Στη μεγάλη οθόνη η «Ferrari» με Driver... έναν σκηνοθέτη οραματιστή του Σινεμά
«Ferrari»: Στη μεγάλη οθόνη προβάλλεται αυτήν την εβδομάδα η δραματική βιογραφική περιπέτεια, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Μάικλ Μαν, με τους Άνταμ Ντράιβερ, Πενέλοπε Κρουζ, Πάτρικ Ντέμπσι, Σέιλιν Γούντλεϊ, Γκαμπριέλ Λεόνε κα.
Ο Μάικλ Μαν, από τους ελάχιστους εναπομείναντες σκηνοθέτες που, χωρίς να διεκδικεί δάφνες «δημιουργού» ή ενός οραματιστή του σινεμά, παραμένει ένας από τους σημαντικότερους μάστορες του χώρου, θυμίζοντας εν πολλοίς στους παλαιότερους τον συνεπώνυμό του Άντονι Μαν ή τον Μάικλ Κέρτιζ. Δύσκολα θα βρεις ταινία του, που θα περάσει αδιάφορη ή θα είναι μέτρια, ακόμη και αν δεν είναι σε φόρμα, όπως εδώ, παρότι έχει για «οδηγό» έναν Ντράιβερ.
Μετά από οχτώ χρόνων απουσίας, ο 80άρης πια Μάικλ Μαν, καταπιάνεται με τη βιογραφία του θρυλικού Έντσο Φεράρι, ενός ιδιοφυούς κατασκευαστή σπορ αυτοκινήτων και οδηγού αγώνων, αλλά και δύσκολου ανθρώπου. Αποφεύγοντας την καταγραφή της πολυκύμαντης ζωής του Φεράρι, που θα πλατείαζε και θα έπεφτε εύκολα στη λούμπα μιας συμβατικής βιογραφίας, ο Μαν θα εστιάσει το στόρι και το ενδιαφέρον του, σε μια καθοριστική χρονιά γι' αυτόν, το 1967, αναδεικνύοντας τον χαρακτήρα ενός εσωστρεφή και πολύπλοκου άνδρα.
Είναι η χρονιά που η εταιρεία του βρίσκεται στα πρόθυρα χρεοκοπίας, καθώς ξοδεύει περισσότερα χρήματα απ' όσα κερδίζει, αλλά και περισσότερο γερασμένος απ' όσο πραγματικά είναι λόγω του θανάτου του γιου του, καθώς και του γάμου του που πάει από το κακό στο χειρότερο. Και δεν φτάνουν αυτά, αλλά πρέπει να αναγνωρίσει και τον γιο που έχει αποκτήσει με την εκτός γάμου ερωμένη του.
Ο Μαν, που γνωρίζει όσο λίγοι, να διατηρεί στα ύψη την αδρεναλίνη στις ταινίες του (θυμηθείτε μόνο τις ταινίες «Ένταση», «Η Διαδρομή», «Miami Vice» ή «Ο Τελευταίος των Μοϊκανών») δείχνει κάπως την ηλικία του. Καταφέρνει να αποδώσει την εποχή, αν και λίγο περισσότερο ιλουστρασιόν απ' όσο πρέπει για την Ιταλία της εποχής εκείνης, να διατηρεί μεγάλο μέρος τού απαράμιλλου στυλ του, να στρέφεται στη δραματικότητα των σχέσεων, στην απόγνωση του ήρωά του και ορισμένες φορές να ανεβάζει τις στροφές στα κόκκινα, όταν τα τετράτροχα θηρία βγάζουν όλους τους ίππους τους στο δρόμο.
Το πυκνό σενάριο, δίνει τις στέρεες βάσεις για ένα συναρπαστικό πορτρέτο, ο Μαν ανεβοκατεβάζει ταχύτητες, θέλοντας να φτιάξει ρυθμό, να συνδέσει τα γεγονότα με τα ηθικά διλήμματα και τις ψυχικές δοκιμασίες των πρωταγωνιστών του, κάτι που καταφέρνει σε μεγάλο βαθμό, ακόμη και όταν ο σκηνοθετικός συμπλέκτης δείχνει να μην υπακούει πλήρως και να δημιουργεί προβλήματα στο σωστό κράτημα της ταινίας.
