Ραγκούσης για νόμους Θεοδωρικάκου που «έπεσαν» στο ΣτΕ: «Μαύρη σελίδα στη θεσμική ιστορία της αυτοδιοίκησης»
Η απόφαση του ΣτΕ που έκρινε αντισυνταγματικούς τους νόμους Θεοδωρικάκου για την εκπροσώπηση στους ΟΤΑ
Σχετική τοποθέτηση είχε κάνει στις 8 Αυγούστου στην Ολομέλεια της Βουλής, στη σχετική συζήτηση για τους νόμους αυτούς, ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Γιάννης Ραγκούσης, στην οποία μεταξύ άλλων σημείωνε ότι «μιλάμε για την αλλαγή των όρων διεξαγωγής μιας εκλογικής αναμέτρησης» καταγγέλλοντας την κυβέρνηση ότι με τους νόμους αυτούς επιχειρούσε να αλλάξει τους όρους διεξαγωγής των εκλογών μετά τις εκλογές, με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να σημειώνει σε σημερινή του ανακοίνωση για την κυβέρνηση ότι «τότε αγνόησαν όσα τους είπαμε, για όσα τους προειδοποιήσαμε. Προχώρησαν στο δρόμο της αυθαιρεσίας και των αντιδημοκρατικών ρυθμίσεων. Σήμερα, το κόστος της αλαζονείας τους, το πληρώνει η αυτοδιοίκηση της χώρας. Έγραψαν μία μαύρη σελίδα στη θεσμική ιστορία της αυτοδιοίκησης».
Η σημερινή ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ:
«Μετά τη χθεσινή αριθμ. 2377/2022 απόφαση-κόλαφο της Ολομέλειας του ΣτΕ, που έκρινε ως αντισυνταγματικούς τους νόμους 4623/2022 &4625/2019 της αλαζονικής κυβέρνησης Μητσοτάκη και του πρώην Υπουργού, κ. Θεοδωρικάκου, παραθέτουμε τη σχετική τοποθέτηση που είχαμε κάνει στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση και ψήφιση του σχετικού νόμου.
Βεβαίως τότε αγνόησαν όσα τους είπαμε, για όσα τους προειδοποιήσαμε. Προχώρησαν στο δρόμο της αυθαιρεσίας και των αντιδημοκρατικών ρυθμίσεων. Σήμερα, το κόστος της αλαζονείας τους, το πληρώνει η αυτοδιοίκηση της χώρας. Έγραψαν μία μαύρη σελίδα στη θεσμική ιστορία της αυτοδιοίκησης»
Αναλυτικά η τοποθέτηση Ραγκούση από τις 8 Αυγούστου:
«Μιλώντας για τη συνέχεια, για το κοµµάτι του Υπουργείου Εσωτερικών, για το κοµµάτι της αυτοδιοίκησης, επιτρέψτε µου να ισχυριστώ ότι στην πραγματικότητα, κατά τη γνώμη µου, δεν µμιλούμε για τον «ΚΛΕΙΣΘΕΝΗ» ούτε καν μιλούμε για την απλή αναλογική ούτε για την κυβερνησιµότητα των Δήμων.
Στην πραγματικότητα μιλούμε για κάτι πολύ πιο σοβαρό και κάτι που, δυστυχώς, αλλάζει µε τον χειρότερο τρόπο, αποδοµώντας ένα από τα σημαντικότερα κεκτημένα του κοµµατικού συστήματος της Μεταπολίτευσης.
Συζητάμε για την αλλαγή των όρων διεξαγωγής µιας εκλογικής αναμέτρησης µετά από αυτή.
Αυτό κάνετε σήμερα. Αυτό χρεώνεστε ιστορικά σήμερα. Αλλάζετε τους όρους διεξαγωγής των εκλογών µετά τις εκλογές.
Αυτό δεν έχει ξαναγίνει. Βεβαίως και έχετε δικαίωμα να καταργήσετε τον «ΚΛΕΙΣΘΕΝΗ», να καταργήσετε τον «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ», να καταργήσετε την απλή αναλογική, αλλά όχι κατά τη διάρκεια που έρχεται η ώρα να εφαρμοστεί το πλαίσιο των όρων του προεκλογικού παιχνιδιού, όπως καθορίστηκε από αυτό το ελληνικό Κοινοβούλιο. Αυτό δεν έχει ξαναγίνει ποτέ.
Υπήρχε στην Ελλάδα ένα πρόβλημα, ότι άλλαζαν οι όροι του εκλογικού παιχνιδιού παραμονές των εκλογών. Έγινε το μεγάλο βήμα.
Υπήρχε ένα πρόβλημα στην Ελλάδα. Έγινε η μεγάλη κατάκτηση µε την Αναθεώρηση του Συντάγματος, σύμφωνα µε την οποία καθιερώθηκε το εξής: Θέλεις να αλλάξεις, κύριε της Νέας Δημοκρατίας, κύριε του ΣΥΡΙΖΑ, κύριε του ΠΑΣΟΚ, τον εκλογικό νόθο; Θα ισχύσει, αν δεν πάρεις ενισχυμένη πλειοψηφία, τη μεθεπόμενη φορά.
Εσείς τώρα τι κάνετε;
Πάτε τη χώρα όχι πίσω εκεί που βρισκόταν, αλλά εκεί που δεν είχε βρεθεί ποτέ.
Δεν είχε βρεθεί ποτέ η Ελλάδα µε µια κυβέρνηση που άλλαξε, όπως εσείς αλλάζετε, τους εκλογικούς όρους διεξαγωγής µμιας εκλογικής αναμέτρησης. Και πώς θα θεωρήσει ο οποιοσδήποτε πολίτης, επενδυτής, πολιτικός, αυτοδιοικητικός παράγοντας ότι θα σέβεστε ότι υπάρχει πια ένα επιτελικό κράτος που σέβεται τους κανόνες του παιχνιδιού, όταν για τον ίδιο τον τρόπο µε τον οποίο διεξάγονται οι κοµµατικές αναμετρήσεις, οι εκλογικές αναμετρήσεις στην Ελλάδα δεν σέβεται κανείς τίποτα.
Πάει η χώρα πάρα πολύ πίσω -κύριε Πρόεδρε, αυτή είναι η τελευταία µου φράση-, ίσως και αυτό να είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο το Συμβούλιο της Επικρατείας για πρώτη φορά, κατά πάσα πιθανότητα, στα χρονικά θα βρεθεί αντιμέτωπο µε αυτό το ερώτημα. Γιατί, κατά πάσα πιθανότητα και αν έχω πληροφορηθεί σωστά, δεν έχει τεθεί ποτέ ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας να κρίνει εάν η µετά τις εκλογές αλλαγή των όρων του εκλογικού παιχνιδιού είναι σύμφωνη µε το Σύνταγμα».