ΣΥΡΙΖΑ: Σε αναζήτηση καπετάνιου και πυξίδας
Η Έφη Αχτσιόγλου έκανε την αρχή. Ακολουθεί σήμερα ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και το Σαββατοκύριακο ο Νίκος Παππάς, ενώ δεν αποκλείεται παρών να δηλώσει για την ηγεσία του κόμματος και ο Παύλος Πολάκης. Και κάπως έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία μπαίνει με γοργούς ρυθμούς σε μία νέα φάση, ψάχνοντας τον/την καπετάνιο του. Καθένας εξ’ αυτών έχει τα «χούγια» του, την κομματική και υπουργική του πορεία, κουβαλάει τις λαμπρές στιγμές του, προσωπικές και συλλογικές, όπως και τις «αμαρτίες» του.
Βέβαια, αποτελεί στοίχημα εάν ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα προχωρήσει τις εσωκομματικές του διεργασίες με τα μάτια στραμμένα στην κοινωνία, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι Αξιωματική Αντιπολίτευση. Υπό αυτή την έννοια, ο στόχος να γίνει η πρόβα τζενεράλε του/της νέας επικεφαλής του κόμματος στη ΔΕΘ ακούγεται γενικώς ορθό.
Την ίδια ώρα, η εκλογική διαδικασία που εγκαινίασε ο Αλέξης Τσίπρας, τουτέστιν εκλογές από τη βάση, είναι σημείο χωρίς επιστροφή. Στοίχημα μεταξύ άλλων αποτελεί και το ζήτημα της μαζικότητας και το κατά πόσο μία τέτοια διαδικασία θα απασχολήσει και αυτούς που δεν είναι μυημένοι στα κομματικά αρκτικόλεξα.
Παράλληλα, πολύς λόγος γίνεται μετά το εκλογικό στραπάτσο για το «νέο». Όραμα, έμπνευση, πολιτικό στίγμα, στόχος. Αυτές οι πέντε λέξεις μάλλον αποτελούν προϋποθέσεις του «νέου» για το οποίο μίλησε και ο Αλέξης Τσίπρας. Προς το παρόν ούτε αυτονόητα είναι, ούτε απολύτως σχηματοποιημένα. Ο καπετάνιος λοιπόν χρειάζεται πυξίδα για να τα φέρει αυτά εις πέρας. Άρα, ανεξαρτήτως συμπάθειας ή αντιπάθειας, στην πολιτική, σημασία δεν έχουν ποτέ μόνο τα πρόσωπα. Όλες οι «φυλές» του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα κληθούν να δώσουν εξετάσεις πάνω σε καίρια θέματα, πολλά εκ των οποίων στοίχισαν εκλογικά και όχι μόνο.
Το πρώτο ζήτημα στο οποίο θα κληθεί η νέα ηγεσία της Κουμουνδούρου να δώσει μάχη ίσως και «χαρακωμάτων» είναι η αξιοπιστία. Η φθορά, λαμβάνοντας υπόψη τα εκλογικά αποτελέσματα, είναι δεδομένη. Αξιωματική αντιπολίτευση μεν, αδύναμη δε. Χωρίς αξιοπιστία δεν μπορεί ένα κόμμα να χτίσει σταθερές γέφυρες με την κοινωνία και με όσους θέλει να εκπροσωπεί, πράγμα το οποίο δεν είναι καθόλου εύκολο. Και προϋπόθεση για να επιτευχθεί ένας τέτοιος στόχος είναι να μπει η πολιτική στο τιμόνι. Ειδικότερα, σε μία περίοδο όπου οι πολιτικοί αντιμετωπίζονται από όχι αμελητέα και συχνά ετερόκλητα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας με καχυποψία.
Τούτων δοθέντων, διαφορετικό αποτέλεσμα θα έχει για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ η επιλογή να εκπέμψει προς τους αριστερούς και προοδευτικούς πολίτες ένα μήνυμα ενότητας από το να στείλει ένα μήνυμα διαμοιρασμού τασικών τιμαρίων. Το πρώτο μπορεί να οδηγήσει στην εξωστρέφεια, το δεύτερο στην ατέρμονη ομφαλοσκόπηση. Εάν δε, επιτευχθεί το πρώτο τότε ενδεχομένως να λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά και ως προς τη δυναμική του κόμματος εντός και εκτός βουλής σε βάθος χρόνου.
Εξίσου σημαντικό ζήτημα είναι η πάταξη της «θολούρας». Δεν είναι λίγες οι φορές όπου το μήνυμα δημιουργούσε σύγχυση στους πολίτες και κάποιες ακόμη και απογοήτευση. Απαιτείται λοιπόν σιγουριά, να ξέρεις δηλαδή που θες να πας. Υπό αυτό το πρίσμα, ο κίνδυνος για τα κόμματα εξουσίας να μετατραπούν σε κόμματα super-market ελλοχεύει πάντα, πράγμα καθόλου αμελητέο. Πηγή ενός τέτοιου κινδύνου στην πολιτική είναι μεταξύ άλλων ο ετεροκαθορισμός. Είναι άλλο να μην επιλέγεις να δίνεις κάποιες μάχες, οι οποίες θεωρούνται εξ’ αρχής χαμένες σε μία συγκεκριμένη πολιτική στιγμή και είναι άλλο πράγμα να μην τις δίνεις από πολιτικό φόβο γιατί θεωρείς ότι δεν έχεις πειστική εναλλακτική ή να κρύβεσαι πίσω από το «δεν είναι τώρα η ώρα».
Επόμενο ζήτημα, η ανανέωση. «Νέο» χωρίς ανανέωση δεν υπάρχει και αυτό το «νέο» δεν μπορεί να παραγνωρίζει ή να γυρνά την πλάτη στις πολιτικές παρακαταθήκες που αφήνει ο Αλέξης Τσίπρας. Ωστόσο, δεν αρκεί κάποιος να μιλά εξ’ ονόματός του, χρειάζεται να αναμετρηθεί με το δικό του μπόι, δημιουργώντας τη δική του παράδοση. Ο πήχης μπαίνει εκ των πραγμάτων πολύ ψηλά.
Έσχατο, αλλά ίσως πιο σημαντικό είναι το ζήτημα της φυσιογνωμίας, δηλαδή της πολιτικής στρατηγικής. Την απάντηση στο που θέλει να το πάει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν μπορεί να τη δώσει μία λογική ατέρμονης εκφώνησης και δη καθ’ έδρας στο κοινοβούλιο ή στα κομματικά γραφεία. Χρειάζεται λοιπόν πράξη και «δουλειά, δουλειά, δουλειά». Αυτά και άλλα πολλά de facto θα απασχολήσουν υποψήφιους και παροικούντες την Κουμουνδούρου. Άλλωστε, ο Σεπτέμβρης θα είναι μία νέα αφετηρία για την μετά Τσίπρα εποχή στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και όλοι θα κληθούν να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Όχι μόνο απέναντι στο κόμμα, αλλά πρωτίστως απέναντι στην κοινωνία και τη χώρα.