Και αυτό διότι σκηνοθεσία και σενάριο δεν εμβαθύνουν πάντα στους χαρακτήρες, ακόμη και ο Φεράρι μοιάζει ορισμένες φορές ανεξερεύνητος, η εικόνα μοιάζει πιο ισχυρή από την ουσία, σαν να βάζει σε ένα μυώδες εξωτικό αυτοκίνητο έναν συμβατικό απλώς καλό κινητήρα.
Επίσης, το κομμάτι της ταινίας που αναφέρεται στη σχέση του Φεράρι με τις δυο γυναίκες της ζωής του, μπορεί να έχει το ενδιαφέρον του, αλλά δείχνει να μην κολλάει ιδιαίτερα, καθώς η ταχύτητα και η γλυκιά επαφή με τον θάνατο, είναι αυτό που διακρίνει τον ήρωα και όχι ο προορισμός για συμβίωση ή την αγάπη. Υπάρχει, όμως και το τελικό κομμάτι της ταινίας, που διαδραματίζεται στον απόηχο του φημισμένου αγώνα Mille Miglia, που θα κρίνει την ζωή του Έντσο και την τύχη της αυτοκινητοβιομηχανίας του και ο Μαν ξαναβρίσκει τον παλιό καλό εαυτό του, μεταδίδοντας το πάθος και την ένταση, τα γνώριμα χαρακτηριστικά του κινηματογράφου του, καθώς συνδέει με ξεχωριστή μαεστρία το σοκαριστικό ατύχημα στην κούρσα με την τελική αναμέτρηση ανάμεσα στον Φεράρι και τη γυναίκα του Λάουρα.
Αν ο Άνταμ Ντράιβερ, αποδεικνυόταν και καλύτερος οδηγός στον ρόλο του (αχ και να μπορούσε ο Μαν να είχε τον Ντάνιελ Ντέι-Λιούις) και έβρισκε τη χημεία του με την πολύ καλή Πενέλοπε Κρουζ, η ταινία θα αποκτούσε και τον ηλεκτρισμό, τον οποίο είχε ανάγκη το βαρυφορτωμένο στόρι.
Με λίγα λόγια… Το καλοκαίρι του 1967, ο πρώην οδηγός αγώνων αυτοκινήτων Έντσο Φεράρι βρίσκεται σε κρίση. Με την εταιρεία του στα πρόθυρα της πτώχευσης και τον γάμο του να βιώνει την τραυματική απώλεια του ενός γιου, ο Φεράρι εναποθέτει την ελπίδα για τη σωτηρία τους σε έναν αγώνα δρόμου 1000 μιλίων στην Ιταλία, τον εμβληματικό Mille Miglia.
Λίγα βιογραφικά στοιχεία για τον θρύλο της αυτοκινητοβιομηχανίας
Σύμφωνα με το sansimera, ο Enzo Ferrari γεννήθηκε στη Μόντενα στις 18 Φεβρουαρίου 1898. Ο πατέρας του Αλφρέντο ήταν ιδιοκτήτης μηχανουργείου και του εμφύσησε την αγάπη για τους αγώνες αυτοκινήτου. Όταν σε ηλικία 10 χρόνων παρακολούθησε την κόντρα των Βιτσέντσο Λάντσια και Φελίπε Νατσάρο στο ράλι της Μπολόνια, πήρε την απόφαση για το τι θα γίνει. Φόρτωσε τα μαθήματα στον κόκκορα και περίμενε τη μεγάλη ώρα.
Εν τω μεταξύ, ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Έντζο κλήθηκε νωρίς στα όπλα. Κατατάχθηκε στο ιππικό με την ειδικότητα του πεταλωτή αλόγων. Μεσούντος του πολέμου, το 1916, το κακό χτύπησε την οικογένειά του. Ο πατέρας του και ο αδελφός του πέθαναν από επιδημία γρίπης με διαφορά λίγων μηνών ο ένας από τον άλλο. Ο Έντζο πήρε αμέσως απολυτήριο.
