ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ: Μόλις 19 μέρες επαρκεί το μηνιαίο εισόδημα για 6 στα 10 νοικοκυριά!
Ιδιαίτερα ανησυχητικά είναι τα στοιχεία της ετήσιας έρευνας του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ όσον αφορά το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών για το 2023, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα την Τετάρτη.
Όπως προκύπτει από την έρευνα, που έγινε υπό συνθήκες πολύμηνης κρίσης ακρίβειας, η οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών επιδεινώθηκε αισθητά το 2023, ενώ οι προσδοκίες για το μέλλον έχουν μάλλον αρνητικό πρόσημο για δεύτερο συνεχόμενο έτος,. Χαρακτηριστικό είναι ότι πάνω από 1 στα 2 νοικοκυριά, το 53,7%, εκτιμά ότι η κατάστασή του θα επιδεινωθεί το 2024.
Ένα εύρημα, ωστόσο, που σοκάρει είναι το γεγονός ότι 6 στα 10 νοικοκυριά, το 60,7%, δήλωσαν ότι το μηνιαίο εισόδημά τους επαρκεί, κατά μέσο όρο, μόλις για 19 μέρες. Όπως σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, πρόκειται για τα δυσμενέστερα ευρήματα που έχουν ποτέ καταγραφεί σε έρευνα εισοδήματος του ινστιτούτου.
Σε ακόμα χειρότερη θέση φαίνεται ότι βρίσκονται τα νοικοκυριά με κύρια πηγή εισοδήματος το μισθό, καθώς για το 65,1% αυτών το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για όλον το μήνα, ενώ το ίδιο συμβαίνει για το 68% των νοικοκυριών με κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα και ετήσιο εισόδημα έως 18.000 ευρώ.
Ακόμα, η έρευνα διαπίστωσε διεύρυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων μεταξύ των νοικοκυριών με χαμηλά και μεσαία ειδοδήματα, και των νοικοκυριών με υψηλά εισοδήματα. Το 32,9% των νοικοκυριών με ετήσιο εισόδημα έως 30.000 ευρώ δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε το 2023, έναντι ποσοστού 15,3% το οποίο δήλωσε ότι αυξήθηκε και 51,4% που δήλωσε ότι παρέμεινε το ίδιο.
Στον αντίποδα, το 30,3% των νοικοκυριών με ετήσιο εισόδημα άνω των 30.000 € δήλωσε πως το εισόδημά του αυξήθηκε, έναντι 12,1% που δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε και 57,6% που δήλωσε ότι παρέμεινε το ίδιο.
Επιπλέον, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά η πλειονότητα των νοικοκυριών, το 51,8%, δήλωσε ότι χρειάζεται να κάνει περικοπές για να καλύψει τα αναγκαία. Την ίδια στιγμή, σταθερά υψηλό και μάλιστα αυξημένο σε σχέση με το 2022 είναι το ποσοστό των νοικοκυριών που φαίνεται ότι διαβιεί σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, ποσοστό που φτάνει το 15%.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι το 42,8% των νοικοκυριών με κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα/κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα έχει ετήσιο εισόδημα έως 18.000 €. Όπως τονίζει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ: «Με δεδομένο τον νέο τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών/ατομικών επιχειρήσεων φαίνεται ότι ένα μεγάλο μέρος των νοικοκυριών που έχουν ως κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα/κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα θα φορολογηθεί για εισοδήματα που δεν έχει».
Με βάση την έρευνα του ινστιτούτου, μια τρίτη σημαντική επίπτωση της οικονομικής δυσχέρειας που αντιμετωπίζουν οι πολίτες είναι η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και τις τράπεζες σε σχέση με το 2022. Συγκεκριμένα, πάνω από 1 στα 5 νοικοκυριά δήλωσε πως το ίδιο ή κάποιο άλλο μέλος του νοικοκυριού του, έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο.
Περίπου 1 στα 10 νοικοκυριά έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες για καταναλωτικά, επιχειρηματικά δάνεια ή και κάρτες, ενώ από τα νοικοκυριά που έχουν ενεργό στεγαστικό δάνειο, το 30% είτε καταβάλλει τις δόσεις συχνά με καθυστέρηση είτε έχει καθυστερημένες οφειλές για πάνω από 3 μήνες.
Όπως επισημαίνει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ στην ανακοίνωσή του, «τα αποτελέσματα αυτά υποδεικνύουν την ανάγκη για δραστικές πολιτικές έναντι της συνεχιζόμενης ακρίβειας, οι οποίες θα αντιμετωπίσουν την οικονομική δυσπραγία και θα βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών».
Το 80,6% χαρακτηρίζει ανεπαρκή τα κυβερνητικά μέτρα για την ακρίβεια
«Είναι χαρακτηριστικό», τονίζει το ινστιτούτο, ότι κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της έρευνας ο βαθμός αξιολόγησης των μέτρων κατά της ακρίβειας από τα ελληνικά νοικοκυριά, ήταν ιδιαίτερα χαμηλός. Η συντριπτική πλειονότητα, το 80,6%, αξιολόγησε τα μέτρα της κυβέρνησης ως ανεπαρκή ή μάλλον ανεπαρκή.
Όσον αφορά τα πιο αποτελεσματικά μέτρα για τον περιορισμό των ανατιμήσεων, 1 στα 2 νοικοκυριά απαντούν ότι είναι η αύξηση των μισθών και των συντάξεων και, αμέσως μετά, ο έλεγχος των τιμών. Ακόμα, 1 στα 2 νοικοκυριά δήλωσε ως κατάλληλο μέτρο για την αντιμετώπιση της ακρίβειας τη μείωση φόρων και τελών.
«Στο πλαίσιο αυτό φαίνεται ότι η εφαρμογή ενός δίκαιου και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος παραμένει ακόμα ζητούμενο», υπογραμμίζει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ.
Δείτε ολόκληρη την έρευνα εδώ.