Ποιες κυβερνήσεις και πόσο «φούσκωσαν» το δημόσιο χρέος
Το καυτό θέμα του δημόσιου χρέους επανήλθε στην επικαιρότητα μετά τις πολιτικές κόντρες για το ποια κυβέρνηση ευθύνεται για τη διόγκωση του και τη δημοσιονομική κρίση που έβαλε τη χώρα στα μνημόνια.
Επισημαίνεται ότι οι δείκτες για την εξέλιξη του χρέους αποτυπώνουν τις μεταβολές αλλά ο δανεισμός του κράτους δεν περνάει αυτόματα στον όγκο του χρέος ενώ το μέγεθος της μεταβολής του χρέους ως προς το ΑΕΠ εξαρτάται και από το ρυθμό ανάπτυξης και τον πληθωρισμό που επηρεάζουν το ύψος του ονομαστικού ΑΕΠ.
Την ίδια ώρα σύμφωνα με τους διεθνείς οργανισμούς και τους οίκους αξιολόγησης τα καθοριστικά κριτήρια για τη βιωσιμότητα του χρέους δεν η ονομαστική του τιμή σε ευρώ αλλά η αναλογία του ως ποσοστό του ΑΕΠ σε συνδυασμό με το ύψος των δαπανών εξυπηρέτησης και τις χρηματοδοτικές ανάγκες σε βάθος χρόνου. Παράλληλα βασικοί παράμετροι είναι η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, ο βαθμός δημοσιονομικής εξυγίανσης με πιλότο τα πλεονάσματα, η πορεία των επιτοκίων και το διεθνές οικονομικό σκηνικό.
Αποκαλυπτική έρευνα του Flash.gr για την εξέλιξη του χρέους από το 1974 και μετά
Για να διαλυθεί η ομίχλη και να υπάρξει σαφής και πλήρης «στατιστική» εικόνα για την εξέλιξη του δημόσιου χρέους ο Flash.gr επεξεργάστηκε τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και του κρατικού προϋπολογισμού για τις μεταβολές του χρέους από το 1974 και μετά με βάση τη θητεία των κυβερνήσεων που διαχειρίζονταν τα δημόσια οικονομικά.
Το κεντρικό συμπέρασμα είναι ότι το χρέος του δημοσίου ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει σχεδόν εξαπλασιαστεί από το 1981 παρουσιάζοντας την υψηλότερη άνοδο κατά 43,% την περίοδο διακυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου 2009- 2011 λόγω του μεγάλου δανεισμού για τη χρηματοδότηση των υψηλών ελλειμμάτων αλλά και των δανείων διάσωσης που έλαβε η χώρα μετά την είσοδο στα μνημόνια. Επίσης ραγδαία επιδείνωση του χρέους καταγράφηκε το 1990-1993 επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη καθώς διογκώθηκε κατά 30,9% του ΑΕΠ ενώ υψηλό ήταν το ποσοστό αύξησης 29,7% την περίοδο 2003-2009 επί πρωθυπουργίας Κώστα Καραμανλή.
Αναλυτικότερα από τα στοιχεία για την εξέλιξη του χρέους προκύπτουν τα εξής:
Κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή 1974-1981
Το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 34,5% του ΑΕΠ και σε ευρώ στα 2,4 δις. ευρώ. Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν αξιόπιστα δεδομένα για το ύψος του χρέους την περίοδο της δικτατορίας δεν μπορεί να γίνει σύγκριση αν και το ΔΝΤ υπολογίζει ότι το μέγεθος του χρέους την περίοδο 1967-1974 κινήθηκε στη περιοχή 21,2%-22,5% του ΑΕΠ.
Κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου 1981-1989
Καταγράφεται διπλασιασμός του χρέους προς το ΑΕΠ καθώς στο τέλος της διακυβέρνησης το ποσοστό είχε ανέβει στο 69,9%, πράγμα που σημαίνει ότι ο λόγος του προς το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 35,4 ποσοστιαίες μονάδες και σε απόλυτα ποσά κατά 19,1 δις. ευρώ.
Κυβέρνηση Τζανετάκη- Ζολώτα 1989-1990
Νέα αύξηση του χρέους κατά 10,8 ποσοστιαίες μονάδες ως προς το ΑΕΠ στο 80,7% του ΑΕΠ ενώ σε απόλυτα ποσά διογκώθηκε κατά 7,4 δις. ευρώ.
Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη 1990-1993
Καταγράφεται ραγδαία άνοδος του χρέους της χώρας καθώς στο τέλος της κυβερνητικής θητείας σκαρφάλωσε στο 111,6% του ΑΕΠ από 80.7% δηλαδή αυξήθηκε κατά 30,9% ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ και κατά 30,6 δις. ευρώ σε ονομαστικούς όρους.
Κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου 1993-1996
Μικρή αύξηση του δημόσιου χρέους κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ η κατά 37,3 δις. ευρώ.
