Πώς γεννήθηκε το Bolero του Ravel;
Ήταν ένα τροχαίο ατύχημα με ταξί ή το σύμπτωμα μίας σπάνιας ασθένειας που μας έδωσε ένα μουσικό αριστούργημα;
Η Elizabeth Lunday μέσα από το βιβλίο της : «Η μυστική ζωή των μεγάλων μουσουργών» μας αφήνει μία απορία, για ένα από τα πιο γνωστά μουσικά έργα του Maurice Ravel: Το Bolero.
Πριν φύγει για μια περιοδεία στη Βόρεια Αμερική τον Ιανουάριο του 1928, ο Maurice Ravel είχε συμφωνήσει να γράψει μια παρτιτούρα μπαλέτου με ισπανικό χρώμα για τη φίλη του, Ρωσίδα χορεύτρια και ηθοποιό, Ida Rubinstein. Η ιδέα ήταν να δημιουργηθεί μια ορχηστρική έκδοση της σουίτας πιάνου του Albeniz Iberia. Επιστρέφοντας από την περιοδεία ο Ravel ανακάλυψε ότι τα δικαιώματα ενορχήστρωσης είχαν παραχωρηθεί στον Ισπανό μαέστρο Enrique Arbós. Αν και ο Arbós δεν διεκδίκησε τα δικαιώματα, ο Ravel εγκατέλειψε την ιδέα της χρήσης τους και άρχισε να ετοιμάζει μια πρωτότυπη παρτιτούρα.
Η γέννηση του Bolero
Μάλιστα θέλησε να εφαρμόσει την ιδέα μιας σύνθεσης από ένα μόνο θέμα. Για περίπου δεκαπέντε λεπτά το Bolero αποτελείται από μία και μόνη μελωδική γραμμή που επαναλαμβάνεται εννέα φορές. Η μόνη παραλλαγή βρίσκεται στην ενορχήστρωση, καθώς σιγά - σιγά διάφορα όργανα εμπλουτίζουν τη μελωδία ή συμμετέχουν στο επαναλαμβανόμενο μοτίβο.
Το διάσημο θέμα του Boléro ήρθε στο μυαλό του Ravel σε διακοπές στο Saint-Jean-de-Luz, λίγο πριν ο συνθέτης πάει στη θάλασσα. Κάλεσε έναν φίλο του στο πιάνο και, παίζοντας τη μελωδία με το ένα δάχτυλο, ρώτησε: «Δεν νομίζεις ότι αυτό έχει μια επίμονη ποιότητα; Θα προσπαθήσω να το επαναλάβω πολλές φορές χωρίς καμία εξέλιξη, αυξάνοντας σταδιακά τα όργανα στην ορχήστρα». Ο Ravel ξεκίνησε τη δουλειά τον Ιούλιο και σε πέντε μήνες ήταν έτοιμο.
Το αδυσώπητο snare-drum στηρίζει το σύνολο του 15λεπτου έργου καθώς ο Ravel στηρίζεται στην απλή μελωδία έως ότου, με μια τολμηρή διαφοροποίηση από την ντο μείζονα σε μια μείζονα, απελευθερώνει επιτέλους τη συγκρατημένη ένταση με μια έκρηξη πυροτεχνημάτων, από νότες.
Η πρώτη παράσταση του Bolero δόθηκε στην Όπερα του Παρισιού στις 20 Νοεμβρίου 1928. Το κοινό ξαφνιάστηκε και διχάστηκε με τους μισούς να φωνάζουν να ζητωκραυγάζουν και να χειροκροτούν και τους άλλους μισούς να τον αποκαλούν τρελό. Όταν το είπαν στον Ravel, φέρεται να απάντησε: «Αυτοί μάλλον… κατάλαβαν».
Την ίδια εποχή ο συνθέτης άρχισε να παρουσιάζει παράξενα κενά μνήμης. Μια μέρα στην παραλία ξέχασε ξαφνικά πώς να κολυμπά. Ξεχνούσε επίσης ονόματα και προσπαθούσε να τα εκφράσει περιφραστικά, π.χ. έλεγε: «Ξέρεις η γριά κυρία που φροντίζει το σπίτι, που είναι παλιοχαρακτήρας...» και εννοούσε την οικονόμο του.
Οι φίλοι του υπέθεταν ότι τα προβλήματα προήλθαν από ένα ατύχημα που συνέβη το 1927, όταν το ταξί όπου επέβαινε ο Ravel χτυπήθηκε από άλλο αυτοκίνητο και ο Γάλλος μουσικός τραντάχθηκε έντονα με αποτέλεσμα να υποφέρει από πονοκεφάλους. Πολλοί ήταν οι γιατροί και οι νευρολόγοι, που τον εξέτασαν αλλά δεν μπορούσαν να βοηθήσουν. Το 1937 ένας γιατρός πρότεινε να του κάνει μία πειραματική επέμβαση στον εγκέφαλο.
Ο 62χρονος συνθέτης ξύπνησε για λίγο μετά την εγχείρηση και ζήτησε τον αδελφό του, αλλά κατόπιν έχασε τις αισθήσεις του και πέθανε εννέα μέρες αργότερα.
Εικάζεται ότι ο Ravel υπέφερε από μία πάθηση που λέγεται μετωποκροταφική άνοια, όπου κάποια τμήματα του εγκεφάλου μένουν ατροφικά, ενώ άλλα αναπτύσσονται. Η μορφή της πάθησης που ίσως είχε ο Maurice Ravel προκαλεί στα πρώτα στάδια εκρήξεις δημιουργικότητας, η οποία όμως συχνά περιέχει πολύ συγκεκριμένη δομή και επαναλήψεις. Οι σύγχρονοι νευρολόγοι θεωρούν ότι το επαναλαμβανόμενο μοτίβο του Bolero, ίσως ήταν ένα πρώιμο δείγμα της ασθένειας.