Ρόδος: Αντιδράσεις από δικαστές, εισαγγελείς και δικηγόρους για τον πειθαρχικό έλεγχο από τον Άρειο Πάγο
Αντιρρήσεις από την ΕΕΕ για την παραγγελία της προέδρου του Αρείου Πάγου Ιωάννας Κλάπα για επείγουσα άσκηση πειθαρχικού ελέγχου κατά της ανακρίτριας και της εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου.

Αντιδρούν οι ενώσεις εισαγγελέων, δικαστών και δικηγόρων σε όλη την Ελλάδα μετά την την παραγγελία της προέδρου του Αρείου Πάγου Ιωάννας Κλάπα για επείγουσα άσκηση πειθαρχικού ελέγχου κατά της ανακρίτριας και της εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου, οι οποίες άφησαν ελεύθερους με περιοριστικούς όρους τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση του κυκλώματος στην πολεοδομία της Ρόδου.
Αντιρρήσεις διατυπώνει η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος (ΕΕΕ) σε ανακοίνωσή της. Αναλυτικότερα, η ΕΕΕ επισημαίνει σε ανακοίνωσή της ότι «η παραγγελία της άσκησης πειθαρχικού ελέγχου για δικαιοδοτική κρίση δικαστικού λειτουργού και η ευρεία γνωστοποίησή της πλήττει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και τελικά βλάπτει την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και την ίδια τη δημοκρατία, θέτοντας υπό διαρκή αμφισβήτηση τον θεσμό και τροφοδοτώντας την κακόβουλη και απαξιωτική συζήτηση περί δήθεν αδυναμίας και ανεπάρκειας των λειτουργών της».
Από την πλευρά της η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων Ελλάδος με ανακοίνωσή της σχετικά με τις ενέργειες της προέδρου του Αρείου Πάγου Ιωάννας Κλάπα να ζητήσει επείγουσα άσκηση πειθαρχικού ελέγχου κατά της ανακρίτριας και της εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου, που χειρίστηκαν την υπόθεση του κυκλώματος στην πολεοδομία, παρέχει διευκρινίσεις και αναφέρει ότι είναι στο πλευρό των συγκεκριμένων δικαστών.
Την έντονη αντίρρησή τους στην παραγγελία της προέδρου του Αρείου Πάγου εξέφρασαν με σχετικές ανακοινώσεις και ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών και η Πανελλήνια Ένωση Ιατροδικαστών του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
Υπενθυμίζεται ότι η Ιωάννα Κλάπα, παρήγγειλε χθες στην πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Επιθεώρησης των δικαστικών λειτουργών Ασημίνα Υφαντή, τον πειθαρχικό έλεγχο κατά της ανακρίτριας και της εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου, σχετικά με την ποινική μεταχείριση που επεφύλαξαν στους εμπλεκόμενους στο κύκλωμα της πολεοδομίας.
Να σημειωθεί ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι, στελέχη της πολεοδομίας της Ρόδου και ιδιώτες, μετά την απολογία τους αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους (χρηματικές εγγυήσεις, κ.λπ.).
Η ανακοίνωση της ΕΕΕ
«Mε αφορμή την παραγγελία της κ. Προέδρου του Αρείου Πάγου για τη διενέργεια πειθαρχικού ελέγχου των δικαστικών λειτουργών που υπηρετούν στο Πρωτοδικείο και την Εισαγγελία Πρωτοδικών Ρόδου, ως προς την απόφαση να επιβληθούν περιοριστικοί όροι και όχι προσωρινή κράτηση σε κατηγορούμενους υπόθεσης, που έλαβε μεγάλη δημοσιότητα, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης, επισημαίνει τα εξής:
Από τις διατάξεις των άρθρων 87-92 του Συντάγματος προκύπτει ότι οι εισαγγελείς απολαμβάνουν λειτουργικής ανεξαρτησίας, η οποία ενισχύεται και από τη διάταξη του άρθρου 23 παρ. 3 του του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, που ρυθμίζει τα σχετικά με τα όργανα άσκησης εποπτείας στα δικαστήρια και το περιεχόμενό της, σύμφωνα με την οποία οποιαδήποτε οδηγία, σύσταση ή υπόδειξη σε δικαστικό λειτουργό για ουσιαστικό ή δικονομικό θέμα σε συγκεκριμένη υπόθεση ή κατηγορία υποθέσεων είναι ανεπίτρεπτη, αλλά και από τη διάταξη του άρθρου 28 παρ. 4 εδ. γ' του ως άνω Κώδικα, η οποία ρητώς ορίζει ότι ο εισαγγελικός λειτουργός κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και την έκφραση της γνώμης του ενεργεί αδέσμευτα, υπακούοντας στον νόμο και στη συνείδησή του.
Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 109 παρ. 4 περ. β' του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, προκύπτει ότι δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα για τον δικαστικό λειτουργό, η κρίση που εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του και επομένως δεν είναι επιτρεπτός ο έλεγχος της κρίσης αυτής. Άλλωστε, σε περίπτωση εσφαλμένης κρίσης, είτε αυτή αφορά τα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού, είτε την ουσία μιας υπόθεσης, παρέχονται από το Νόμο τα δικονομικά εργαλεία για τη διόρθωσή της.
Σε κάθε περίπτωση, η παραγγελία της άσκησης πειθαρχικού ελέγχου για δικαιοδοτική κρίση δικαστικού λειτουργού και η ευρεία γνωστοποίησή της πλήττει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και τελικά βλάπτει την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και την ίδια τη δημοκρατία, θέτοντας υπό διαρκή αμφισβήτηση τον θεσμό και τροφοδοτώντας την κακόβουλη και απαξιωτική συζήτηση περί δήθεν αδυναμίας και ανεπάρκειας των λειτουργών της.
Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος διαβεβαιώνει, για πολλοστή φορά, ότι οι Έλληνες εισαγγελείς ασκούν το λειτούργημά τους απαλλαγμένοι από κάθε εξωτερική επιρροή ή πίεση, με βάση το Σύνταγμα και τους σύμφωνους με αυτό νόμους, αλλά και με απόλυτη ευσυνειδησία, με υψηλό αίσθημα ευθύνης και αφοσίωσης στο καθήκον, αυταπάρνηση και κυρίως με παρρησία και χωρίς κανένα φόβο έναντι οποιουδήποτε, λειτουργώντας ως εγγυητές των ελευθεριών του πολίτη».
Η ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Ελλάδος
«Με αφορμή δημοσιεύματα του χθεσινού Τύπου, σύμφωνα με τα οποία διατάχθηκε πειθαρχικός έλεγχος ανακριτή και εισαγγελέα από την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, σχετιζόμενος με την ουσιαστική τους κρίση ως προς την επιβολή μέτρων δικονομικού καταναγκασμού σε υπόθεση νησιωτικού Πρωτοδικείου, φαίνεται ότι είναι αναγκαίο να επαναλάβουμε ότι κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 109 παρ.4 του ΚΟΔΚΔΛ δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα για τον δικαστικό λειτουργό "…η κρίση που εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του…". Με τη διάταξη αυτή, η οποία μαζί με τα άρθρα 87 παρ.1 του Συντάγματος και άρθρο 7 παρ. 1 της Παγκόσμιας Χάρτας του Δικαστή συμπληρώνουν το πλέγμα ρυθμίσεων που έχουν τεθεί για την προστασία της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών, διασφαλίζεται ότι η αιτιολογημένη ουσιαστική τους κρίση, όπως αυτή που αφορά την επιβολή ή όχι προσωρινής κράτησης, είναι ελεύθερη, ώστε να διαμορφώνεται μόνο από τα στοιχεία της δικογραφίας, το νόμο και τη συνείδησή τους, χωρίς τον κίνδυνο επιβολής οποιασδήποτε κύρωσης, καθώς η αξίωση της έννομης τάξης για σεβασμό των δικαστικών κρίσεων, αφορά εξίσου τα όργανα της δικαστικής, της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως στα ίδια τα δημοσιεύματα καταγράφεται, οι κατηγορούμενοι είχαν γνωστή διαμονή στη χώρα και δεν προέκυψε σκοπός φυγής τους. Επιπλέον, με βάση τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των πράξεων για τις οποίες κατηγορούνται, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι είχαν λευκό ποινικό μητρώο και ότι η υπηρεσιακή ιδιότητα όσων εξ αυτών είχαν την ιδιότητα του υπαλλήλου ανεστάλη άμεσα με απόφαση δημάρχου, κρίθηκε αιτιολογημένα ότι δεν είναι πιθανό να διαπράξουν άλλα εγκλήματα στο μέλλον και ως εκ τούτου η επιβολή των περιοριστικών όρων: α) της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, β) της εμφάνισης στο Α.Τ. του τόπου κατοικίας τους και γ) της καταβολής χρηματικών εγγυήσεων που κυμάνθηκαν καθ΄ έκαστον από το ποσό των 20.000 ευρώ έως των 100.000 ευρώ, αρκούν για την υλοποίηση των σκοπών της ποινικής δίκης.
