Πέτρος Κόκκαλης: «Σεβασμός στο περιβάλλον σημαίνει μακροχρόνια, δηλαδή βιώσιμη, ανάπτυξη»
Σε δήλωση προχώρησε ο Πέτρος Κόκκαλης, ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την παύση εργασιών στον ΟΛΠ, για ακύρωση του Master Plan του ΟΛΠ για τις υποχρεωτικές επενδύσεις που προέκυπταν από τη σύμβαση παραχώρησης στην Cosco.
Αναλυτικά στην ανακοίνωσή του ο Πέτρος Κόκκαλης αναφέρει:
Με την απόφαση 547/2022 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι οι πράξεις της Επιτροπής Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων ήταν μη νόμιμες, διότι δεν είχε προηγηθεί, κατά παράβαση της οδηγίας 2001/42/ΕΚ και της κοινής υπουργικής απόφασης ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ. 107017/28.8.2006 (Β΄ 1225), στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση του νέου σχεδιασμού του λιμένα του Πειραιά.
Ο ευρωβουλευτής μετά και από σχετική ερώτηση που είχε καταθέσει στην Κομισιόν και επισυνάπτεται στο τέλος αυτού του δελτίου, δήλωσε για την απόφαση του ΣτΕ:
“H απόφαση του ΣτΕ αποτελεί τεκμήριο πως η Δικαιοσύνη στέκει στα πόδια της και διαφυλάσσει την τήρηση του νομοθετικού πλαισίου.
Κανείς δεν είναι εναντίον της ανάπτυξης του λιμανιού του Πειραιά και της πόλης. Οι επενδύσεις δίχως κανόνες, όμως, ανήκουν στην Άγρια Δύση και όχι στην Ευρώπη και τον ανεπτυγμένο κόσμο. Είναι ψευτοδίλημμα το ‘ανάπτυξη ή περιβάλλον’. Ειδικά στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, σεβασμός στο περιβάλλον σημαίνει μακροχρόνια, δηλαδή βιώσιμη, ανάπτυξη.
Αντιθέτως, οι επενδύσεις εν είδει σμήνους ακρίδων, που καταστρέφουν και μολύνουν στο πέρασμα τους με μοναδικό μέλημα την τιμή της μετοχής, ή το bonus στο τέλος του εξαμήνου, είναι αντιαναπτυξιακές.
Τα κέρδη του ΟΛΠ είναι υγιέστατα και μπορεί κάλλιστα να προχωρήσει σε νέες και αναγκαίες επενδύσεις στο λιμάνι, τηρώντας την Ελληνική και Ευρωπαϊκή νομοθεσία με σεβασμό στον Σαρωνικό κόλπο, τους Έλληνες πολίτες και την πόλη του Πειραιά.”
Ακολουθεί το δελτίο τύπου της 28ης Φεβρουαρίου 2022 με την απάντηση της Κομισιόν σε σχετική ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Πέτρου Κόκκαλη:
Δελτίο Τύπου
Αθήνα, 28 Φεβρουαρίου 2022
Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Πέτρος Κόκκαλης κατέθεσε ερώτηση στην Κομισιόν για την απόρριψη αποβλήτων βυθοκόρησης με υψηλή περιεκτικότητα σε βαρέα μέταλλα από τον ΟΛΠ στο Σαρωνικό, κατά την κατασκευή του προβλήτα για κρουαζιερόπλοια.
Τα απόβλητα αυτά δεν έχουν ελεγχθεί μέχρι σήμερα από την πολιτεία ως προς την επικινδυνότητα τους σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές, ούτε είναι γνωστή η ποσότητα τους.
Η Κομισιόν στην απάντηση της τονίζει πως βάσει των άρθρων 12 και 13 της οδηγίας πλαισίου για τα απόβλητα “τα κράτη μέλη [οφείλουν] να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι τα απόβλητα υποβάλλονται σε ασφαλείς εργασίες διάθεσης χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον”, με σαφείς “απαιτήσεις για τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων”.
Η Κομισιόν κάνει σαφείς τις ευθύνες του ΟΛΠ και της εταιρείας εκμετάλλευσης, δηλαδή της Κινεζικής Cosco, όταν αναφέρει πως “Ο φορέας εκμετάλλευσης που προκαλεί πραγματική ζημία στο περιβάλλον οφείλει, σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας για την περιβαλλοντική ευθύνη, να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα αποκατάστασης και να αναλάβει όλες τις δαπάνες.”
