Τέμπη: Τα ηλεκτρονικά συστήματα που έχουμε πληρώσει αλλά δεν λειτουργούν
Η τραγωδία στα Τέμπη χαρακτηρίστηκε ως “το μεγαλύτερο σιδηροδρομικό δυστύχημα που έχει συμβεί στην Ελλάδα” από τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σιδηροδρομικών (ΠΟΣ), Ιωάννη Νίτσα.
Πρόσθεσε, δε, πως πρόκειται για ανθρώπινο λάθος, σε συνδυασμό με παθογένειες (ελλείψεις, δυσλειτουργίες) που καταγγέλλονται εδώ και 25 χρόνια, χωρίς όμως να ακούει κάποιος.
Με αυτό συμφώνησε και ο πρόεδρος των μηχανοδηγών ή καλύτερα της Πανελλήνιας Ένωσης Προσωπικού Έλξης ΟΣΕ (ΠΕΠΕ), Κώστας Γενιδούνιας, ο οποίος χρησιμοποιεί τη λέξη ‘αδιανόητο’ για το συμβάν που ξεπερνά τα όρια της λογικής.
Η ανάρτηση που είχε κάνει, λίγες ώρες πριν από το ατύχημα, με αφορμή την επικείμενη επίσκεψη του, πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στο Κέντρο Τηλεδιοίκησης - Σηματοδότησης σιδηροδρομικού δικτύου βορείου Ελλάδος. Είχε προγραμματιστεί για ανήμερα της τραγωδίας.
Τέμπη: Η προφητική ανάρτηση λίγα λεπτά πριν από την τραγωδία – «Δεν υπάρχει σηματοδότηση»
ΠΩΣ ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΓΡΑΜΜΗ ΤΑ ΤΡΕΝΑ
Στα Τέμπη έγινε μετωπική σύγκρουση δυο τρένων, με υψηλές ταχύτητες, τα οποία κινούνταν στην ίδια -διπλή σε όλο το μήκος της- γραμμή, με αντίθετη κατεύθυνση.
Το Intercity πήγαινε από την Αθήνα προς τη Θεσσαλονίκη και ένα εμπορικό τρένο, που είχε ξεκινήσει νωρίτερα, ακολουθούσε την αντίθετη διαδρομή.
Και τα δυο ήταν στην ίδια γραμμή.
Πώς μπορεί να συνέβη αυτό;
Ο κύριος Ντίτσας εξήγησε πως ο μηχανοδηγός παίρνει εντολή από τον σταθμάρχη για το πού να πάει. Το ίδιο επισήμανε και ο κύριος Γενιδούνιας.
Τι εννοούν;
Στην Ελλάδα οι σταθμάρχες κάνουν τη δουλειά ηλεκτρονικών συστημάτων, που έχουμε πληρώσει αλλά δεν λειτουργούν.
Τα τρένα μπαίνουν στη γραμμή, με εντολή που δίνει ο διαχειριστής. “Δεν λειτουργεί όμως, κανένα ηλεκτρονικό σύστημα. Όλα γίνονται χειροκίνητα στο μεγαλύτερο τμήμα της γραμμής”, όπως λέει ο κύριος Γενιδούνιας.
“Η υποδομή ανήκει στον ΟΣΕ. Είναι αυτός που δίνει τις εντολές, οι οποίες μεταφέρονται από σταθμαρχείο σε σταθμαρχείο. Ο ΟΣΕ δίνει τις εντολές και εμείς πάμε όπου μας λένε”.
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά;
O σταθμάρχης υπηρεσίας κάθε σταθμού δίνει εντολή μέσω ασυρμάτου, για να φύγει ένα τρένο από τον σταθμό Α και να πάει στον Β. Όταν ο σταθμάρχης υπηρεσίας του σταθμού Β βλέπει το τρένο ενημερώνει τον Α ότι έφτασε. Αυτό επαναλαμβάνεται έως τον τελικό προορισμό. Από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη, γίνεται 15 φορές.
“Η επικοινωνία γίνεται μέσω ασυρμάτων που δεν ‘πιάνουν’ παντού. Είναι ΟΚ κοντά στους σταθμούς, αλλά υπάρχουν και 'τυφλά' σημεία” λέει ο κύριος Γενιδούνιας. Kαι πώς γίνεται η συνεννόηση; “Με τις εντολές που παίρνουμε από τους σταθμάρχες. Σε αυτές στεκόμαστε”.
Αυτό λοιπόν, που συνέβη είναι ανθρώπινο λάθος, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν λειτουργούν τα συστήματα ασφαλείας. “Αν λειτουργούσαν, θα είχε αποφευχθεί αυτό το αδιανόητο που έγινε” τονίζει ο κύριος Γενιδούνιας.
Ο κύριος Ντίτσας προσθέτει ότι “δεν θα έμπαιναν τα δυο τρένα στην ίδια γραμμή. Τα συστήματα ασφαλείας υπάρχουν αλλά δεν λειτουργούν. Κάποια εγκαταστάθηκαν από το 2000. Είναι όμως σε φάση ανάταξης" όπως έχει καταγγελθεί πολλές φορές.
Ο κύριος Γενιδούνιας εξηγεί πώς μπορούν να αντικαταστήσουν όλα τα συστήματα οι άνθρωποι, αλλά και τι προσφέρει το κάθε ένα. "Δεν λειτουργούν τα φωτοσήματα, το σύστημα τηλεδιοίκησης και ελέγχου κυκλοφορίας που προστατεύει από το ανθρώπινο λάθος (ECTS) και το σύστημα επικοινωνίας (GSMR).
Τα φωτοσήματα είναι τα φανάρια, ενώ το σύστημα τηλεδιοίκησης είναι αυτό που με ηλεκτρικούς χειρισμούς καθορίζει την πορεία των τρένων. Επιτρέπει στο μηχανοδηγό να βλέπει ενδείξεις για όσα τρένα υπάρχουν σε απόσταση 300 χιλιομέτρων. Εμείς δεν βλέπουμε τίποτα”.
Πώς μπορεί να καλύψει ο άνθρωπος όλα αυτά;
Στην Ελλάδα γίνεται.
“Βάζουν σταθμάρχες”.
Όπως λέει ο κύριος Γενιδούνιας, "αν λειτουργούσε έστω η φωτοσήμανση (είναι σε δυσλειτουργία 20 χρόνια), οι μηχανοδηγοί θα έβλεπαν την κόκκινη ένδειξη και τα τρένα θα σταματούσαν, σε απόσταση 500 μέτρων μεταξύ τους".
Γιατί όμως, δεν λειτουργούν τα συστήματα που έχουμε αγοράσει;
“Ρωτήστε τους υπεύθυνους, γιατί δεν απαντούν σε εμάς. Η μόνιμη επωδός είναι ότι δεν λειτουργεί, πως θα το φτιάξουν, μετά μας λένε πως χάλασε, ότι θα κάνουν σύμβαση με εργολάβο, έπειτα ότι θα κάνουν σύμβαση με άλλο εργολάβο και ούτω καθ’ εξής”.