Τελικός στο «Παϊχάτζε» για Ελλάδα, γιατί ονόμασαν έτσι το γήπεδο οι Γεωργιανοί
Ο τελικός των τελικών για την Εθνική Ελλάδας. Η «γαλανόλευκη» είναι έτοιμη για μία ιστορική αναμέτρηση εκτός έδρας κόντρα στη Γεωργία (Alpha και Novasports Prime HD, 26/03, 19:00), με τον νικητή να παίρνει ένα εισιτήριο για το Euro της Γερμανίας. Οι διεθνείς μας θα αγωνιστούν σε ένα κατάμεστο «Μπόρις Παϊχάτζε» (χωράει 54 χιλιάδες φιλάθλους) και σίγουρα το ματς δεν είναι εύκολο, ωστόσο η Ελλάδα είναι πιο... μπαρουτοκαπνισμένη σε τέτοιες αναμετρήσεις και έχει την προϊστορία με το μέρος της.
Η «καυτή» έδρα του τελικού και η ιστορία που κρύβει
Ένα τέτοιο ματς, δεν γινόταν να μην διεξαχθεί στο μεγαλύτερο στάδιο της χώρα. Το «Μπόρις Παϊχάτζε» βρίσκεται στην πρωτεύουσα, Τιφλίδα και είναι ένα ποδοσφαιρικό «στολίδι» για την πόλη. Γιατί όμως πήρε αυτό το όνομα και ποιος ήταν ο Μπόρις Παϊχάτζε.
Πρόκειται για έναν θρύλο του γεωργιανού ποδοσφαίρου και της Ντιναμό Τιφλίδας. Ο Παϊχάτζε γεννήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 1915 στο Οντσικέτι της Γεωργίας (τότε αποτελούσε μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας). Από μικρή ηλικία είχε δείξει την αγάπη του για το ποδόσφαιρο και στα 16 του, έκανε ντεμπούτο με την Πότι.
Το 1936 πήγε στην Ντινάμο Τιφλίδας και αγωνίστηκε στην πρώτη κατηγορία της Σοβιετικής Ένωσης. Με το... καλημέρα, πέτυχε 13 γκολ σε 12 αγώνες. Το 1937 αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της κατηγορίας ενώ το 1939 έκανε ρεκόρ με 25 γκολ. Είχε γίνει ο σούπερ σταρ της Ντιναμό, ωστόσο το 1941, όταν η ομάδα της Τιφλίδας βρισκόταν στην κορυφή του πρωταθλήματος, οι Γερμανοί επιτέθηκαν στη Σοβιετική Ένωση και ο Παϊχάτζε πήγε στον στρατό.
Το 1945 επέστρεψε στην αγωνιστική δράση και έκανε απίστευτα παιχνίδια με την ομάδα της Τιφλίδας. Ο ίδιος ωστόσο στάθηκε άτυχος, καθώς το 1947, τραυματίστηκε σοβαρά με αποτέλεσμα να μείνει δύο χρόνια εκτός αγωνιστικής δράσης. Όταν επέστρεψε, δεν ήταν στην αγωνιστική κατάσταση που τον είχε συνηθίσει ο κόσμος και αποφάσισε το 1951 να αποσυρθεί.
Στις 9 Οκτωβρίου 1990 (έχοντας κάτσει και δύο χρονιές στον πάγκο της Ντιναμό), ο Παϊχάτζε έφυγε από τη ζωή. Ψηφίστηκε το 2001 κορυφαίος Γεωργιανός ποδοσφαιριστής του 20στου αιώνα, δείγμα του πόσο ταλαντούχος ήταν, ενώ η επίδρασή του για τον αθλητισμό στη χώρα, ήταν τεράστια.