Στα 57,55 εκατ. ανήλθε ο τζίρος της Skroutz το 2021
Τον τριπλασιασμό του τζίρου της κατάφερε να πετύχει κατά τη διετία 2020-2021 σε σχέση με το 2019, η Skroutz, της οποίας οι επιδόσεις ενισχύθηκαν σημαντικά από την άνθηση του ηλεκτρονικού εμπορίου λόγω της πανδημίας του κορονοϊού και των διαδοχικών lockdown στα φυσικά καταστήματα ενώ παράλληλα μπόρεσε να διατηρήσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης παρά τις άκρως ανταγωνιστικές συνθήκες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ετήσια οικονομική έκθεση, το διαδικτυακό marketplace είδε τα ενοποιημένα έσοδά του να κλείνουν στα 57,552 εκατ. ευρώ το 2021 έναντι 38,804 εκατ. ευρώ που είχαν διαμορφωθεί το 2020, σημειώνοντας άνοδο της τάξεως του +48%.
Σημειώνεται ότι το 2019, την προ πανδημίας χρονιά, οι πωλήσεις είχαν φθάσει το ποσό των 19,85 εκατ. ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι τα έσοδά της το 2021 σχεδόν τριπλασιάστηκαν σε σύγκριση με την οικονομική χρήση του 2019.
Στον αντίποδα, τα καθαρά κέρδη ακολούθησαν πτωτική πορεία καθώς μετά την εντυπωσιακή κερδοφορία των 12,54 εκατ. ευρώ του 2020, την περσινή χρονιά υποχώρησαν κατά -60%, αγγίζοντας τα 5,02 εκατ. ευρώ, δηλαδή διαμορφώθηκαν κοντά στα επίπεδα του 2019.
Επιπλέον, τα έξοδα διάθεση το 2021 αυξήθηκαν στα 6,594 εκατ. ευρώ έναντι 1,894 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρονιά, την ίδια στιγμή που τα έξοδα διοίκησης άγγιξαν τα 9,391 εκατ. ευρώ έναντι 4,735 εκατ. ευρώ.
Οι συνολικές μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις του ομίλου έκλεισαν στα 3,1 εκατ. ευρώ από 2,669 εκατ. ευρώ που ήταν το 2020 ενώ το σύνολο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων το 2021 ανήλθε στα 12,172 εκατ. ευρώ έναντι 9,13 εκατ. ευρώ το 2020.
Οι προοπτικές για το 2022
Σε ό,τι αφορά, τώρα, την τρέχουσα οικονομική χρήση, η διοίκηση της Skroutz εκτιμά ότι τόσο ο όμιλος όσο και η εταιρεία θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία ενώ αναμένει αξιόλογα ποσοστά αύξησης των πωλήσεων τους.
Μέχρι στιγμής, το 2022 έχει εμφανίσει θετικές προοπτικές και ιδιαίτερα ικανοποιητικές επιδόσεις, οι οποίες αποδίδονται κυρίως στην ωρίμανση των υφιστάμενων προϊόντων, στην προσθήκη νέων καθώς και στη μεγέθυνση του δικτύου συνεργατών και στην περαιτέρω εδραίωση του brand στην αγορά.
Πηγή: capital