Θυμίζουμε δε, ότι η προσωρινή κράτηση επιβάλλεται κατ' εξαίρεση σε κατηγορούμενο για κακούργημα, όχι ως προκαταβολική ποινή, αλλά μόνο ως μέσο διασφάλισης της παρουσίας του στο δικαστήριο ή αποτροπής τέλεσης νέων εγκλημάτων, εφόσον κρίνεται αιτιολογημένα ότι τα λοιπά μέτρα δικονομικού καταναγκασμού και ιδίως η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, η καταβολή χρηματικής εγγύησης ή η υποχρέωση σταθερής εμφάνισης ενώπιον της αστυνομικής αρχής, στα οποία δίνεται εκ του νόμου προτεραιότητα, δεν επαρκούν. Πρόκειται δε για εξατομικευμένη κρίση, που αφορά την κάθε υπόθεση ξεχωριστά, υπηρετεί αποκλειστικά τους δικονομικούς σκοπούς της ποινικής δίκης και δεν μπορεί να εντάσσεται, ούτε να συγχέεται με τον παραδειγματικό χαρακτήρα μηνυμάτων περί επιβολής της "νομιμότητας", που πρόσφατα είδαμε να εκπέμπονται από την εκτελεστική εξουσία.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ, στεκόμαστε στο πλευρό των συγκεκριμένων συναδέλφων, όπως και κάθε συναδέλφου που με προσωπικό κόστος, επιστημονική σπουδή και αιτιολογημένη κρίση, υλοποιεί καθημερινά στην πράξη την δικαστική ανεξαρτησία».
Η ανακοίνωση του ΔΣΑ
«Οι επίμονες και συχνές το τελευταίο χρονικό διάστημα παρεμβάσεις της ηγεσίας του Αρείου Πάγου στο δικαιοδοτικό έργο των δικαστών υπονομεύουν το κύρος της Δικαιοσύνης και το Κράτος Δικαίου. Η προσφάτως δημοσιοποιηθείσα εντολή της Προέδρου του Αρείου Πάγου για πειθαρχικό έλεγχο των δικαστικών λειτουργών στην υπόθεση της Πολεοδομίας Ρόδου, επειδή δεν διέταξαν την προσωρινή κράτηση των κατηγορουμένων, συνιστά ένα ακόμη βήμα οπισθοδρόμησης για την έννομη τάξη μας.
Δυστυχώς, αντί να διαφυλάσσει την ανεξαρτησία και το κύρος της Δικαιοσύνης, η ηγεσία του Αρείου Πάγου, επιχειρεί συστηματικά να ποδηγετήσει το δικαιοδοτικό έργο των δικαστών, υπό τη δαμόκλειο σπάθη του πειθαρχικού ελέγχου.
Χωρίς τη γνώση των στοιχείων της δικογραφίας, μεσούσης της κατά νόμο μυστικής ποινικής προδικασίας, η ηγεσία του Αρείου Πάγου επιχειρεί να ελέγξει την κρίση του νόμιμου δικαστή της υπόθεσης.
Το χειρότερο είναι ότι η συγκεκριμένη παρέμβαση δεν είναι μεμονωμένη, αλλά εντάσσεται σε μια σειρά αντίστοιχων προηγούμενων ενεργειών της ηγεσίας του Αρείου Πάγου, η οποία σε πλείονες περιπτώσεις παρενέβη στο έργο των δικαστών με την προσφιλή μέθοδο της απειλής πειθαρχικού ελέγχου.
Με τις συστηματικές αυτές παρεμβάσεις, η ηγεσία του Αρείου Πάγου παραβιάζει ευθέως τη συνταγματικά και υπερνομοθετικά κατοχυρωμένη αρχή του φυσικού δικαστή (άρθρο 8 του Συντάγματος και 6παρ.1 ΕΣΔΑ),αλλά και τη συνταγματικά κατοχυρωμένη προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστών (άρθρο 87 του Συντάγματος).