Ταυτόχρονα δηλώνει ότι δεν διαθέτει στοιχεία για τη φύση και την επικινδυνότητα αυτών των αποβλήτων. Σημειώνεται ότι ανάλογη απάντηση δόθηκε σε κοινοβουλευτική ερώτηση βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στη Βουλή, στις 14.12.2021 από το Ελληνικό Κέντρο
Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), η οποία αμφισβητεί ευθέως τη μέθοδο προσδιορισμού της επικινδυνότητας των βυθοκορημάτων του ΟΛΠ και ουσιαστικά επισημαίνει την ανυπαρξία ελέγχων της κατάστασης του βυθού από τις απορρίψεις τους.
Σαφής και η ευθύνη για την εφαρμογή των οδηγιών του Ελληνικού Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σύμφωνα με την απάντηση της Κομισιόν: “η οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα απαιτεί από τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξη καλής οικολογικής και χημικής κατάστασης των παράκτιων υδάτων και την πρόληψη της υποβάθμισής τους. Η απαίτηση αυτή ισχύει για τις δραστηριότητες βυθοκόρησης. Οι πιέσεις και οι επιπτώσεις των εν λόγω ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο θαλάσσιο περιβάλλον πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη από τα κράτη μέλη στις θαλάσσιες στρατηγικές τους στο πλαίσιο της οδηγίας για τη θαλάσσια στρατηγική, η οποία αποσκοπεί στην επίτευξη «καλής περιβαλλοντικής κατάστασης» έως το 2020.”
Ακολουθούν η απάντηση της Κομισιόν και η ερώτηση του ευρωβουλευτή.
1. Η ταξινόμηση των αποβλήτων βυθοκόρησης σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κατάλογο αποβλήτων εξαρτάται από το αν παρουσιάζουν ιδιότητες που τα καθιστούν επικίνδυνα σύμφωνα με τους κανόνες του παραρτήματος III της οδηγίας-πλαισίου για τα απόβλητα (WFD). Οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνουν οριακές τιμές συγκέντρωσης που ισχύουν για τις επικίνδυνες ουσίες που περιέχονται στα απόβλητα, συμπεριλαμβανομένων των βαρέων μετάλλων. Οι διαθέσιμες πληροφορίες δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό της ταξινόμησης των εν λόγω αποβλήτων βυθοκόρησης.
2. Τα άρθρα 12 και 13 της οδηγίας-πλαισίου για τα απόβλητα απαιτούν από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι τα απόβλητα υποβάλλονται σε
ασφαλείς εργασίες διάθεσης χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον. Η οδηγία καθορίζει επίσης απαιτήσεις για τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων, ωστόσο δεν υπάρχει ειδική νομοθεσία της ΕΕ για τη διαχείριση των ιλύων βυθοκόρησης. Επί του παρόντος, η Επιτροπή δεν διαθέτει ουσιώδη αποδεικτικά στοιχεία για να διαπιστώσει αν η διαχείριση του αναφερόμενου υλικού παραβιάζει την οδηγία-πλαίσιο για τα απόβλητα.
3. Ο φορέας εκμετάλλευσης που προκαλεί πραγματική ζημία στο περιβάλλον οφείλει, σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας για την περιβαλλοντική ευθύνη, να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα αποκατάστασης και να αναλάβει όλες τις δαπάνες. Στην Ελλάδα, αρμόδια αρχή για την εφαρμογή της οδηγίας είναι το ελληνικό Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Επιπλέον, η οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα απαιτεί από τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξη καλής οικολογικής και χημικής κατάστασης των παράκτιων υδάτων και την πρόληψη της υποβάθμισής τους. Η απαίτηση αυτή ισχύει για τις δραστηριότητες βυθοκόρησης. Οι πιέσεις και οι επιπτώσεις των εν λόγω ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο θαλάσσιο περιβάλλον πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη από τα κράτη μέλη στις θαλάσσιες στρατηγικές τους στο πλαίσιο της οδηγίας για τη θαλάσσια στρατηγική, η οποία αποσκοπεί στην επίτευξη «καλής περιβαλλοντικής κατάστασης» έως το 2020.