμματα, μπορούν να σχεδιάζουν μακροπρόθεσμα αποτελεσματικά, παρακολουθούν τις τεχνολογικές εξελίξεις, αντιλαμβάνονται έγκαιρα τις προκλήσεις, και τέλος έχουν τη δυνατότητα να επεμβαίνουν καθοριστικά, εξασφαλίζοντας τα οικονομικά συμφέροντα της χώρας.
Το εν λόγω φιλόδοξο πρόγραμμα θα ενισχύσει σημαντικά την Ευρωπαϊκή συνεργασία στην άμυνα δημιουργώντας σε πρώτη φάση μία σημαντική ομπρέλα ασφάλειας σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τώρα, αν το υπουργείο της Εθνικής Άμυνας δεν φρόντισε να ενημερωθεί για έστω με μία μικρής έκτασης πιθανής συμμετοχής, δείχνει ότι μυαλό δεν βάζουμε. Συνεχίζουμε τα ίδια λάθη. Με αυτή τη λογική θα συνεχίζουμε να πετάμε χρήματα από το υστέρημα του λαού μας στον αέρα, χωρίς να βάζουμε έστω ένα πετραδάκι στα θεμέλια της οικονομίας μας με βάση την επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη και παράλληλα να μην εξασφαλίζουμε την αμυντική μας θωράκιση με τον βέλτιστο τρόπο.
*Ο Γιώργος Τσιτσιλιάνος αποφοίτησε από την Σχολή Ικάρων τμήμα Μηχανικών ως ανθυποσμηναγός και παραιτήθηκε ως σμήναρχος από την Πολεμική Αεροπορία το 2002. Είναι πτυχιούχος μαθηματικός του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στα εφαρμοσμένα μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι αναπληρωτής τομεάρχης Άμυνας του Κινήματος Αλλαγής.