Σε άνθιση η αγορά εταιρικών ομολόγων στο Χρηματιστήριο Αθηνών
Η αγορά ομολόγων του Χρηματιστηρίου Αθηνών αποτελεί μία ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά στην οποία διαπραγματεύονται σήμερα ομόλογα, προερχόμενα από όλους τους νευραλγικούς και δυναμικούς κλάδους του ελληνικού επιχειρείν. Η εγχώρια αγορά εταιρικών ομολόγων ισχυροποιείται και σήμερα τελούν υπό διαπραγμάτευση 24 εκδόσεις μέσω των οποίων αντλήθηκαν 4,6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Στο πρώτο δίμηνο του 2024 η αξία των συναλλαγών στην αγορά ομολόγων διπλασιάστηκε σε σχέση με το 2023 (διαμορφώθηκε στο 1,8 εκατ. ευρώ) και γενικότερα αποδεικνύεται ότι τα εταιρικά ομόλογα αποτελούν μια ισχυρή επιλογή για εύκολη και γρήγορη χρηματοδότηση με φθηνά κεφάλαια για τις επιχειρήσεις καθώς και για ικανοποιητικές αποδόσεις για τους επενδυτές.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της PwC Ελλάδας, για το 2023, ανήλθαν σε 601 εκατ. ευρώ, μέσω διαπραγματεύσιμων εταιρικών ομολόγων, ενώ το 2022 αντλήθηκαν 530εκ. για έκδοση 4 εταιρικών ομολόγων. Η έκδοση του 7ετούς ομολόγου της Μυτιληναίος 500 εκ. τον Ιούλιο του 2023 "ξανάβαλε" μπροστά την αγορά εταιρικών ομολόγων και το σημαντικότερο είναι ότι το 91,2% των ομολογιών κατευθύνθηκε σε ιδιώτες επενδυτές.
Τον Δεκέμβριο του 2023 η Ideal εξέδωσε 5ετές ομόλογο Euro100 εκ. με κουπόνι 5,5%. Το 2024 άνοιξε με δύο δημόσιες ομολογιακές εκδόσεις εισηγμένων, της Autohellas και της Intralot, αντλώντας 200 εκατ. ευρώ και 130 εκατ. ευρώ, αντιστοίχως.
Η εναλλακτική επένδυση
Εταιρικά ομόλογα, εισηγμένα στο Χρηματιστήριο Αθηνών με λήξεις από 3 έως 7 έτη και ενδεικτικές αποδόσεις από 3,75% έως 6,75% είναι ευθέως ανταγωνιστικά των καταθέσεων, ακόμη και των προθεσμιακών. Αν και το ελληνικό χρηματιστήριο προσφέρει υψηλές αποδόσεις και οι εκτιμήσεις είναι ιδιαίτερα θετικές για τη συνέχεια, οι επενδυτές που δεν επιθυμούν υψηλό ρίσκο για επένδυση σε μετοχές, μπορούν να επενδύσουν και στην αγορά ομολόγων του Χρηματιστηρίου.
Τα πλεονεκτήματα από την επένδυση σε εταιρικά ομόλογα είναι:
- Ελκυστικές Αποδόσεις: Με τις προθεσμιακές καταθέσεις να έχουν υποχωρήσει σε σχέση με τα επίπεδα των προηγούμενων ετών, οι επενδυτές μπορούν να διαφοροποιήσουν τα χρήματα που έχουν στην άκρη με τοποθέτηση ενός τμήματος των διαθέσιμων χρημάτων τους σε εταιρικά ομόλογα που προφέρουν ελκυστικότερες αποδόσεις.
-Τακτικό Εισόδημα: Επενδυτές που επιθυμούν να έχουν μια, όσο το δυνατόν, σταθερή απόδοση με τη μορφή μιας σταθερής ροής πληρωμών κάθε χρόνο από τα κουπόνια, μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα εταιρικά ομόλογα για να έχουν ένα τακτικό εισόδημα. Ταυτόχρονα αναμένουν στη λήξη την αποπληρωμή του κεφαλαίου που έχουν επενδύσει.
-Διασπορά: Με τη διασπορά τμήματος του χαρτοφυλακίου ενός επενδυτή σε περισσότερα εταιρικά ομόλογα διαφορετικών εταιρειών και κλάδων επιτυγχάνεται μείωση του συνολικού κινδύνου επένδυσης.
Όπως και σε όλα τα ομόλογα, στα εταιρικά ομόλογα η τιμή τους αυξάνει σε περίπτωση υποχώρησης των επιτοκίων και αντίστροφα, η τιμή τους μειώνεται σε περίπτωση ανόδου των επιτοκίων. Επίσης, όσο μεγαλύτερη είναι ο χρόνος ωρίμανσης του ομολόγου τόσο μεγαλύτερη είναι η επίπτωση στη μεταβολή της τιμής του ομολόγου. Δηλαδή, δύο ομόλογα με το ίδιο σταθερό επιτόκιο και διαφορετικές χρονικές διάρκειες ωρίμανσης έχουν διαφορετική συμπεριφορά σε περίπτωση μεταβολής των επιτοκίων. Το ομόλογο με την μεγαλύτερη χρονική διάρκεια ωρίμανσης παρουσιάζει συνήθως την μεγαλύτερη μεταβολή.
Σε περίπτωση όμως όπου ένας επενδυτής έχει αγοράσει ένα ομόλογο και σκοπεύει να το διακρατήσει μέχρι τη λήξη του, δεν θα πρέπει να επηρεάζεται από μεταβολές των επιτοκίων αφού είναι δεδομένο ότι θα αποπληρωθεί στην ονομαστική αξία του ομολόγου.
Όταν αυξάνονται τα επιτόκια, νέες εκδόσεις εταιρικών ομολόγων αναμένεται να έλθουν στην αγορά με μεγαλύτερες αποδόσεις από αυτές των παλαιότερων, έτσι οι τιμές των παλαιότερων εκδόσεων υποχωρούν.
Όταν μειώνονται τα επιτόκια, νέες εκδόσεις εταιρικών ομολόγων αναμένεται να έλθουν στην αγορά με μικρότερες αποδόσεις από αυτές των παλαιότερων, έτσι οι τιμές των παλαιότερων εκδόσεων ανεβαίνουν.
Είναι επομένως ιδιαίτερα σημαντικό να γνωρίζει ένας επενδυτής ότι η τιμή πώλησης ή αγοράς εταιρικών ομολόγων πριν από τη λήξη τους μπορεί να είναι μικρότερη ή μεγαλύτερη από την ονομαστική αξία του ομολόγου κατά τη λήξη.