Νυχτερινό σκι στην Ελλάδα; Κι όμως γίνεται - Indepedent: Προτιμήστε τις ελληνικές πίστες
Το μέλλον των χιονοδρομικών κέντρων δεν είναι μόνο χιονοδρομία τις πρωινές ώρες.
Το μέλλον των χιονοδρομικών κέντρων δεν είναι μόνο χιονοδρομία τις πρωινές ώρες.
Όχι δεν πρόκεται για κάποιο χιονοδρομικό κέντρο της Σκανδιναβίας αλλά για δικά μας Χιονοδρομικά Κέντρα στο Βελούχι, στο Ανήλιο, στον Παρνασσό ή και αλλού όπου λειτουργούν και τη νύχτα στα οποία οι σκιέρ μπορούν να απολαύσουν το νυχτερινό σκι.
Μιλώντας στο Action24 o διευθυντής του χιονοδρομικού κέντρου Βελουχίου στο Καρπενήσι , Μάνος Μπαχλαβάς εξήγησε ότι το νυχτερινό είναι το σκι που γίνεται με προβολείς. «Αλλάζει το τοπίο, οι σκιέρ κρατάνε πυρσούς, βεγγαλικά είναι πολύ όμορφο το σκηνικό. εν είναι καθόλου επικίνδυνο γιατί με τους προβολείς γίνεται μέρα. Συστήνεται ανεπιφύλακτα και στους αρχάριους γιατί υπάρχει πλήρης φωτισμός. Ταυτόχρονα γίνονται πάρτι και είναι πολύ ωραία».
Indepedent: Στις ελληνικές πίστες για σκι
Τις ελληνικές πίστες σκι ανακαλύπτει ο Independent, σημειώνοντας πως υπάρχουν μερικά πραγματικά κρυμμένα διαμάντια στα βουνά, μακριά από τα σμήνη των τουριστών και με προσιτές τιμές.
Η Ελλάδα μπορεί να είναι γνωστή σε όλο τον κόσμο για τα νησιά, τον γαλάζιο ουρανό και τις παραλίες της, ωστόσο, όπως σημειώνει σε άρθρο της η Χάιντι Φούλερ-Λαβ, τον χειμώνα είναι μια άλλη χώρα.
Ανακαλύπτοντας το χιονοδρομικό κέντρο της Αράχωβας
Ξεκινώντας από την Αράχωβα και αφού έκανε μια στάση στα Κελάρια, την jet set πλευρά του βουνού όπου τα πλήθη των Αθηναίων με τις πανάκριβες στολές τους αράζουν στις ξαπλώστρες πίνοντας κοκτέιλ, στη συνέχεια κατευθύνθηκε προς τις πιο ήσυχες πίστες της Φτερόλακας. «Έχουμε χαμηλότερες πλαγιές από τις Άλπεις, κάτι που σημαίνει ότι υπάρχει μικρότερη πιθανότητα χιονοστιβάδας» της εξηγεί η οδηγός της Ελένη Πράμπλανκ.
Σε μια καθημερινή, όπως σημειώνει, το εισιτήριο κοστίζει μόλις 11 ευρώ και οι πίστες έχουν ελάχιστο κόσμο. «Οι περισσότεροι Έλληνες έρχονται εδώ το Σαββατοκύριακο» της λέει η οδηγός της.
Μετά το σκι, η δημοσιογράφος της Independent κάνει μια βόλτα στα πλακόστρωτα δρομάκια της Αράχωβας, που, όπως λέει, είναι γεμάτα με ρουστίκ ταβέρνες. Επιλέγει να φάει στο «Καπλάνι», κοντά στον πύργο του ρολογιού της πόλης του 19ου αιώνα. Κάθεται δίπλα στη φωτιά που τρεμοπαίζει και υπό τον ήχο του μπουζουκιού τρώει σαρμάδες και πίνει ρακόμελο - το ελληνικό ισοδύναμο του gluhwein, που φτιάχνεται με ρακί και μέλι. Και, όπως τονίζει, πλήρωσε μόλις 13 ευρώ.
Συνεχίζοντας το ταξίδι της και θέλοντας να γνωρίσει περισσότερα από τα οικονομικά φιλικά χιονοδρομικά κέντρα της Ελλάδας, κατευθύνεται προς την Πορταριά, στους πρόποδες του Πηλίου, όπου, όπως λέει, εκεί έχει το καλοκαιρινό του καταφύγιο ο Μπόρις Τζόνσον.
Προηγουμένως όμως κάνει μια στάση στις Θερμοπύλες και, αφού παραθέτει την ιστορία με τους Σπαρτιάτες και τους Πέρσες, λέει πως τώρα είναι γνωστές για τις πλούσιες σε μεταλλικά στοιχεία θερμές πηγές της.
Και το χιονοδρομικό κέντρο Αγριόλευκες
Φτάνοντας στην Πορταριά, με τα απότομα πλακόστρωτα δρομάκια και τους καταρράκτες, όπως γράφει, κατευθύνεται προς το κοντινό χιονοδρομικό κέντρο Αγριόλευκες. Είναι μικρότερο από αυτό στον Παρνασσό -διαθέτει μόνο πέντε αναβατήρες και οκτώ πίστες-, αλλά το εισιτήριο είναι ακόμη φθηνότερο.
Μετά από πέντε ώρες πάνω από «παχιές κουβέρτες παρθένου χιονιού», όπως σημειώνει, «απολαμβάνοντας την εκπληκτική θέα του Αιγαίου Πελάγους που έλαμπε από κάτω και χωρίς να δούμε άλλη ψυχή», ο οδηγός της, ο Παναγιώτης, της μίλησε για τους θρυλικούς Κενταύρους, που λέγεται ότι στοιχειώνουν αυτές τις πλαγιές. «Πιστεύουμε ακόμη σε αυτούς εδώ: λέμε ότι κάθε αρνητικό φυσικό φαινόμενο, όπως μια ξαφνική αλλαγή στο κλίμα ή περίεργες καιρικές συνθήκες, προκαλείται από αυτούς» της λέει.
Κλείνοντας το ταξίδι της, η δημοσιογράφος της Independent κάνει μια στάση για φαγητό στην οικογενειακή ταβέρνα Κριτσά, όπου δοκιμάζει «τσιτσίραβλα» (τουρσί από τις κορυφές της φιστικιάς) και γαύρο στη σχάρα βουτηγμένο στο ξίδι και στη συνέχεια πικάντικα γεμιστά κρεμμύδια.
«Η Ελλάδα δεν είναι το Avoriaz - είναι για ανθρώπους που προτιμούν πιο άγρια μέρη τον χειμώνα» της λέει ο Παναγιώτης. «Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι οι Ελβετικές Άλπεις στη μισή τιμή - μόνο που το φαγητό είναι πολύ καλύτερο».