Δεν πρέπει συνεπώς να αποτελεί έκπληξη η διαρκής διολίσθηση της Δικαιοσύνης στις μετρήσεις της κοινής γνώμης, που αποτυπώνεται ακόμη και σε μετρήσεις των ευρωπαϊκών θεσμών (με βάση τα στοιχεία της ΕΕ τα ποσοστά αρνητικών γνωμών στη χώρα μας για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης ανήλθαν κατά το τελευταίο έτος σε 56%, βλ. EU Justice Scoreboard, quantativedata 2024, σελ. 7, ενώ τελευταίες μετρήσεις δείχνουν μια διαρκώς φθίνουσα πορεία).
Αν η πρόθεση της ηγεσίας του Αρείου Πάγου είναι να καταργηθεί η ανεξάρτητη δικαστική κρίση, τότε ίσως θα ήταν πιο έντιμο να προτείνει στο πλαίσιο της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης, όσες υποθέσεις απασχολούν την κοινή γνώμη να μη δικάζονται από το φυσικό τους δικαστή, αλλά απευθείας, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό από την ηγεσία του Αρείου Πάγου, προφανώς ανάλογα με την υποκειμενική της αντίληψη για τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες και το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Όσο όμως το Σύνταγμα (συνεχίζει να) προστατεύει το κράτος δικαίου και τη δικαστική ανεξαρτησία, παρόμοιες παρεμβάσεις που υπονομεύουν την ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη πρέπει να τυγχάνουν πάνδημης αποδοκιμασίας και να αντιμετωπίζονται θεσμικά με τον δέοντα τρόπο.
Διότι και οι κρίνοντες κρίνονται και ελέγχονται.
Μετά ταύτα, η Συντονιστική Επιτροπή αποφάσισε την έκτακτη σύγκληση, αύριο Πέμπτη, 27.3.2025, της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων για να λάβει αποφάσεις για περαιτέρω αντιδράσεις απέναντι στις συμπεριφορές της ηγεσίας του Αρείου Πάγου.»
Η ανακοίνωση της Ένωσης Ιατροδικαστών
«Με αφορμή δημοσιεύματα και απαξιωτικούς τίτλους, διάχυτη παράνομη και αθέμιτη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αλλά και προσβλητικές δηλώσεις προσώπων που έχουν προσφάτως λάβει χώρα σε σχέση με την αναστολή καθηκόντων Ιατροδικαστών ΜΕΛΩΝ ΜΑΣ, οι οποίες παραβιάζουν το τεκμήριο της αθωότητας και συνθλίβουν τον ίδιο τον Πυρήνα της
Προσωπικότητάς τους, η προσωρινή διοίκηση της ΕΝΩΣΕΩΣ μας, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία μίας εκάστης υποθέσεως, η οποία θα κριθεί αμιγώς από τη Δικαιοσύνη και τα αρμόδια Όργανα, ανεπηρέαστα, τονίζει ότι η καλόπιστη κριτική προς την δικανική κρίση των δικαστικών λειτουργών, και τις εντεύθεν αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων της Υπηρεσίας μας είναι πάντοτε σεβαστή, πλην όμως δεν επιτρέπεται στο βωμό της κακώς νοούμενης ικανοποίησης της κοινής γνώμης και του λεγόμενου «λαϊκού αισθήματος» να υπερβαίνει κάθε μέτρο σεβασμού και ευπρέπειας και να καταφέρεται ακραία και ανεπίτρεπτα σε βάρος των Μελών μας, θίγοντας με τον τρόπο αυτό ευθέως ολόκληρη την Ιατροδικαστική Υπηρεσία του Κράτους, την Ιατροδικαστική Κοινότητα, που πρέπει να λειτουργεί με θεσμική προσωπική και λειτουργική Ανεξαρτησία, και τον Θεσμό που αυτή υπηρετεί με αμεροληψία, σεβασμό και προσήλωση.
Απορρίπτουμε ρητά κάθε είδους αναφορές και προσπάθειες αθέμιτου επηρεασμού με τέτοιο χαρακτήρα και ύφος, που κατατείνουν στην Αθέμιτη Επιρροή προς πάσα κατεύθυνση, δηλώνουμε ότι οι κινήσεις αυτές δεν είναι ικανές να κάμψουν το υψηλό φρόνημα των κρατικών Ιατροδικαστών, οι οποίοι παραμένουν προσηλωμένοι στο υπηρεσιακό τους καθήκον, και υπενθυμίζουμε ότι η ελευθερία της επιστημονικής γνώμης είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη και τυχόν παραβίαση των άρθρων 14 παρ. 1 και 16 παρ. 1 του Συντάγματος τραυματίζει ανεπανόρθωτα το πολίτευμά μας με απρόβλεπτες διαστάσεις και εξελίξεις.»