Χωρίς πόρους, αφού η πατρική επιχείρηση είχε κλείσει, αναζήτησε μάταια δουλειά στη FIAT. Η μοίρα θα το φέρει, ώστε οι δρόμοι τους να συναντηθούν λίγα χρόνια αργότερα. Τον δέχθηκε μια μικρή εταιρεία, η CMN, και ο Φεράρι άρχισε να τρέχει σε αγώνες με τα αυτοκίνητά της από τις 5 Οκτωβρίου 1919, χωρίς μεγάλη επιτυχία.
Το 1920 άφησε τη CMN για την Alfa Romeo. Άρχισε να διακρίνεται στους αγώνες και να αποσπά τα πρώτα του βραβεία. Το 1924 ήταν ένας πολλά υποσχόμενος οδηγός αγώνων, αλλά χωρίς καμία εξήγηση σταμάτησε να τρέχει και αφοσιώθηκε στο τεχνικό τμήμα της εταιρείας. Θα επανέλθει περιστασιακά τα επόμενα χρόνια, αλλά θα εγκαταλείψει οριστικά τη δράση με τη γέννηση του γιου του Ντίνο το 1932.
To 1929 ιδρύει τη Scuderia Ferrari (Στάβλος Φεράρι), που αποτέλεσε τον αγωνιστικό βραχίονα της Alfa Romeo. Την εποχή της ακμής της τη δεκαετία του '30, η ομάδα απασχολούσε 50 οδηγούς αγώνων, που συμμετείχαν στην εξέλιξη των αυτοκινήτων της και στους αγώνες. Όμως, η αγωνιστική της παρουσία ήταν φτωχή, αφού εκείνη την περίοδο κυριαρχούσαν οι γερμανικές Auto Union (μετέπειτα Audi) και Mercedes.
Το 1937, η Αlfa Romeo τον υποβίβασε ιεραρχικά και ο Έντζο Φεράρι αποχωρίστηκε το δημιούργημά του. Το 1940 ίδρυσε την Auto-Avio Construzioni, μια εταιρεία που προμήθευε με ανταλλακτικά αγωνιστικές ομάδες, αλλά και τον ιταλικό στρατό του Μουσολίνι κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς μετέφερε την έδρα των επιχειρήσεών του από τη Μόντενα στο γειτονικό Μαρανέλο.
Το 1945 ο Φεράρι προσπάθησε να αποτινάξει το φασιστικό του παρελθόν και να ξεκινήσει μια νέα καριέρα. Ίδρυσε τη Ferrari S.P.A, που κατασκεύαζε αγωνιστικά και πολυτελή σπορ αυτοκίνητα. Η εταιρεία έκανε μεγάλο όνομα και απέκτησε μυθικές διαστάσεις με τις νίκες στα μεγάλα ράλι (Le Μans, Mille Migla) και τη Φόρμουλα 1, αλλά και με τα αυτοκίνητα παραγωγής, που έγιναν σημείο αναφοράς για τις καινοτομίες και την κομψότητά τους.
Το 1956 ο Έντζο Φεράρι βίωσε μία ακόμη προσωπική τραγωδία. Έχασε, σε ηλικία 24 ετών, τον γιο του Έντζο από μια σπάνια ασθένεια. Από τότε και για τα επόμενα 32 χρόνια της ζωής του κυκλοφορούσε πάντα με γυαλιά ηλίου κατά τη διάρκεια της ημέρας, για να τιμήσει τη μνήμη του.
Τα οξυμένα οικονομικά προβλήματα της Ferrari τη δεκαετία του '60 δεν άφησε ασυγκίνητη τη FIAT, η οποία εξαγόρασε ένα τμήμα του μετοχικού της κεφαλαίου. Η προσφορά των 18 εκατομμυρίων δολαρίων της Ford απορρίφθηκε από τον Φεράρι και το 1969 το δημιούργημά του πέρασε στα χέρια της οικογένειας Ανιέλι. Ο Έντζο Φεράρι παρέμεινε στο τιμόνι της εταιρείας για δύο ακόμη χρόνια και το 1971 συνταξιοδοτήθηκε. Πέθανε, πλήρης ημερών, στις 14 Αυγούστου 1988.