Κυβέρνηση Κώστα Σημίτη 1996-2003
Για πρώτη φορά λόγω και των υψηλών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης το δημόσιο χρέος συρρικνώθηκε ως προς το ΑΕΠ. Ειδικότερα διαμορφώθηκε στο 97,4% του ΑΕΠ η στα 168,025 δις. ευρώ καταγράφοντας μείωση κατά 14,8 ποσοστιαίες μονάδες αν και σε απόλυτα ποσά αυξήθηκε κατά 70 δις. ευρώ
Κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή 2003-2009
Το χρέος «φούσκωσε» κατά 29,7 μονάδες αναλογικά με το ΑΕΠ και διαμορφώθηκε στο 127,1% η στα 298,706 δις. ευρώ ενώ ραγδαία ήταν και η αύξηση σε απόλυτα καθώς ανήλθε στα 130,681 δις. ευρώ
Κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου 2009-2011
Εκτίναξη-ρεκόρ του χρέους καθώς διαμορφώθηκε στο 170,6% του ΑΕΠ και σε απόλυτα ποσά στα 355,755 δις. ευρώ σημειώνοντας αύξηση κατά 43,5 μονάδες ως προς το ΑΕΠ και κατά 57,049 δις. ευρώ
Κυβέρνηση Σαμαρά 2011-2014
Ο λόγος του χρέους ως προς το ΑΕΠ σημείωσε νέα περιορισμένη άνοδο και ανήλθε στο 178,9% η στα 319,629 δις. ευρώ. Η μεταβολή ως προς το ΑΕΠ ήταν 8,3 μονάδες αλλά σε απόλυτα ποσά μειώθηκε κατά 36,126 δις. ευρώ λόγω και του «κουρέματος» των ομολόγων.
Κυβέρνηση Τσίπρα 2015-2019
Το 2015 το χρέος ήταν στο 176,7% του ΑΕΠ, το 2016 ανέβηκε στο 180,5%, το επόμενο έτος υποχώρησε ελαφρώς στο 179,5% για να αυξηθεί στο 186,4% το 2018 και να πέσει στο 176,6% το 2019 σημειώνοντας μείωση σε σχέση με το 2014 κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Σε απόλυτα ποσά διαμορφώθηκε στα 331,144 δις. ευρώ, αυξημένο κατά 11,515 δις. ευρώ
Κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη
Το χρέος «χτύπησε ταβάνι» το 2020 καθώς ανήλθε στο 207% του ΑΕΠ η στα 341,588 δις. ευρώ, σημείωσε πτώση στο 195% το 2021 αλλά με αύξηση στα 353,848 δις. ευρώ ενώ το 2022 καταγράφηκε ισχυρή πτώση στο 172,6% του ΑΕΠ η στα 356,597 δις. ευρώ. Σύμφωνε με τις προβλέψεις του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού του 2024 φέτος το χρέος θα συμπιεστεί στο 159,3% η στα 357 δις. ευρώ και εκτιμάται ότι το 2024 θα συρρικνωθεί περαιτέρω στο 155,2% του ΑΕΠ με το ύψος του σε απόλυτα ποσά να διαμορφώνεται σε 358 δις ευρώ.
«Κλειδωμένη» η βιωσιμότητα
Ανεξάρτητα από τις διακυμάνσεις η βιωσιμότητα του χρέους έχει «κλειδώσει» σε βραχυπρόθεσμο τουλάχιστον ορίζοντα αλλά μεσοπρόθεσμα καταγράφοντα ρίσκα και αβεβαιότητες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Κομισιόν στη τελευταία ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους δεν διαπιστώνει κίνδυνους στη βραχυπρόθεσμη εικόνα καθώς όπως αναφέρει οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης αναμένεται να παραμείνουν διαχειρίσιμες, σε περίπου 11% του ΑΕΠ για την περίοδο 2023-2024 και μειώνονται σε σύγκριση με τη κορύφωση του 2020. Ωστόσο κάνει λόγο για μεσοπρόθεσμα ρίσκα λόγω του γεγονός ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα μεσοπρόθεσμα και συγκεκριμένα στο 125% του ΑΕΠ το 2033.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Στουρνάρας επισημαίνοντας ότι το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένει το υψηλότερο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και το δεύτερο υψηλότερο διεθνώς με τους κινδύνους βιωσιμότητας να παραμένουν οριοθετημένοι μεσοπρόθεσμα υπό την προϋπόθεση ότι τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης έχουν προσωρινό χαρακτήρα και ότι αξιοποιούνται αποτελεσματικά οι ευρωπαϊκοί πόροι.
Ωστόσο μακροπρόθεσμα ο κ. Στουρνάρας διαβλέπει αυξημένη αβεβαιότητα καθώς η σταδιακή αναχρηματοδότηση του συσσωρευμένου χρέους προς τον επίσημο τομέα με όρους αγοράς θα αυξήσει την έκθεση του Ελληνικού Δημοσίου στον επιτοκιακό κίνδυνο και στον κίνδυνο αγοράς, γεγονός που εξαλείφει τα περιθώρια χαλάρωσης των συμφωνημένων δημοσιονομικών στόχων.
Από την πλευρά τους οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης χαρακτηρίζουν σημαντικά βιώσιμο το χρέος της Ελλάδας εστιάζοντας στα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης καθώς και τους ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής των δανείων και τα μέτρα ελάφρυνση από τους πιστωτές στην Ευρωζώνη οι οποίοι «κρατούν στα χέρια τους» το 80% του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης.