Ο κινηματογράφος στους δρόμους του Πειραιά, του Φαλήρου και της Γλυφάδας
Οι δρόμοι του Πειραιά έχουν μία εξέχουσα θέση στο αφιέρωμά μας, αφού ένα από τα πιο θεαματικά κυνηγητά αυτοκινήτων, σε ταινία γυρίστηκε εκεί.
Στο λιμάνι στην Καστέλα, στο Μικρολίμανο ο κασκαντέρ Remy Julienne (οδηγούσε για λογαριασμό του Jean-Paul Belmondo) δημιούργησε και οδήγησε σε ένα από τα πιο θεαματικά κυνηγητά αυτοκινήτων, που αποτυπώθηκε στο φιλμ «Οι διαρρήκτες». Η ταινία είχε ως πρωταγωνιστές τους Jean-Paul Belmondo και Omar Sharif.
Ένα κυνηγητό με αυτοκίνητα δίνει σε κάθε ταινία έξτρα πόντους στην θέαση. Αν ο σκηνοθέτης θέλει, το εντάσσει στην πλοκή και δίνει ρόλο στα άψυχα τετράτροχα. Αν πάλι ο σκηνοθέτης δεν ενδιαφέρεται το προσθέτει ως απλή δράση και δίνει «τροφή» σε εμάς τους φίλους του αυτοκινήτου. Εμείς με την βοήθεια του stunt man Remy Julienne και του βιβλίου του «Silence on… casse» σου παρουσιάζουμε την ταινία «Διαρρήκτες» του 1971.
Η υπόθεση της ταινίας
Σύμφωνα με το σενάριο, κάπου το 1970 φτάνει στην Αθήνα μια ομάδα από επαγγελματίες διαρρήκτες με επικεφαλής τον Αζάντ (Belmondo). Σκοπός τους να κλέψουν μια συλλογή από πανάκριβα σμαράγδια η οποία στην πραγματικότητα ανήκει σε έναν πολύ πλούσιο Έλληνα έμπορο. Το σχέδιο αρχίζει να υλοποιείται όταν οι διαρρήκτες φτάνουν στην βίλα του εμπόρου και αφού αναισθητοποιήσουν τον φύλακα μπαίνουν μέσα και καταφέρνουν να ανοίξουν το χρηματοκιβώτιο και να αφαιρέσουν την συλλογή σμαραγδιών.
Τα σχέδια των διαρρηκτών χαλάει ένας περαστικός Έλληνας αστυνομικός, ο Άμπελ Ζαχαρίας (Sharif) ο οποίος βλέπει το αυτοκίνητο των διαρρηκτών παρκαρισμένο έξω από την βίλα του εμπόρου και αμέσως του μπαίνουν υποψίες. Ο επικεφαλής της διάρρηξης αντιλαμβάνεται τον αστυνομικό και προσποιείται ότι υπέστη μηχανική βλάβη και ότι είχε πάει να καλέσει για βοήθεια. Και βέβαια ο Ζαχαρίας τον αφήνει να ολοκληρώσει το σχέδιό του, προσποιούμενος ότι τον πίστεψε. Ο αστυνομικός Ζαχαρίας είναι διεφθαρμένος και θέλει τα σμαράγδια για τον εαυτό του χωρίς να τον νοιάζει να συλληφθούν οι διαρρήκτες.
Η ταινία σημείωσε το ρεκόρ στο άνοιγμά της με τις υψηλότερες εισπράξεις στη Γαλλία, ενώ ήταν η έκτη πιο δημοφιλής ταινία της χρονιάς. Παρά το ότι η τότε κυβέρνηση τότε έδωσε πλήρη ελευθερία κινήσεων στα κινηματογραφικά συνεργεία, δεν αναφέρεται πουθενά πού διαδραματίζεται αυτή η ταινία. Αυτό έγινε ως κόντρα των Γάλλων στην στρατιωτική δικτατορία, που κυβερνούσε μετά το πραξικόπημα του 1967 (η δικτατορία ανατράπηκε και η δημοκρατία αποκαταστάθηκε το 1974).
Οι δρόμοι του Πειραιά
Οι πρωταγωνιστές επιδίδονται σε ένα κυνηγητό στο παραλιακό μέτωπο του Φαλήρου, στους δρόμους του Πειραιά, στο Μικρολίμανο αλλά και την Καστέλλα με δύο αυτοκίνητα παραγωγής και όχι σπορ ή κάτι το ιδιαίτερο. Ένα Fiat 124 Special και ένα Opel Record.
Σύμφωνα με τον Julienne το budget της ταινίας δεν ήταν και το κορυφαίο και περιορίστηκε στους δύο πρωταγωνιστές Belmondo και Sharif. Μάλιστα ο Γάλλος έκανε τις περισσότερες δύσκολες σκηνές αλλά όχι την οδήγηση επειδή είχε γυρίσματα για άλλη ταινία στην Αμερική.
Ο λόγος που επιλέχθηκαν αυτά τα δύο μοντέλα ήταν, σύμφωνα με αυτά που έγραψε ο Julienne, η μεγάλη κυκλοφορία τους στην Ελλάδα, τα φτηνά ανταλλακτικά αλλά και η ευκολία επισκευής. Για να γίνει πιο αληθινό το κυνηγητό χρησιμοποίησαν τα ίδια αυτοκίνητα, τα οποία διόρθωναν. Τα γυρίσματα κράτησαν μία εβδομάδα και γι’αυτό φαίνονται διαφορετικές οι συνθήκες (στεγνό ή βρεγμένο οδόστρωμα).
Οι παραγωγοί και το συνεργείο κινηματογράφησης, πήραν το ελεύθερο από το υπουργείο συγκοινωνιών να κάνουν ότι θέλουν (η Χούντα ήθελε προβολή) χωρίς να ενημερωθεί η αστυνομία και χωρίς να κλείνουν το δρόμο.
«Ήταν τρελό» έγραψε ο Julienne και συνεχίζει: «Κάθε ημέρα στέλναμε τις κλήσεις και το λογαριασμό από τις ζημιές στους δρόμους και τα μικροατυχήματα στο υπουργείο και δεν μας έλεγαν κάτι. Στο τέλος αναζητούσα δρόμους χωρίς πολύ κίνηση για να μην έχουμε άγχος. Ευτυχώς εκτός από μικροατυχήματα δεν έγινε κάτι κακό. Όμως τι θυμάται ο Remy Julienne από τους «Διαρρήκτες»;
«Μία σκηνή όπου πίστεψα ότι θα χτυπήσω άσχημα και θα χτυπούσα και κόσμο ήταν αυτή με τα σκαλοπάτια και μου είπε ο σκηνοθέτης να κάνω ένα άλμα εκεί με 140 χλμ/ώρα, του είπα πως είναι τρελός και θα κατέβαινα με 50 – 60 χλμ/ώρα κάτι όχι πολύ λογικό. Ξεκινώ τη λήψη και στη μέση έσπασε η αντλία λαδιού. Τα φρένα δεν ανταποκρίνονταν, ούτε το τιμόνι. Οι άνθρωποι στο τέλος της σκάλας, έφευγαν σαν κοτόπουλα που πετούσαν προς όλες τις κατευθύνσεις, γιατί ήταν πραγματικός πανικός. Ευτυχώς, κανείς δεν τραυματίστηκε. Όλοι πρόλαβαν να φύγουν εγκαίρως», θυμάται ο Γάλλος stuntman.
Δείτε την ταινία από το κανάλι Classic Studio του YouTube και ζήστε τις σκηνές στον υπολογιστή ή την τηλεόρασή σας,